Δείτε ένα βίντεο στο You tube, τραβηγμένο από το δεύτερο όροφο κτιρίου στην περιοχή East Creek κοντά στους δρόμους Chalk Drive / Chalk Lane στο Queensland της Αυστραλίας. Παρακολουθείστε πόσο γρήγορα και εύκολα το ρέμα γίνεται χείμαρος, υπερβαίνει την κοίτη και παρασύρει όλα τα σταθμευμένα στην όχθη του αυτοκίνητα.
Βίντεο της πλημμύρας.
Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011
Είναι μύθοι τα Ευαγγέλια;
Tου Ρενέ Ζιράρ
Αυτή η ιδέα στηρίχτηκε στη διαπίστωση, ότι όλοι οι μύθοι ξεκινούν από κάποια βίαιη κοσμική ή κοινωνική κρίση, κορυφώνονται με τα πάθη κάποιου μυστηριώδους θύματος (συχνά από τα χέρια ενός αφηνιασμένου όχλου) και τελειώνουν με την θριαμβευτική επιστροφή του θύματος, που μες από αυτήν την επιστροφή αποκαλύπτεται ως θεότητα. Βεβαίως οι σημερινοί ανθρωπολόγοι θεωρούν σαν μια οριστική «μεταφυσική» αποτυχία όλη την πριν από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο ανθρωπολογική έρευνα ‒ δηλαδή ακριβώς την έρευνα, κατά την οποία οι θεωρητικοί αγωνίστηκαν να εντοπίσουν τις ομοιότητες μεταξύ των διαφόρων μύθων. Ωστόσο η αποτυχία αυτής της έρευνας δεν φαίνεται ν’ αποδυνάμωσε το σκεπτικιστικό επιστημονικό πνεύμα της Ανθρωπολογίας. Αντίθετα, κατά κάποιο μυστήριο τρόπο, αποδυνάμωσε ακόμα περισσότερο την αξιοπιστία των δογματικών ισχυρισμών της θρησκείας, τους οποίους οι προηγούμενοι ανθρωπολόγοι έλπιζαν να θέσουν εκτός μάχης. Η ιδέα ήταν η εξής: εφόσον ούτε η ίδια η επιστήμη μπορεί να διατυπώσει καθολικές αλήθειες για την ανθρώπινη φύση, τότε η θρησκεία ‒ που, κατ’ αυτούς, είναι ασφαλώς κατώτερη από την επιστήμη ‒ μπορεί ν’ απαξιωθεί ακόμα περισσότερο από όσο είχαμε υποθέσει αρχικά. Αυτή είναι η σύγχρονη πνευματική κατάσταση, την οποία αντιμετωπίζουν οι χριστιανοί στοχαστές καθώς μελετούν τις Γραφές.
Υπάρχει όμως στα Ευαγγέλια μια εντυπωσιακή λεπτομέρεια, η οποία φανερώνει ανάγλυφα το είδος κάθαρσης που ακολουθεί το μιμητικό φονικό και μας επιτρέπει να τη διακρίνουμε από αυτά που ακολουθούν τη χριστιανική Σταύρωση. Στο τέλος της περιγραφής του Πάθους, ο Λουκάς γράφει: «Εκείνη τη μέρα μάλιστα ο Ηρώδης κι ο Πιλάτος συμφιλιώθηκαν μεταξύ τους· πρωτύτερα οι σχέσεις τους ήταν εχθρικές» (Λκ, 23, 12). Αυτή η συμφιλίωση του Ηρώδη με τον Πιλάτο θυμίζει εξωτερικά τη χριστιανική συμφιλιωτική Μετάληψη. Και αυτή προέρχεται από το θάνατο του Χριστού. Όμως δεν έχει καμιά σχέση με τη θεία Ευχαριστία. Η συμφιλίωση του Ηρώδη με τον Πιλάτο είναι μια «κάθαρση» ριζωμένη στη μιμητική φρενίτιδα.
Οι διώκτες του Χριστού δεν συνειδητοποιούν, ότι επιδρούν ο ένας πάνω στον άλλο μιμητικά. Η άγνοιά τους αυτή δεν απαλείφει την ευθύνη τους, αλλά τη μειώνει: «Πατέρα, συγχώρησέ τους», φωνάζει ο Χριστός, «γιατί δεν ξέρουν τι κάνουν» (Λκ, 23,34). Μια παρόμοια δήλωση στις Πράξεις (3, 17) δείχνει, πως τα λόγια αυτά πρέπει να τα πάρουμε κατά κυριολεξία. Ο Πέτρος αποδίδει τη συμπεριφορά του όχλου και των αρχηγών του στην άγνοια. Η προσωπική του πείρα από τη μιμητική φρενίτιδα που καταλαμβάνει τα πλήθη, τον προφυλάσσει και δεν θεωρεί τον εαυτό του άτρωτο από τη μιμητική επιδημία της θυματοποίησης.
Ο ρόλος του Σατανά, δηλαδή της προσωποποίησης των σκανδάλων, μας βοηθάει να κατανοήσουμε πώς τα Ευαγγέλια αντιλαμβάνονται το θέμα της μιμητικής φρενίτιδας. Στην ερώτηση: «Πώς μπορεί ο Σατανάς να διώχνει τον Σατανά;» (Μκ, 3,23), η απάντηση που δίνουν, είναι: μέσα από την ομόψυχη θυματοποίηση. Από τη μια μεριά ο Σατανάς είναι εκείνος που φέρνει το σκάνδαλο, η δύναμη που αποδιαρθρώνει τις κοινότητες. Από την άλλη, είναι η επίλυση του σκανδάλου μέσω της ομόψυχης θυματοποίησης. Αυτό το έσχατο τέχνασμα επιτρέπει στον «άρχοντα του κόσμου τούτου» να διαφυλάξει τα υποχείριά του, όταν κινδυνεύουν θανάσιμα από την αταξία που ο ίδιος έχει σπείρει. Όντας ταυτόχρονα αταξία και τάξη, ο Σατανάς διχάζεται εναντίον του εαυτού του.
Τόσο στο Μάρκο όσο και στο Ματθαίο, η περίφημη αφήγηση του μιμητικού φόνου του Ιωάννη του Βαπτιστή παρουσιάζεται με τη μορφή ενός παράξενου «φλας μπακ». Ξεκινώντας με την αναφορά στο φόβο του Ηρώδη σχετικά με τη φήμη ότι αναστήθηκε ο Ιωάννης, και προχωρώντας από εκεί πίσω στο χρόνο για να διηγηθούν τη θανάτωση του Ιωάννη, ο Μάρκος και ο Ματθαίος αποκαλύπτουν τη ρίζα αυτού του φόβου του Ηρώδη: οφειλόταν στο ότι συμμετείχε ο ίδιος αποφασιστικά σε αυτό το φονικό. Μ’ αυτό τον τρόπο οι ευαγγελιστές δίνουν ένα σύντομο αλλά πολύτιμο παράδειγμα της γένεσης των μύθων, δηλαδή της δύναμης που έχει η βία να επιβάλλει τάξη, της ικανότητάς της να ιδρύει πολιτισμό. Η φόβος του Ηρώδη ότι αναστήθηκε ο Ιωάννης, είναι ασφαλώς πρωτόγονος, αλλά το γεγονός ότι τον αναφέρουν δυο Ευαγγέλια επιβεβαιώνει, νομίζω, την ευαγγελική αυθεντικότητα της θεωρίας που θεμελιώνει τις μυθολογίες στη μιμητική θυματοποίηση.
Οι σημερινοί χριστιανοί νιώθουν συχνά κάποια αμηχανία με αυτό το εδάφιο. Ωστόσο είναι ολοφάνερο, ότι ο Μάρκος κι ο Ματθαίος δεν συμμερίζονται την αμηχανία τους. Δεν κρύβουν τις ομοιότητες αλλά αντίθετα επισύρουν την προσοχή μας σε αυτές, όπως ο Λουκάς επισύρει την προσοχή μας στις ομοιότητες ανάμεσα στη χριστιανική θεία Κοινωνία και την ανίερη συμφιλίωση μεταξύ Ηρώδη και Πιλάτου έπειτα από τη θανάτωση του Χριστού. Οι ευαγγελιστές βλέπουν κάτι το πάρα πολύ απλό και θεμελιώδες, που θα έπρεπε να το δούμε κι εμείς. Μόλις εξοικειωθούμε με τις ομοιότητες ανάμεσα στη βία της Βίβλου και τη βία των μύθων, θα καταλάβουμε γιατί η Βίβλος δεν είναι Μύθος. Θα καταλάβουμε πόσο ριζικά διαφέρει η αντίδραση απέναντι στη βία όπως περιγράφεται στη Βίβλο, από την αντίδραση που καταγράφεται στους μύθους.
Ευθύς εξαρχής, από την ιστορία του Κάιν και του Άβελ, η Βίβλος διακηρύσσει την αθωότητα των μυθικών θυμάτων και την ενοχή των θυτών τους. Καθώς έχουμε πια απομακρυνθεί από τους χρόνους της πρώτης ενθουσιώδους διάδοσης των Ευαγγελίων, αυτό το θεωρούμε πολύ φυσικό και δεν καθόμαστε ούτε μια στιγμή να σκεφτούμε, ότι στους κλασικούς μύθους συμβαίνει το αντίθετο: εδώ, οι διώκτες παρουσιάζονται πάντοτε σαν να έχουν κάποιο βάσιμο λόγο που καταδιώκουν τα θύματά τους. Οι διονυσιακοί μύθοι παρουσιάζουν ακόμα και τα πιο αποτρόπαια λυντσαρίσματα σαν νόμιμα. Στις «Βάκχες», η μητέρα και οι αδελφές του Πενθέα έχουν δίκιο που τον σκοτώνουν: η ασέβειά του προς τον θεό Διόνυσο είναι μεγάλο σφάλμα και νόμιμα επισύρει το θάνατό του. Ακόμα και ο Οιδίπους παρουσιάζεται σαν άξιος της μοίρας του. Σύμφωνα με το μύθο, πράγματι σκότωσε τον πατέρα του και νυμφεύτηκε τη μητέρα του, και γι’ αυτό είναι υπεύθυνος για την πανούκλα που έπληξε τη Θήβα. Ο εξοστρακισμός του δεν είναι απλώς επιτρεπτή πράξη· είναι θρησκευτικό καθήκον.
Ακόμη κι όταν δεν κατηγορούνται για κανένα έγκλημα, τα θύματα των μύθων θεωρούνται άξια να θανατωθούν και η αθωότητά τους δεν αφαιρεί ίχνος νομιμότητας από το φόνο τους. Στον Βεδικό μύθο του Πουρούσα για παράδειγμα, δεν έχει προηγηθεί καμιά άδικη πράξη. Κι όμως, ο σφαγιαστικός τεμαχισμός του παρουσιάζεται σαν θεάρεστο έργο: τα κομμάτια του Πουρούσα ήταν απαραίτητα για να δημιουργηθούν οι τρεις μεγάλες κάστες, που αποτελούν το θεμέλιο της ινδικής κοινωνίας. Στο Μύθο δικαιολογείται πάντοτε η βίαιη θανάτωση. Εάν η βία των μύθων είναι καθαρά μιμητική ‒ αν μοιάζει με το Πάθος του Χριστού, όπως λέει ο ίδιος ‒, τότε όλες αυτές οι δικαιολογήσεις είναι ψεύτικες, φανταστικές. Όμως αυτοί οι ίδιοι οι μύθοι δεν μπορεί να είναι εντελώς φανταστικοί. Είναι φανερό ότι όλοι τους αντιστρέφουν συστηματικά το ποιος είναι αθώος και ποιος ένοχος. Σίγουρα είναι ψέματα, αλλά είναι τα ψέματα ακριβώς που απαιτεί η μυθική μιμητική φρενίτιδα: η ψευδής κατηγορία διαδίδεται μιμητικά μέσα σε μια ταραγμένη ανθρώπινη κοινότητα έως το σημείο εκείνο, που τα σκάνδαλα προκαλούν την πόλωση εναντίον του μοναχικού αποδιοπομπαίου τράγου, η θανάτωση του οποίου ενώνει και πάλι την κοινότητα. Ο μηχανισμός παραγωγής των μύθων είναι η μιμητική φρενίτιδα, η οποία κρύβεται πίσω από το μύθο που η ίδια γεννά.
Από τότε που πρωτοεμφανίστηκε ο Χριστιανισμός, η ομοιότητα των Ευαγγελίων με ορισμένους μύθους χρησιμοποιήθηκε σαν επιχείρημα εναντίον της χριστιανικής πίστης. Οι παγανιστές απολογητές του επίσημου πανθεϊσμού της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας υποστήριζαν, ότι η ιστορία για το θάνατο και την ανάσταση του Χριστού δεν διέφερε ουσιαστικά από τους μύθους θεοτήτων όπως ο Διόνυσος, ο Όσιρις, ο Άττις, κ.λπ. Παρ’ όλα αυτά δεν κατόρθωσαν ν’ αναχαιτίσουν την προέλαση του χριστιανικού κύματος. Τα τελευταία διακόσια χρόνια όμως, καθώς οι ανθρωπολόγοι ανακάλυψαν σε όλο τον κόσμο ιδρυτικούς μύθους που φαίνεται να έχουν ομοιότητες με το Πάθος και την Ανάσταση του Ιησού, η ιδέα ότι ο χριστιανισμός είναι κι αυτός ένας μύθος, δείχνει τελικά να επικρατεί ‒ ακόμα και μεταξύ χριστιανών πιστών.
Αυτή η ιδέα στηρίχτηκε στη διαπίστωση, ότι όλοι οι μύθοι ξεκινούν από κάποια βίαιη κοσμική ή κοινωνική κρίση, κορυφώνονται με τα πάθη κάποιου μυστηριώδους θύματος (συχνά από τα χέρια ενός αφηνιασμένου όχλου) και τελειώνουν με την θριαμβευτική επιστροφή του θύματος, που μες από αυτήν την επιστροφή αποκαλύπτεται ως θεότητα. Βεβαίως οι σημερινοί ανθρωπολόγοι θεωρούν σαν μια οριστική «μεταφυσική» αποτυχία όλη την πριν από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο ανθρωπολογική έρευνα ‒ δηλαδή ακριβώς την έρευνα, κατά την οποία οι θεωρητικοί αγωνίστηκαν να εντοπίσουν τις ομοιότητες μεταξύ των διαφόρων μύθων. Ωστόσο η αποτυχία αυτής της έρευνας δεν φαίνεται ν’ αποδυνάμωσε το σκεπτικιστικό επιστημονικό πνεύμα της Ανθρωπολογίας. Αντίθετα, κατά κάποιο μυστήριο τρόπο, αποδυνάμωσε ακόμα περισσότερο την αξιοπιστία των δογματικών ισχυρισμών της θρησκείας, τους οποίους οι προηγούμενοι ανθρωπολόγοι έλπιζαν να θέσουν εκτός μάχης. Η ιδέα ήταν η εξής: εφόσον ούτε η ίδια η επιστήμη μπορεί να διατυπώσει καθολικές αλήθειες για την ανθρώπινη φύση, τότε η θρησκεία ‒ που, κατ’ αυτούς, είναι ασφαλώς κατώτερη από την επιστήμη ‒ μπορεί ν’ απαξιωθεί ακόμα περισσότερο από όσο είχαμε υποθέσει αρχικά. Αυτή είναι η σύγχρονη πνευματική κατάσταση, την οποία αντιμετωπίζουν οι χριστιανοί στοχαστές καθώς μελετούν τις Γραφές.
Η Σταύρωση παραμένει ένα μοναδικό στην ιστορία γεγονός, εφόσον ο εσταυρωμένος είναι ο Υιός του Θεού. Πέραν αυτού όμως, δεν είναι παρά ένα ανθρώπινο συμβάν. Έτσι, μια ανάλυση αυτού του συμβάντος ‒ δηλαδή μια έρευνα των ανθρωπολογικών όψεων του Πάθους, τις οποίες δεν μπορούμε ν’ αγνοήσουμε αν πάρουμε στα σοβαρά το δόγμα της Ενσάρκωσης ‒ μπορεί τόσο να αποκαλύψει το θεμελιώδες σφάλμα του σύγχρονου ανθρωπολογικού σκεπτικισμού σχετικά με την ανθρώπινη φύση, όσο και να καταρρίψει ολοκληρωτικά την ιδέα, ότι ο Χριστιανισμός είναι καθ’ οιονδήποτε τρόπο μυθολογικός.
Οι παγκόσμιοι μύθοι δεν μας αποκαλύπτουν ένα τρόπο ερμηνείας των Ευαγγελίων. Αυτό που ισχύει, είναι το εντελώς ανάποδο: τα Ευαγγέλια μάς αποκαλύπτουν τον τρόπο για να ερμηνεύσουμε το Μύθο.
Ας δούμε καταρχήν, ότι ο ίδιος ο Ιησούς συγκρίνει τη δική του ιστορία με την ιστορία ορισμένων άλλων όταν λέει, ότι ο θάνατός του θα είναι σαν το θάνατο των προφητών: «Έτσι η σημερινή γενιά θα δώσει λόγο για τα φονικά που έγιναν εναντίον όλων των προφητών από καταβολής κόσμου· από το φόνο του Άβελ μέχρι το φόνο του Ζαχαρία» (Λκ, 11, 50-51). Είπαμε ότι ο Χριστός είπε, πως ο θάνατός του θα είναι σαν το θάνατο των προφητών. Πρέπει να ρωτήσουμε: τι σημαίνει, ότι ο θάνατός του θα είναι «σαν» το θάνατο των προφητών; Σε ποια ομοιότητα αναφέρεται; Βλέπουμε στο φόνο του Περιφρονημένου Δούλου στον Ησαΐα (κεφ. 52-53) ‒ ένα φονικό που μοιάζει καταπληκτικά στα Πάθη του Χριστού ‒, ότι ένας όχλος συσπειρώνεται εναντίον ενός μοναχικού θύματος, όπως ακριβώς τα πλήθη συσπειρώθηκαν εναντίον του Ιερεμία, του Ιώβ, των αφηγητών των Ψαλμών, κ.λπ. Στη Γένεση επίσης, τον Ιωσήφ τον πουλούν σκλάβο τα συσπειρωμένα ζηλόφθονα αδέρφια του. Όλα αυτά τα επεισόδια βίας έχουν την ίδια δομή: «Όλοι εναντίον ενός».
Καθώς ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είναι κι αυτός ένας προφήτης, είναι αναμενόμενο ότι ο βίαιος θάνατός του στην Καινή Διαθήκη θα μοιάζει με όλα αυτά τα φονικά. Και πραγματικά, ο Ιωάννης πεθαίνει επειδή οι προσκεκλημένοι του Ηρώδη μεταμορφώνονται σε φονικό όχλο. Ο ίδιος ο Ηρώδης έχει όλη την καλή διάθεση να του χαρίσει τη ζωή, όπως ακριβώς ο Πόντιος Πιλάτος είχε όλη την καλή διάθεση να χαρίσει τη ζωή στον Ιησού. Όμως ηγέτες που δεν υψώνουν το ανάστημά τους πάνω από τους βίαιους όχλους, είναι καταδικασμένοι να γίνουν ένα με αυτούς: όπως συνέβη με τον Ηρώδη και τον Πιλάτο. Οι αρχαίοι λαοί θεωρούσαν πάντοτε τον τελετουργικό χορό σαν την πιο μιμητική από όλες τις τέχνες, σαν την τέχνη εκείνη που συσπειρώνει όσους συμμετέχουν σε μια θυσία εναντίον του θύματος που πρόκειται να σφαγιαστεί. Η εχθρική πόλωση εναντίον του Ιωάννη έρχεται έπειτα από το χορό της Σαλώμης. Αυτός ήταν άλλωστε ο στόχος, που μηχανεύτηκε έξυπνα η Ηρωδιάδα.
Στο Πάθος του Χριστού δεν συναντάμε κάτι ανάλογο με το χορό της Σαλώμης, ωστόσο η μιμητική διάσταση είναι και εδώ ολοφάνερη. Ο όχλος που συσπειρώνεται εναντίον του, είναι ο ίδιος που τον είχε υποδεχτεί μ’ ενθουσιασμό στην Ιερουσαλήμ λίγες μέρες νωρίτερα. Η ξαφνική αλλαγή στάσης είναι τυπική στα ασταθή πλήθη παντού: δεν φανερώνει κάποιο βαθιά ριζωμένο μίσος για το θύμα, αλλά μάλλον ένα κύμα μεταδοτικής βίας.
Ο Πέτρος αποτελεί ένα εντυπωσιακό παράδειγμα αυτής της μιμητικής φρενίτιδας. Μόλις περικυκλώθηκε από ανθρώπους που εχθρεύονταν τον Ιησού, αμέσως μιμήθηκε την εχθρότητά τους και υπέκυψε τελικά στην ίδια μιμητική ισχύ, στην οποία είχαν υποκύψει ο Πιλάτος και ο Ηρώδης. Ακόμα κι οι ληστές, που σταυρώθηκαν μαζί με τον Ιησού, υπέκυψαν σε αυτή την ισχύ κι ένιωσαν την παρόρμηση να ενωθούν με τον όχλο. Κι όμως πιστεύω, πως τα Ευαγγέλια δεν θέλουν να στιγματίσουν τον Πέτρο, ούτε τους ληστές, ούτε το πλήθος στο σύνολό του, ούτε και τους Ιουδαίους ως λαό, αλλά να αποκαλύψουν την τρομακτική δύναμη της μιμητικής φρενίτιδας, η οποία ισχύει για μια ολόκληρη αλυσίδα φόνων, από το Πάθος του Χριστού και πίσω, έως «καταβολής κόσμου». Τα Ευαγγέλια έχουν έναν απίστευτα σοβαρό λόγο, για τον οποίο αναφέρονται ασταμάτητα σε αυτά τα φονικά. Ο λόγος αυτός αφορά δυο ουσιαστικές κι ωστόσο παράξενα παραμελημένες λέξεις: σκάνδαλον και Σατανάς.
Η παραδοσιακή αγγλική μετάφραση της ελληνικής λέξης «σκάνδαλον», stumblig block (λίθος προσκόμματος) είναι πολύ ανώτερη από αυτήν που χρησιμοποίησαν οι πιο πρόσφατες άτολμες μεταφράσεις, διότι προσδιορίζει ένα αναπόφευκτο εμπόδιο, που κατά κάποιο τρόπο γίνεται όλο και πιο ελκυστικό (αλλά και απωθητικό) κάθε φορά που προσκρούει κανείς πάνω του. Την πρώτη φορά που ο Ιησούς προλέγει τη βίαιη θανάτωσή του (Μτ, 16, 21-23), ο Πέτρος αγανακτεί με την παραίτησή του και προσπαθεί να εμφυσήσει στο δάσκαλό του κάποια εγκόσμια φιλοδοξία. Αντί να μιμηθεί τον Χριστό, ο Πέτρος θέλει να τον μιμηθεί ο Χριστός! Αν δυο φίλοι μιμηθούν ο ένας την επιθυμία του άλλου, τότε επιθυμούν και οι δυο το ίδιο αντικείμενο. Κι αν δεν μπορούν να το μοιραστούν, τότε θα συγκρουστούν γι’ αυτό και ο καθένας θα γίνει την ίδια στιγμή πρότυπο και εμπόδιο για τον άλλο. Οι ανταγωνιζόμενες επιθυμίες ενισχύουν τον καθένα σαν πρότυπο και σαν εμπόδιο του άλλου. Έτσι ακολουθεί μια κλιμάκωση της μιμητικής αντιπαλότητας. Ο θαυμασμός δίνει τη θέση του στην απέχθεια, στη ζήλεια, το φθόνο, το μίσος και τελικά στη βία και την εκδίκηση. Αν ο Ιησούς μιμούνταν τη φιλοδοξία του Πέτρου, τότε θα ξεκινούσε ανάμεσά τους ένας ανταγωνισμός για την ηγεσία κάποιου «κινήματος του Χριστού». Αισθανόμενος τον κίνδυνο, ο Ιησούς διακόπτει αμέσως τον Πέτρο: «Φύγε από μπροστά μου Σατανά και μη με σκανδαλίζεις!».
Όσο περισσότερο τα πρότυπά μας παρακωλύουν τις επιθυμίες μας, τόσο πιο ελκυστικά γίνονται ως πρότυπα. Τα σκάνδαλα μπορεί ασφαλώς να είναι σεξουαλικά, αλλά δεν είναι κατά πρώτο λόγο ζήτημα σεξουαλικότητας. Το ίδιο μπορεί να συμβεί με οποιαδήποτε άλλη φιλοδοξία. Επομένως, τα σκάνδαλα δεν πρέπει να προσδιορίζονται με βάση το αντικείμενό τους, αλλά με βάση την κλιμάκωση πρότυπο/εμπόδιο. Πρέπει δηλαδή να προσδιορίζονται με βάση τη μιμητική αντιπαλότητα, που προκαλούν και η οποία αποτελεί την εφάμαρτη δυναμική των ανθρώπινων συγκρούσεων και της ψυχικής τους αθλιότητας. Αν μας διαφύγει το πρόβλημα της μιμητικής αντιπαλότητας, τότε μπορεί να θεωρήσουμε τις διδασκαλίες του Ιησού σαν κάποιου είδους κοινωνική ουτοπία κι αυτό είναι λάθος. Η αλήθεια είναι, ότι τα σκάνδαλα συνιστούν μια τόσο θανάσιμη απειλή, που καμιά θυσία δεν είναι αρκετή για να γλυτώσουμε από αυτά. Με την πρώτη νύξη σκανδαλισμού, οφείλουμε να εγκαταλείπουμε το διαφιλονικούμενο αντικείμενο στους αντιπάλους μας και να υποχωρούμε ακόμα και στις πιο παράδοξες απαιτήσεις τους. Να «στρέφουμε το άλλο μάγουλο».
Εάν επιλέξουμε σαν πρότυπό μας τον Χριστό, τότε αυτομάτως επιλέγουμε το δικό του πρότυπο: τον Θεό-Πατέρα. Επειδή ο Χριστός δεν έχει καμιά επιθυμία για ατομική ιδιοκτησία, επειδή δεν επιθυμεί να κατέχει τίποτα για τον εαυτό του και μόνο, γι’ αυτό κηρύσσει τη δυνατότητα ελευθερίας από το σκάνδαλο.
Αν όμως επιλέξουμε κυριαρχικά πρότυπα, τότε θα πέσουμε σε ατέλειωτους σκανδαλισμούς, διότι στην περίπτωση αυτή πραγματικό πρότυπό μας είναι ο Σατανάς. Σαγηνευτικός πειραστής, που μας υποδεικνύει επιθυμίες οι οποίες σίγουρα θα γεννήσουν αντιπαλότητες, ο Σατανάς μάς εμποδίζει να αγγίξουμε όλα αυτά που την ίδια στιγμή μας υποβάλλει να επιθυμούμε! Μετατρέπεται σε διάβολο (μια ακόμα λέξη, που προσδιορίζει το δίπολο εμπόδιο/πρότυπο της μιμητικής αντιπαλότητας). Ο Σατανάς είναι προσωποποιημένο σκάνδαλο, όπως το ξεκαθάρισε ο Ιησούς όταν επέπληξε τον Πέτρο.
Δεδομένου ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν ακολουθούν τον Ιησού, τα σκάνδαλα θα έρχονται (Μτ, 18,7) και θα πολλαπλασιάζονται με τρόπους, που θα βάζουν σε κίνδυνο τη συλλογική επιβίωση του ανθρώπινου είδους. Για ποιο λόγο; Αν γνωρίζουμε την τρομοκρατική ισχύ της κλιμακούμενης μιμητικής επιθυμίας, τότε θα καταλάβουμε πως καμιά κοινωνία δεν είναι ικανή να την αντιμετωπίσει. Παρ’ όλα αυτά, αν και πολλές κοινωνίες εξαφανίστηκαν, νέες κοινωνίες κατόρθωσαν να γεννηθούν και πολλές από τις κατεστημένες κοινωνίες καταφέρνουν να βρουν τρόπους επιβίωσης, ή ανάκαμψης. Πώς είναι δυνατόν αυτό; Θα πρέπει να επενεργεί κάποια αντίρροπη δύναμη. Μια δύναμη, όχι τόσο ισχυρή ώστε να βάλει οριστικά τέλος στα σκάνδαλα, αλλά πάντως αρκετά ισχυρή ώστε να μετριάζει τις επιπτώσεις τους και κάπως να τα ελέγχει.
Πιστεύω πως αυτή η αντίρροπη δύναμη είναι ο μυθολογικός αποδιοπομπαίος τράγος, το θυσιαστικό θύμα του μύθου. Όταν τα σκάνδαλα πολλαπλασιάζονται, τότε οι άνθρωποι παθαίνουν τέτοια εμμονή με τους αντιπάλους τους ώστε παύουν να βλέπουν τα αντικείμενα για τα οποία ήρθαν σε αντιπαλότητα, και αρχίζουν να εστιάζουν με μανία ο ένας πάνω στον άλλο. Καθώς η εστίαση στο αντικείμενο του προτύπου μετατρέπεται σε εστίαση στο μίσος του αντιπάλου, η ιδιοποιητική μίμηση μετασχηματίζεται σε ανταγωνιστική μίμηση. Όλο και περισσότερα άτομα συσπειρώνονται εναντίον ολοένα και λιγότερων εχθρών, μέχρις ότου, τελικά, μένει μόνο ένας. Επειδή όλοι πιστεύουν στην ενοχή αυτού του τελευταίου θύματος, στρέφονται όλοι εναντίον του. Και καθώς αυτό το θύμα έχει πλέον απομονωθεί και είναι αβοήθητο, μπορούν να το εξοντώσουν χωρίς να διατρέχουν κίνδυνο αντεκδίκησης. Έτσι, μετά την εξόντωσή του, κανείς πια δεν εχθρεύεται κανέναν μέσα στην κοινότητα. Τα σκάνδαλα εξανεμίζονται και η ειρήνη επιστρέφει … για λίγο καιρό. Η επιβίωση της κοινωνίας εναντίον της απεριόριστης βίας των σκανδάλων είναι δυνατή χάρη στη μιμητική συσπείρωση όλων εναντίον ενός θύματος και της αποδυναμωμένης βίας του.
Από την ανθρώπινη σκοπιά, η βίαιη θανάτωση του Χριστού αποτελεί ένα παράδειγμα αυτής της παράξενης διαδικασίας. Πριν από το τέλος, ο Χριστός προειδοποιεί τους μαθητές του (και ιδιαίτερα τον Πέτρο), ότι θα «σκανδαλιστούν» (Μκ, 14, 27). Αυτή η χρήση του σκανδαλίζειν υπονοεί, ότι η μιμητική δύναμη που ενεργεί στην «όλοι-εναντίον-ενός» βία, είναι η ίδια βία που ενεργεί στις μιμητικές αντιπαλότητες μεταξύ των ατόμων. Προλαβαίνοντας μια γενικευμένη αναταραχή και διαλύοντας τον όχλο, η Σταύρωση αποτελεί παράδειγμα καθαρτήριας θυματοποίησης.
Υπάρχει όμως στα Ευαγγέλια μια εντυπωσιακή λεπτομέρεια, η οποία φανερώνει ανάγλυφα το είδος κάθαρσης που ακολουθεί το μιμητικό φονικό και μας επιτρέπει να τη διακρίνουμε από αυτά που ακολουθούν τη χριστιανική Σταύρωση. Στο τέλος της περιγραφής του Πάθους, ο Λουκάς γράφει: «Εκείνη τη μέρα μάλιστα ο Ηρώδης κι ο Πιλάτος συμφιλιώθηκαν μεταξύ τους· πρωτύτερα οι σχέσεις τους ήταν εχθρικές» (Λκ, 23, 12). Αυτή η συμφιλίωση του Ηρώδη με τον Πιλάτο θυμίζει εξωτερικά τη χριστιανική συμφιλιωτική Μετάληψη. Και αυτή προέρχεται από το θάνατο του Χριστού. Όμως δεν έχει καμιά σχέση με τη θεία Ευχαριστία. Η συμφιλίωση του Ηρώδη με τον Πιλάτο είναι μια «κάθαρση» ριζωμένη στη μιμητική φρενίτιδα.
Οι διώκτες του Χριστού δεν συνειδητοποιούν, ότι επιδρούν ο ένας πάνω στον άλλο μιμητικά. Η άγνοιά τους αυτή δεν απαλείφει την ευθύνη τους, αλλά τη μειώνει: «Πατέρα, συγχώρησέ τους», φωνάζει ο Χριστός, «γιατί δεν ξέρουν τι κάνουν» (Λκ, 23,34). Μια παρόμοια δήλωση στις Πράξεις (3, 17) δείχνει, πως τα λόγια αυτά πρέπει να τα πάρουμε κατά κυριολεξία. Ο Πέτρος αποδίδει τη συμπεριφορά του όχλου και των αρχηγών του στην άγνοια. Η προσωπική του πείρα από τη μιμητική φρενίτιδα που καταλαμβάνει τα πλήθη, τον προφυλάσσει και δεν θεωρεί τον εαυτό του άτρωτο από τη μιμητική επιδημία της θυματοποίησης.
Ο ρόλος του Σατανά, δηλαδή της προσωποποίησης των σκανδάλων, μας βοηθάει να κατανοήσουμε πώς τα Ευαγγέλια αντιλαμβάνονται το θέμα της μιμητικής φρενίτιδας. Στην ερώτηση: «Πώς μπορεί ο Σατανάς να διώχνει τον Σατανά;» (Μκ, 3,23), η απάντηση που δίνουν, είναι: μέσα από την ομόψυχη θυματοποίηση. Από τη μια μεριά ο Σατανάς είναι εκείνος που φέρνει το σκάνδαλο, η δύναμη που αποδιαρθρώνει τις κοινότητες. Από την άλλη, είναι η επίλυση του σκανδάλου μέσω της ομόψυχης θυματοποίησης. Αυτό το έσχατο τέχνασμα επιτρέπει στον «άρχοντα του κόσμου τούτου» να διαφυλάξει τα υποχείριά του, όταν κινδυνεύουν θανάσιμα από την αταξία που ο ίδιος έχει σπείρει. Όντας ταυτόχρονα αταξία και τάξη, ο Σατανάς διχάζεται εναντίον του εαυτού του.
Τόσο στο Μάρκο όσο και στο Ματθαίο, η περίφημη αφήγηση του μιμητικού φόνου του Ιωάννη του Βαπτιστή παρουσιάζεται με τη μορφή ενός παράξενου «φλας μπακ». Ξεκινώντας με την αναφορά στο φόβο του Ηρώδη σχετικά με τη φήμη ότι αναστήθηκε ο Ιωάννης, και προχωρώντας από εκεί πίσω στο χρόνο για να διηγηθούν τη θανάτωση του Ιωάννη, ο Μάρκος και ο Ματθαίος αποκαλύπτουν τη ρίζα αυτού του φόβου του Ηρώδη: οφειλόταν στο ότι συμμετείχε ο ίδιος αποφασιστικά σε αυτό το φονικό. Μ’ αυτό τον τρόπο οι ευαγγελιστές δίνουν ένα σύντομο αλλά πολύτιμο παράδειγμα της γένεσης των μύθων, δηλαδή της δύναμης που έχει η βία να επιβάλλει τάξη, της ικανότητάς της να ιδρύει πολιτισμό. Η φόβος του Ηρώδη ότι αναστήθηκε ο Ιωάννης, είναι ασφαλώς πρωτόγονος, αλλά το γεγονός ότι τον αναφέρουν δυο Ευαγγέλια επιβεβαιώνει, νομίζω, την ευαγγελική αυθεντικότητα της θεωρίας που θεμελιώνει τις μυθολογίες στη μιμητική θυματοποίηση.
Οι σημερινοί χριστιανοί νιώθουν συχνά κάποια αμηχανία με αυτό το εδάφιο. Ωστόσο είναι ολοφάνερο, ότι ο Μάρκος κι ο Ματθαίος δεν συμμερίζονται την αμηχανία τους. Δεν κρύβουν τις ομοιότητες αλλά αντίθετα επισύρουν την προσοχή μας σε αυτές, όπως ο Λουκάς επισύρει την προσοχή μας στις ομοιότητες ανάμεσα στη χριστιανική θεία Κοινωνία και την ανίερη συμφιλίωση μεταξύ Ηρώδη και Πιλάτου έπειτα από τη θανάτωση του Χριστού. Οι ευαγγελιστές βλέπουν κάτι το πάρα πολύ απλό και θεμελιώδες, που θα έπρεπε να το δούμε κι εμείς. Μόλις εξοικειωθούμε με τις ομοιότητες ανάμεσα στη βία της Βίβλου και τη βία των μύθων, θα καταλάβουμε γιατί η Βίβλος δεν είναι Μύθος. Θα καταλάβουμε πόσο ριζικά διαφέρει η αντίδραση απέναντι στη βία όπως περιγράφεται στη Βίβλο, από την αντίδραση που καταγράφεται στους μύθους.
Ευθύς εξαρχής, από την ιστορία του Κάιν και του Άβελ, η Βίβλος διακηρύσσει την αθωότητα των μυθικών θυμάτων και την ενοχή των θυτών τους. Καθώς έχουμε πια απομακρυνθεί από τους χρόνους της πρώτης ενθουσιώδους διάδοσης των Ευαγγελίων, αυτό το θεωρούμε πολύ φυσικό και δεν καθόμαστε ούτε μια στιγμή να σκεφτούμε, ότι στους κλασικούς μύθους συμβαίνει το αντίθετο: εδώ, οι διώκτες παρουσιάζονται πάντοτε σαν να έχουν κάποιο βάσιμο λόγο που καταδιώκουν τα θύματά τους. Οι διονυσιακοί μύθοι παρουσιάζουν ακόμα και τα πιο αποτρόπαια λυντσαρίσματα σαν νόμιμα. Στις «Βάκχες», η μητέρα και οι αδελφές του Πενθέα έχουν δίκιο που τον σκοτώνουν: η ασέβειά του προς τον θεό Διόνυσο είναι μεγάλο σφάλμα και νόμιμα επισύρει το θάνατό του. Ακόμα και ο Οιδίπους παρουσιάζεται σαν άξιος της μοίρας του. Σύμφωνα με το μύθο, πράγματι σκότωσε τον πατέρα του και νυμφεύτηκε τη μητέρα του, και γι’ αυτό είναι υπεύθυνος για την πανούκλα που έπληξε τη Θήβα. Ο εξοστρακισμός του δεν είναι απλώς επιτρεπτή πράξη· είναι θρησκευτικό καθήκον.
Ακόμη κι όταν δεν κατηγορούνται για κανένα έγκλημα, τα θύματα των μύθων θεωρούνται άξια να θανατωθούν και η αθωότητά τους δεν αφαιρεί ίχνος νομιμότητας από το φόνο τους. Στον Βεδικό μύθο του Πουρούσα για παράδειγμα, δεν έχει προηγηθεί καμιά άδικη πράξη. Κι όμως, ο σφαγιαστικός τεμαχισμός του παρουσιάζεται σαν θεάρεστο έργο: τα κομμάτια του Πουρούσα ήταν απαραίτητα για να δημιουργηθούν οι τρεις μεγάλες κάστες, που αποτελούν το θεμέλιο της ινδικής κοινωνίας. Στο Μύθο δικαιολογείται πάντοτε η βίαιη θανάτωση. Εάν η βία των μύθων είναι καθαρά μιμητική ‒ αν μοιάζει με το Πάθος του Χριστού, όπως λέει ο ίδιος ‒, τότε όλες αυτές οι δικαιολογήσεις είναι ψεύτικες, φανταστικές. Όμως αυτοί οι ίδιοι οι μύθοι δεν μπορεί να είναι εντελώς φανταστικοί. Είναι φανερό ότι όλοι τους αντιστρέφουν συστηματικά το ποιος είναι αθώος και ποιος ένοχος. Σίγουρα είναι ψέματα, αλλά είναι τα ψέματα ακριβώς που απαιτεί η μυθική μιμητική φρενίτιδα: η ψευδής κατηγορία διαδίδεται μιμητικά μέσα σε μια ταραγμένη ανθρώπινη κοινότητα έως το σημείο εκείνο, που τα σκάνδαλα προκαλούν την πόλωση εναντίον του μοναχικού αποδιοπομπαίου τράγου, η θανάτωση του οποίου ενώνει και πάλι την κοινότητα. Ο μηχανισμός παραγωγής των μύθων είναι η μιμητική φρενίτιδα, η οποία κρύβεται πίσω από το μύθο που η ίδια γεννά.
Δεν υπάρχει κανένα μυστικό στις δικαιολογήσεις που συναντάμε στους μύθους. Οι στερεοτυπικές κατηγορίες του βίαιου όχλου κατασκευάζονται πάρα πολύ εύκολα όποτε χρειάζεται να βρεθεί ένας αποδιοπομπαίος τράγος. Στα Ευαγγέλια ωστόσο, ο μηχανισμός κατασκευής αποδιοπομπαίων τράγων είναι τελείως ορατός, διότι εδώ συναντάει αντίσταση και δεν μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά. Η αντίσταση στη μιμητική μετάδοση εμποδίζει το σχηματισμό μύθου. Κάτω από το φως των Ευαγγελίων, το συμπέρασμα είναι αδιαφιλονίκητο: οι μύθοι είναι η φωνή των κοινοτήτων που παραδίνονται ομόψυχα στη μιμητική φρενίτιδα της θυματοποίησης.
Την ερμηνεία αυτή ενισχύει το πάντοτε αισιόδοξο τέλος των μύθων. Η σύνδεση ανάμεσα στην ενοχή του θύματος και τη συμφιλίωση της κοινότητας είναι πάρα πολύ συχνή για να είναι τυχαία. Η μόνη δυνατή εξήγηση γι’ αυτήν, είναι η διαστρεβλωμένη παρουσίαση της ομόψυχης θυματοποίησης. Η βίαιη διαδικασία είναι αποτελεσματική μόνο όταν παραπλανά όλους τους παρευρισκόμενους και, στην περίπτωση των μύθων, αυτό αποδεικνύεται από την αρμονική και καθαρτήρια κατάληξη που ριζώνει πάνω σ’ ένα εντελώς ομόψυχο φονικό.
Ακούμε στις μέρες μας, ότι πίσω από κάθε κείμενο κι από κάθε συμβάν υπάρχει ένας απεριόριστος αριθμός ερμηνειών, που όλες τους έχουν πάνω-κάτω την ίδια αξία. Η αποκάλυψη της μιμητικής θυματοποίησης κάνει ολοφάνερο τον παραλογισμό αυτής της άποψης. Απέναντι στη μιμητική φρενίτιδα μπορούν να υπάρξουν μόνο δυο αντιδράσεις, που διαφέρουν καταλυτικά η μια από την άλλη: είτε παραδίνεται κανείς κι ενώνεται με τον διώκτη όχλο, είτε αντιστέκεται και υψώνει μόνος του το ανάστημά του. Η πρώτη αντίδραση είναι αυτή της ομόψυχης αυτοεξαπάτησης, την οποία αποκαλούμε Μυθολογία. Η δεύτερη είναι ο δρόμος της αλήθειας, αυτός που ακολουθεί η Βίβλος.
Τα Ευαγγέλια δεν επιρρίπτουν τη θυματοποίηση στα θύματα αλλά στους θύτες. Αυτό που συστηματικά αποκρύπτουν οι μύθοι, η Βίβλος το αποκαλύπτει. Τούτη η διαφορά δεν είναι «ηθικιστική» (όπως νόμιζε ο Νίτσε), ούτε είναι ζήτημα υποκειμενικής επιλογής. Είναι ζήτημα αλήθειας. Όταν η Βίβλος και τα Ευαγγέλια λένε, ότι τα θύματα θα έπρεπε να σωθούν, δεν το λένε απλώς από «ευσπλαχνία» προς αυτά. Δείχνουν με το δάκτυλο την απάτη της ομόψυχης θυματοποίησης, την οποία οι ιδρυτικοί μύθοι χρησιμοποιούν για να επιλύονται οι κρίσεις και για να επανέρχεται η τάξη στις ανθρώπινες κοινότητες.
Όταν εξετάζουμε τους μύθους κάτω από το φως των Ευαγγελίων, γίνονται κατανοητές ακόμα κι οι πιο αινιγματικές πλευρές τους. Δείτε για παράδειγμα τις αναπηρίες και τις ανωμαλίες, που φαίνεται να μαστίζουν πάντοτε τους μυθικούς ήρωες. Ο Οιδίπους είναι κουτσός, όπως και πάρα πολλοί μυθικοί ήρωες και θεότητες. Κάποιοι έχουν ένα μόνο πόδι, ή μόνο ένα χέρι, ή είναι μονόφθαλμοι, ή τυφλοί, καμπούρηδες, κ.ο.κ. Άλλοι είναι ασυνήθιστα ψηλοί ή υπερβολικά κοντοί. Ορισμένοι έχουν κάποια χαρακτηριστική δερματοπάθεια, ή το σώμα τους μυρίζει τόσο που οι άνθρωποι φεύγουν μακριά. Ακόμα κι οι ελαχιστότερες αναπηρίες και ιδιαιτερότητες προξενούν αμηχανία στον όχλο. Έτσι, όταν προκύψει κάποια αναταραχή, αυτοί που τις έχουν επιλέγονται συνήθως για θύματα. Ο τρομερά μεγάλος αριθμός των ανάπηρων και των τερατόμορφων μεταξύ των μυθικών ηρώων πρέπει να είναι στατιστικό επακόλουθο του είδους θυματοποίησης, που γεννά τη Μυθολογία. Όπως και ο πολύ μεγάλος αριθμός των «ξένων»: σε όλες τις απομονωμένες ομάδες, οι ξένοι γεννούν μια περιέργεια που γρήγορα μπορεί να εξελιχθεί σε εχθρότητα, όταν επικρατήσει κάποιος πανικός. Η μιμητική βία είναι ουσιαστικά παραπλανημένη. Επειδή δεν έχει αληθινά σοβαρούς λόγους, επιλέγει τα θύματά της με βάση κάποια αμελητέα σημάδια ή ψευτο-αίτια, τα οποία μπορούμε να εντοπίσουμε ως κατεξοχήν αναγνωριστικά σημάδια της θυματοποίησης.
Στη Βίβλο, τα ψευδή ή ασήμαντα αίτια της μυθικής βίας παραμερίζονται τελείως με την απλή και σαρωτική φράση «Με μίσησαν χωρίς καμιά αιτία» (Ιω., 15,25), με την οποία ο Ιησούς παραπέμπει και ουσιαστικά συνοψίζει τον 35ο Ψαλμό, έναν από τους «ψαλμούς αποδιοπομπαίου τράγου» που κυριολεκτικά ανατρέπει τις μυθικές δικαιολογήσεις του όχλου: αντί να μιλάει ο όχλος θέλοντας να δικαιολογήσει τη βία του μες από διάφορες ψεύτικες αιτίες, τις οποίες νομίζει νόμιμες, εδώ μιλάει το θύμα και καταγγέλλει αυτές τις αιτίες ως ανύπαρκτες.
Αν θέλουμε να ερμηνεύσουμε τους αρχαϊκούς μύθους, πρέπει ν’ ακολουθήσουμε τη μέθοδο που συστήνει ο Ιησούς και στη θέση των ψευδών μυθικών αιτίων/δικαιολογήσεων να βάλουμε αυτό το χωρίς καμιά αιτία. Έχω την εντύπωση, ότι στη βυζαντινή αυτοκρατορία θεωρούσαν την τραγωδία του Οιδίποδα σαν κάτι ανάλογο με τα Πάθη του Χριστού. Αν αυτό αληθεύει, τότε εκείνοι οι πρώιμοι ανθρωπολόγοι προσέγγιζαν το σωστό πρόβλημα από τη λάθος μεριά. Περιστέλλοντας τα Ευαγγέλια σε ένα τετριμμένο μύθο, ανακάτευαν το ευαγγελικό φως με τη μυθολογία. Σωστό είναι το αντίθετο: να φωτίσουμε το σκοτάδι του Μύθου με το φως των Ευαγγελίων.
Αν η ομόψυχη θυματοποίηση συμφιλιώνει και αναδιοργανώνει τις κοινωνίες στο βαθμό που παραμένει συγκαλυμμένη, τότε πρέπει να χάνει την αποτελεσματικότητά της σε ευθεία συνάρτηση με την αποκάλυψή της. Όταν το μυθικό ψεύδος αποκαλύπτεται δημόσια, τότε η πόλωση των σκανδάλων παύει να είναι ομόψυχη και η κοινωνική κάθαρση αποδυναμώνεται κι εξαφανίζεται. Αντί να συμφιλιώνει την κοινότητα, η θυματοποίηση ενισχύει τώρα τις διαιρέσεις και τις διαφωνίες.
Αυτές οι αποδιοργανωτικές συνέπειες πρέπει να είναι αισθητές στα Ευαγγέλια· και πράγματι είναι. Στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο για παράδειγμα, οτιδήποτε κάνει και λέει ο Ιησούς προκαλεί διχασμούς. Ο συγγραφέας του Ευαγγελίου όχι μόνο δεν αποσιωπά, ούτε μειώνει αυτό το γεγονός, αλλά αντίθετα επισύρει διαρκώς την προσοχή μας σε αυτό. Παρόμοια, στο κατά Ματθαίον ο Ιησούς λέει: «Δεν ήρθα για να φέρω την ειρήνη, αλλά τη μάχαιρα» (Μτ, 10, 34). Εάν η μοναδική ειρήνη που έχει ποτέ χαρεί η ανθρωπότητα, εξαρτάται από την ασυνείδητη θυματοποίηση, τότε η συνείδηση που φέρουν τα Ευαγγέλια στον κόσμο δεν μπορεί παρά να την καταστρέψει.
Η εικόνα του Σατανά ‒ «ψεύτης και πατέρας του ψεύδους» (Ιω, 8,44) ‒ εκφράζει και αυτή τούτη την αντίθεση ανάμεσα στη μυθική συγκάλυψη και την ευαγγελική αποκάλυψη της θυματοποίησης. Η Σταύρωση ως ήττα του Σατανά, η προφητεία του Ιησού ότι «τελείωσε η κυριαρχία» του Σατανά (Μκ, 3,26), συνεπάγεται ένα λιγότερο εύτακτο κόσμο από εκείνο, στον οποίον ο Σατανάς είναι τελείως ελεύθερος. Η Καινή Διαθήκη (τόσο τα συνοπτικά Ευαγγέλια όσο και η Αποκάλυψη) δεν κλείνει με την καθησυχαστική αρμονία των μύθων, αλλά ανοίγει αποκαλυπτικές προοπτικές. Για να κερδίσει «την ειρήνη, που ξεπερνά τον ανθρώπινο νου», η ανθρωπότητα πρέπει ν’ αφήσει πίσω της την παλιά, μερική ειρήνη, η οποία ρίζωνε στη θυματοποίηση· κι αυτό δεν γίνεται χωρίς να υπάρξει μεγάλη αναστάτωση. Η αποκαλυπτική διάσταση δεν είναι κάποιο ξένο στοιχείο, που θα έπρεπε ν’ αφαιρεθεί από την Καινή Διαθήκη για να «βελτιωθεί» ο χριστιανισμός. Είναι αναπόσπαστο στοιχείο της χριστιανικής αποκάλυψης.
Ο Σατανάς προσπαθεί να κλείσει το στόμα του Ιησού μέσα από την ίδια εκείνη διαδικασία, την οποία ανατρέπει ο Ιησούς. Έχει κάθε λόγο να πιστεύει πως το παλιό μιμητικό τέχνασμά του θα προκαλέσει, αυτή τη φορά με θύμα τον ίδιο τον Ιησού, ό,τι προκαλούσε ανέκαθεν: έναν ακόμα μύθο κλασικού τύπου, ένα κλειστό σύστημα μυθικών ψεμάτων. Έχει κάθε λόγο να πιστεύει ο Σατανάς, πως η μιμητική μετάδοση εναντίον του Ιησού θ’ αποδειχτεί γι’ άλλη μια φορά ακατανίκητη και πως έτσι θα συντριβεί η αποκάλυψη.
Οι προσδοκίες του Σατανά δεν ευοδώνονται. Τα Ευαγγέλια κάνουν καταρχήν όλα όσα έκανε προηγουμένως και η Βίβλος: υπερασπίζουν και αποκαθιστούν ένα θυματοποιημένο προφήτη, ένα θύμα που κατηγορήθηκε άδικα. Όμως, πέρα από αυτό, δίνουν οικουμενική διάσταση σ’ αυτή την υπεράσπιση και αποκατάσταση. Δείχνουν, ότι από καταβολής κόσμου τα θύματα όλων των φονικών που έμοιαζαν στο θείο Πάθος, υπήρξαν θύματα της ίδιας μιμητικής φρενίτιδας που θυματοποίησε τον Ιησού. Τα Ευαγγέλια ολοκληρώνουν αυτή την αποκάλυψη. Δίνουν στη βιβλική καταγγελία της ειδωλολατρείας μια συγκεκριμένη απόδειξη του πόσο ψεύτικους θεούς και πόσο βίαια πολιτισμικά συστήματα γέννησε. Αυτή είναι η αλήθεια, που απουσιάζει από τη Μυθολογία, η αλήθεια που ανατρέπει το βίαιο σύστημα του κόσμου τούτου. Αν τα Ευαγγέλια ήταν κι αυτά μύθοι, τότε δεν θα μπορούσαν να παράσχουν τη γνώση που απομυθοποιεί την Μυθολογία.
Παρ’ όλα αυτά ο Χριστιανισμός δεν περιστέλλεται σε ένα λογικό σχήμα. Η αποκάλυψη της ομόψυχης θυματοποίησης δεν μπορεί ν’ αγκαλιάσει μια ολόκληρη κοινότητα. Αν συνέβαινε αυτό, τότε δεν θα ήταν αποκάλυψη. Μπορεί να είναι μόνο το κατόρθωμα μιας διαφωνούσας μειοψηφίας, που έχει τα κότσια να προκαλέσει την κατεστημένη αλήθεια αλλά και που ταυτόχρονα είναι αρκετά μικρή, ώστε να μην προξενήσει ένα νέο επεισόδιο σχεδόν ομόψυχης θυματοποίησης. Ωστόσο μια τέτοια μειοψηφία είναι τρομερά εύθραυστη και, υπό κανονικές συνθήκες, θα την κατάπινε η μιμητική φρενίτιδα. Η αποκάλυψη είναι ανθρωπίνως αδύνατη.
Στα περισσότερα βιβλικά κείμενα, η διαφωνούσα μειοψηφία παραμένει αόρατη. Όμως στα Ευαγγέλια ταυτίζεται με την ομάδα των πρώτων χριστιανών. Τα Ευαγγέλια διεκτραγωδούν αυτό που είναι ανθρωπίνως αδύνατο, τονίζοντας την αδυναμία των Μαθητών ν’ αντισταθούν στον όχλο κατά τη διάρκεια του Πάθους (ειδικά του Πέτρου, που απαρνείται τρεις φορές τον Χριστό στην αυλή του αρχιερέα). Κι όμως, μετά τη Σταύρωση (που κανονικά θα έπρεπε να κάνει τα πράγματα χειρότερα από κάθε άλλη φορά) αυτή η αξιολύπητη χούφτα αδύναμων ανθρώπων καταφέρνουν ξαφνικά αυτό που δεν είχαν κατορθώσει όταν ακόμα ο Ιησούς ήταν ακόμα δίπλα τους για να τους βοηθήσει: διατρανώνουν με θάρρος την αθωότητα του θύματος προκαλώντας ανοιχτά τους θύτες και γίνονται οι ατρόμητοι Απόστολοι της πρώτης Εκκλησίας!
Γι’ αυτή την αλλαγή είναι φυσικά υπεύθυνη η Ανάσταση. Ωστόσο ακόμα κι αυτό το συγκλονιστικό θαύμα δεν θ’ αρκούσε για να μεταμορφώσει τόσο ολοκληρωτικά αυτούς τους ανθρώπους εάν παρέμενε ένα μεμονωμένο θαύμα και δεν ήταν η πρώτη εκδήλωση της λυτρωτικής δύναμης του Σταυρού. Η ανθρωπολογική ανάλυση μάς επιτρέπει να πούμε ότι, όπως ακριβώς η αποκάλυψη του χριστιανικού θύματος διαφέρει από τις μυθικές αποκαλύψεις επειδή δεν ριζώνει στην αυταπάτη για την δήθεν ενοχή του αποδιοπομπαίου τράγου, έτσι και η χριστιανική Ανάσταση διαφέρει από τις μυθικές αναστάσεις επειδή οι μάρτυρές της είναι άνθρωποι που τελικά κατορθώνουν να γλυτώσουν από τη φρενίτιδα της θυματοποίησης (όπως ο Πέτρος και ο Παύλος) και όχι άνθρωποι που παγιδεύονται από αυτήν (όπως ο Ηρώδης κι ο Πιλάτος). Η χριστιανική Ανάσταση είναι αναγκαία προϋπόθεση της καθαρά ανθρωπολογικής αποκάλυψης της ομόψυχης θυματοποίησης και της απομυθοποίησης των μυθικών αναστάσεων.
Ο θάνατος του Χριστού είναι πηγή Χάριτος, όχι επειδή μέσω αυτού ο Πατέρας «πήρε την εκδίκησή του», αλλά επειδή ο Ιησούς έζησε και πέθανε με τέτοιο τρόπο που αν τον υιοθετήσουν όλοι, θα λήξουν τα σκάνδαλα και η θυματοποίηση που πηγάζει από αυτά. Ο Χριστός έζησε όπως θα έπρεπε να ζουν οι άνθρωποι για να είναι ενωμένοι μ’ ένα Θεό, την αληθινή φύση του οποίου μάς αποκάλυψε.
Υπακούοντας εντελώς στις αντιμιμητικές οδηγίες Του, ο Χριστός δεν έχει την παραμικρή ροπή προς τη μιμητική αντιπαλότητα και θυματοποίηση. Και, παραδόξως, πεθαίνει εξαιτίας αυτής της τέλειας αθωότητάς του. Γίνεται θύμα της διαδικασίας, από την οποία θ’ απελευθερώσει την ανθρωπότητα. Όταν έστω κι ένας μόνο άνθρωπος ακολουθεί τις οδηγίες της Βασιλείας του Θεού, φαίνεται πως γίνεται μια πρόκληση που δεν μπορούν ν’ ανεχτούν όσοι δεν κάνουν το ίδιο· κι έτσι αυτός ο άνθρωπος γίνεται αυτόματα θύμα όλων των ανθρώπων. Αυτό το παράδοξο αποκαλύπτει πλήρως «την αμαρτία του κόσμου τούτου», την ανικανότητα του ανθρώπου ν’ απελευθερώσει τον εαυτό του από τη βιαιότητά του.
Όσο ζούσε ο Χριστός, η διαφωνούσα μειοψηφία εκείνων που αντιστέκονται στη μιμητική φρενίτιδα περιορίζεται ουσιαστικά σε ένα μόνο άνθρωπο: στον ίδιο τον Ιησού, οποίος είναι το πιο αυθαίρετα επιλεγμένο θύμα (επειδή αξίζει τη βίαιη θανάτωσή του λιγότερο από οποιονδήποτε άλλον) και ταυτόχρονα το λιγότερο αυθαίρετα επιλεγμένο θύμα (επειδή η τελειότητά του είναι μια ασυγχώρητη ύβρις προς τον βίαιο κόσμο). Είναι ο εκλεκτός αποδιοπομπαίος τράγος, το αρνί του Θεού, που όλοι μας επιλέγουμε ασυνείδητα ακόμα κι όταν δεν έχουμε επίγνωση ότι θυματοποιούμε.
Όταν ο Χριστός πεθαίνει μόνος κι εγκαταλειμμένος από τους μαθητές του, οι διώκτες του συμφιλιώνονται και πάλι. Εάν τα Ευαγγέλια προσπαθούσαν ν’ αφηγηθούν ένα μύθο, τότε η αλήθεια που προσπάθησε ν’ αποκαλύψει ο Χριστός θα θαβόταν μια για πάντα· και τότε θα είχε στρωθεί το έδαφος για τη θριαμβευτική αποκάλυψη του μυθικού θύματος ως θείας πηγής αναδιοργάνωσης της κοινωνίας μέσα από την «καλή» βία του αποδιοπομπαίου τράγου, η οποία τερματίζει την κακή μιμητική βία που είχε απειλήσει θανάσιμα την κοινωνία.
Όταν ο Χριστός πεθαίνει μόνος κι εγκαταλειμμένος από τους μαθητές του, οι διώκτες του συμφιλιώνονται και πάλι. Εάν τα Ευαγγέλια προσπαθούσαν ν’ αφηγηθούν ένα μύθο, τότε η αλήθεια που προσπάθησε ν’ αποκαλύψει ο Χριστός θα θαβόταν μια για πάντα· και τότε θα είχε στρωθεί το έδαφος για τη θριαμβευτική αποκάλυψη του μυθικού θύματος ως θείας πηγής αναδιοργάνωσης της κοινωνίας μέσα από την «καλή» βία του αποδιοπομπαίου τράγου, η οποία τερματίζει την κακή μιμητική βία που είχε απειλήσει θανάσιμα την κοινωνία.
Ο άμεσος λόγος που αυτή τη φορά δεν έχουμε ένα μύθο περί θανάτου και ανάστασης ― ο λόγος που στο τέλος κατατροπώνεται ο Σατανάς ―, είναι η ξαφνική έκρηξη θάρρους που συμβαίνει στους Μαθητές. Όμως αυτή η δύναμη δεν προέρχεται από τους ίδιους. Πηγάζει ολοφάνερα από τον θάνατο του Ιησού. Η θεία Χάρη κάνει τους Μαθητές να μοιάσουν περισσότερο με το Χριστό, ο οποίος, πριν από το θάνατό του, τους είχε αναγγείλει ότι θα τους βοηθούσε το Άγιο Πνεύμα, το Πνεύμα της Αλήθειας. Αυτός είναι, πιστεύω, ένας λόγος για τον οποίον το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο αποκαλεί το Πνεύμα του Θεού «Παράκλητο», μια ελληνική λέξη που σημαίνει πολύ απλά τον συνήγορο υπεράσπισης, αυτόν που υπερασπίζεται τον κατηγορούμενο ενώπιον του δικαστηρίου. Μεταξύ άλλων πραγμάτων, ο Παράκλητος είναι ο αντίπαλος του Κατήγορου: το Πνεύμα της Αλήθειας, που καταρρίπτει οριστικά το σατανικό ψεύδος. Να γιατί ο Παύλος γράφει: «Μιλώ για το σοφό σχέδιο του Θεού, που έμεινε κρυμμένο από τους ανθρώπους […] Αυτό, καμιά από τις δυνάμεις που κυβερνούν αυτόν εδώ τον κόσμο, δεν το κατάλαβε· γιατί αν το είχαν καταλάβει, δεν θα σταύρωναν τον Κύριο της δόξας» (Προς Κορινθίους, Α΄, 2,7-8).
Η αληθινή Ανάσταση δεν στηρίζεται στο μυθικό ψεύδος, που θέλει το θύμα να είναι ένοχο και ν’ αξίζει να θανατωθεί. Στηρίζεται στην κατάρριψη αυτού του ψεύδους, η οποία έρχεται από τον αληθινό Θεό και ανοίγει ξανά διαύλους επικοινωνίας, που η ανθρωπότητα είχε κλείσει από μόνη της παγιδευμένη στους δικούς της βίαιους πολιτισμούς. Μόνο η θεία Χάρη μπορεί να εξηγήσει γιατί, μετά από την Ανάσταση, μπόρεσαν οι Μαθητές να γίνουν η διαφωνούσα μειοψηφία μέσα σ’ έναν ωκεανό θυματοποίησης και πώς μπόρεσαν να κατανοήσουν τότε, αυτό που δεν καταλάβαιναν νωρίτερα: την αθωότητα όχι μόνο του Χριστού αλλά και όλων των από καταβολής κόσμου θυμάτων των φονικών που μοιάζουν με το θείο Πάθος.
First Things,τχ 62 (Απρίλιος 1996) Μετάφραση Γιάννης Δ. Ιωαννίδης
Πηγή: www.antifono.gr
Η «Μακεδονική» των Σκοπίων και τα περί σλαβομακεδονικής μειονότητας
Άθρο του Γεωργίου Μπαμπινιώτη στο ΒΗΜΑ
Είναι αληθινά άξιο περιεργείας (και μελέτης) πώς μια τόσο μικρή χώρα, τα Σκόπια, μπορεί να έχει τόσο μεγάλες φιλοδοξίες (και απαιτήσεις) αλλά και τόσο μικρή επαφή με την πραγματικότητα. Επειδή μάλιστα τις τελευταίες εβδομάδες στην (έξωθεν υπαγορευόμενη) πολιτική των Σκοπίων «παίζει» και το θέμα τής γλώσσας, τής (ψευδώνυμης) «μακεδονικής» γλώσσας των Σκοπίων και τής (επινοηθείσης) «μειονότητας» που μιλάει δήθεν επίσης τη «Μακεδονική» των Σκοπίων, αξίζει να πούμε τα πράγματα με το «επιστημονικό» όνομά τους, όπως το έχουμε ήδη κάνει από το 1992 με τον συλλογικό τόμο που εκδώσαμε με τίτλο «Η γλώσσα τής Μακεδονίας: Η αρχαία Μακεδονική και η ψευδώνυμη γλώσσα των Σκοπίων»1 (Ας σημειωθεί ότι η Ελληνική Πολιτεία δεν έστερξε ποτέ – μολονότι ζητήθηκε – να προβεί σε έκδοση τού βιβλίου στην αγγλική γλώσσα, ώστε να γίνουν ευρύτερα γνωστές οι ελληνικές επιστημονικές θέσεις επί τού θέματος.)
Οσο ενδιαφέρει το θέμα μας και για να καταλάβει ο αναγνώστης τι πράγματι συμβαίνει, εξηγούμε ότι έχουμε τρεις γλώσσες που είτε διαφέρουν τελείως μεταξύ τους (η Ελληνική τής Μακεδονίας από τη σερβοβουλγαρική γλώσσα των Σκοπίων καθώς και από τη βουλγαρικής προελεύσεως διάλεκτο που είναι γνωστή ως Σλαβομακεδόνικα) είτε διαφέρουν μερικώς (η Σερβοβουλγαρική των Σκοπίων από το βουλγαρικό ιδίωμα που μιλήθηκε – σε περιορισμένη έκταση – σε συνοριακές περιοχές τής Ελλάδος από έλληνες ομιλητές, οι οποίοι μαζί με την Ελληνική γνώριζαν – οι μεγαλύτερες ηλικίες – και τα λεγόμενα Σλαβομακεδόνικα).
Οσο ενδιαφέρει το θέμα μας και για να καταλάβει ο αναγνώστης τι πράγματι συμβαίνει, εξηγούμε ότι έχουμε τρεις γλώσσες που είτε διαφέρουν τελείως μεταξύ τους (η Ελληνική τής Μακεδονίας από τη σερβοβουλγαρική γλώσσα των Σκοπίων καθώς και από τη βουλγαρικής προελεύσεως διάλεκτο που είναι γνωστή ως Σλαβομακεδόνικα) είτε διαφέρουν μερικώς (η Σερβοβουλγαρική των Σκοπίων από το βουλγαρικό ιδίωμα που μιλήθηκε – σε περιορισμένη έκταση – σε συνοριακές περιοχές τής Ελλάδος από έλληνες ομιλητές, οι οποίοι μαζί με την Ελληνική γνώριζαν – οι μεγαλύτερες ηλικίες – και τα λεγόμενα Σλαβομακεδόνικα).
* Η Ελληνική τής Μακεδονίας
Είναι η κατ’ εξοχήν Μακεδονική, δηλαδή η Ελληνική που μιλούσαν οι Ελληνες τής Μακεδονίας από την αρχαιότητα και – στην εξέλιξή της – μέχρι σήμερα. Πρόκειται για τη γλώσσα τού Φιλίππου, τού Μεγάλου Αλεξάνδρου και των άλλων Ελλήνων τής αρχαίας Μακεδονίας, για μια αρχαία δηλαδή ελληνική διάλεκτο δωρικού περισσότερο χαρακτήρα2, που χρησιμοποιήθηκε κυρίως στον προφορικό λόγο, αφού στον γραπτό λόγο και στον επίσημο προφορικό λόγο υιοθετήθηκε νωρίς, για πολιτικούς λόγους, η αττική διάλεκτος στην οποία σώζονται χιλιάδες επιγραφών από τη Μακεδονία.
* Η Σερβοβουλγαρική των Σκοπίων
* Η Σερβοβουλγαρική των Σκοπίων
Είναι η πρόσφατη – μέσα τού 20ού αιώνα – γλώσσα τού κράτους των Σκοπίων (το οποίο ιδρύθηκε, ως γνωστόν, επί Τίτο το 1944). Πρόκειται για μία βουλγαρική γλώσσα (ο αρχικός πληθυσμός τής περιοχής ήταν βουλγαρικός και πάντοτε οι Βούλγαροι διεκδικούσαν αυτή την περιοχή που θεωρούσαν δική τους – άλλωστε οι κάτοικοι τής περιοχής ονομάζονταν Bugari3 «Βούλγαροι»!). Η γλώσσα αυτή, με τεχνητό καθαρώς τρόπο, από ομάδα γλωσσολόγων που συγκροτήθηκε επί τούτω «εκσερβίστηκε» (!), εισήχθησαν δηλαδή σε αυτήν λεξιλόγιο και γραμματικά στοιχεία από τις γύρω περιοχές που μιλούσαν Σερβικά, ώστε να μειωθεί ο βουλγαρικός γλωσσικός χαρακτήρας της και να αποκτήσει σερβική γλωσσική μορφή, που ήταν απαίτηση τής Ενωμένης Σερβίας τού Τίτο, τής Γιουγκοσλαβικής δηλαδή Δημοκρατίας. Αρα, η γλώσσα των Σκοπίων είναι μια σερβοβουλγαρική γλώσσα4, μια τεχνητά εκσερβισμένη Βουλγαρική, που επιβλήθηκε ως επίσημη γλώσσα για προφανείς λόγους και που οι Βούλγαροι την ονόμασαν «κολισεφσκική» γλώσσα (ως επινόηση και εκτέλεση τού σκοπιανού πολιτικού Κολισέφσκι!). Από μόνοι τους οι Σκοπιανοί έδωσαν σε αυτή τη γλώσσα, τη Σερβοβουλγαρική, την παραπλανητική και ψευδώνυμη ονομασία «Μακεδονική» (!), ώστε να αποφύγουν τις βουλγαρικές διεκδικήσεις και να αποκρύψουν μαζί τη βουλγαρική προέλευση τής γλώσσας τους. Περαιτέρω, για να ιδιοποιηθούν με τον τρόπο αυτόν μιαν ονομασία (Μακεδονική) που τους προσέδιδε κύρος και ιστορικό βάθος (μέσω τής πλαστής ταύτισής τους με το ένδοξο και παγκοσμίως γνωστό όνομα τής Μακεδονίας τού Μ. Αλεξάνδρου) και, τέλος, – επειδή το θράσος τους δεν έχει όρια… (ας θυμηθούμε το αεροδρόμιο «Μ. Αλέξανδρος» των Σκοπίων (!) και τους σκοπιανούς στρατιώτες με αρχαιοελληνική ενδυμασία και σάρισα (!) που υποδέχτηκαν στα Σκόπια τον αρχηγό τής φυλής των Χούνζα στο Πακιστάν ως απογόνους τού Μ. Αλεξάνδρου (!) – για να προβούν σε πιθανές διεκδικήσεις οψέποτε θα δινόταν ευκαιρία αλλαγής των συνόρων στα Βαλκάνια. Με την ανοχή και την αβελτηρία τής επίσημης Ελληνικής Πολιτείας (μην ξεχνάμε ότι στις δεκαετίες ’70 και ’80 εθεωρείτο «εθνικιστικό» να μιλάς για τις παραχαράξεις των Σκοπιανών, στην εποχή δε τού Τίτο, για άλλους λόγους η αναφορά σε τέτοια θέματα εθεωρείτο ταμπού!) η ονομασία «Μακεδονία» για τα Σκόπια και «μακεδονική γλώσσα» για τη Σερβοβουλγαρική των Σκοπίων διαδόθηκαν ευρύτερα και σχεδόν καθιερώθηκαν διεθνώς, δίνοντας έτσι το μοναδικό επιχείρημα που, με κάποια δόση αληθείας, υπερχρησιμοποιούν οι Σκοπιανοί.
* Τα Σλαβομακεδόνικα
Είναι μια διάλεκτος ελάχιστων ελληνοβουλγαρικών συνοριακών περιοχών, όπου ένας μικρός αριθμός Ελλήνων παράλληλα με την Ελληνική γνώριζαν (οι παλαιότεροι) και μια βουλγαρικής προελεύσεως διάλεκτο, όπως συμβαίνει ανέκαθεν και παγκοσμίως με μερικές συνοριακές ομάδες τού πληθυσμού πλείστων χωρών. Ας σημειωθεί ότι λόγω τού δίγλωσσου χαρακτήρα των ομιλητών και λόγω τής διαφορετικής βουλγαρικής διαλεκτικής προέλευσής της και, βεβαίως, λόγω τού ότι αυτή η (αποκλειστικά προφορική) διάλεκτος δεν εκσερβίστηκε, όπως η Βουλγαρική των Σκοπίων, τα Σλαβομακεδόνικα δεν ταυτίζονται με τη Σερβοβουλγαρική των Σκοπίων. Τα Σκόπια, βεβαίως, με (αμερικανικής εμπνεύσεως;) Γκρουεφσκική επινόηση άρχισαν πρόσφατα να προκαλούν, ισχυριζόμενα ότι τα Σλαβομακεδόνικα είναι η ίδια δήθεν γλώσσα με την ψευδώνυμη «Μακεδονική» των Σκοπίων και άρα στην Ελλάδα υπάρχει λόγω τής γλώσσας σκοπιανή μειονότητα, που πρέπει να αναγνωρίσει η Ελλάδα!.. Πρόκειται για παρανοϊκή σύλληψη, που προσφέρεται για ευφάνταστη θεατρική παράσταση με πιθανό τίτλο «Από τον Κολισέφσκι στον Γκρούεφσκι»!
* Οι τρεις γλωσσικές παραχαράξεις
Από τη σύντομη αυτή προσέγγιση ενός πολύ μεγάλου στη σημασία του θέματος με ποικίλες προεκτάσεις (εθνικές, πολιτικές, ιστορικές, πολιτισμικές κ.ά.) φαίνονται, νομίζω, οι γλωσσικές παραχαράξεις που έχουν διαπραχθεί από πολιτικά, κυρίως, πρόσωπα μιας μικρής χώρας που δεν τη χωρίζει, στην πραγματικότητα, τίποτε από την Ελλάδα. Πρώτη γλωσσική παραχάραξη είναι εκείνη τού ονόματος των Σκοπίων, που ανεχτήκαμε – είναι αλήθεια και είναι δική μας ασυγχώρητη ιστορική ευθύνη – να ονομασθεί Μακεδονία ό,τι προηγουμένως αποκαλείτο «περιοχή τού Βαρδάρη» (Vardarska Banovina). Δεύτερη γλωσσική παραχάραξη τής Βουλγαρικής ή Σερβοβουλγαρικής γλώσσας των Σκοπίων ως Μακεδονικής (με προφανείς συνειρμικές συνδέσεις και σκόπιμες συγχύσεις με την Ελληνική τής Μακεδονίας). Τρίτη γλωσσική παραχάραξη – εξίσου απύθμενης θρασύτητας – είναι η προσπάθεια δημιουργίας σλαβομακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα με βάση τη δήθεν ταυτότητα τής γλώσσας μικρής ομάδας Ελλήνων με την ψευδώνυμη Μακεδονική των Σκοπίων και το ψευδεπίγραφο Μακεδονικό κράτος των Σκοπίων.
Η όλη υπόθεση θα ήταν για γέλια, αν είχαμε μόνο δείξει εγκαίρως στη διεθνή Κοινότητα πόσο γελοία είναι. Τώρα έχει γίνει και προκλητική και ίσως έξωθεν πολλαπλώς εκμεταλλεύσιμη καθ’ εαυτήν και στις προεκτάσεις της.
Αναφορές
1. Γ. Μπαμπινιώτη (επιστημ. εκδ.): Η γλώσσα τής Μακεδoνίας. Η αρχαία Μακεδoνική και η ψευδώνυμη γλώσσα των Σκoπίων. (Αθήνα, 1992: Ολκός), 276 σελ. [Περιλαμβάνει μελέτες των: Γ. Μπαμπινιώτη, Γ. Χατζιδάκι, Ν. Π. Ανδριώτη, Μ. Σακελλαρίου, Ι. Καλλέρη, Α. Ι. Θαβώρη, Γ. Ντελόπουλου, Α. Παναγιώτου.]
2. Γ. Μπαμπινιώτη: Η θέση τής Μακεδoνικής στις αρχαίες ελληνικές διαλέκτoυς. Περιοδικό Γλωσσoλoγία 7-8 (1989), σ. 53-69.
3. Ο μεγάλος ιταλός ινδοευρωπαϊστής γλωσσολόγος Vittore Pisani (Il Macedonico, περιοδικό Paideia 12, 1957, σ. 250) γράφει «πράγματι ο όρος μακεδονική γλώσσα [εννοεί τη γλώσσα των Σκοπίων] είναι προϊόν πολιτικής ουσιαστικά προέλευσης». Ο δε ειδικός σλαβιστής γλωσσολόγος, ο Γάλλος Αndrι Vaillant (Le probleme du Slave Macidonien περιοδικό Bulletin de la Sociitι de Linguistique de Paris 39, 1938, σ. 205), είναι αυτός που τονίζει ότι «το όνομα Bulgari είναι στην πραγματικότητα η εθνική ονομασία των Σλάβων τής Μακεδονίας, πράγμα που δείχνει πως (οι Σλάβοι τής περιοχής αυτής) υιοθέτησαν το όνομα Βούλγαροι που τους έδωσαν οι Σέρβοι».
4. Ο γερμανός γλωσσολόγος Heinz Wendt, (Sprachen 1961, σ. 285, λ. Slawische Sprachen), μιλώντας για τις σλαβικές γλώσσες, λέει: «Αν κατατάξει κανείς τις σλαβικές γλώσσες με βάση τη σημερινή τους δομή, πρέπει να θεωρήσει τη Βουλγαρική και τη Μακεδονική, [εννοεί τη γλώσσα των Σκοπίων] λόγω των εξεχουσών δομικών ιδιαιτεροτήτων τους, ως αυτοτελή ομάδα και να την αντιπαραθέσει προς όλες τις άλλες σλαβικές γλώσσες».
2. Γ. Μπαμπινιώτη: Η θέση τής Μακεδoνικής στις αρχαίες ελληνικές διαλέκτoυς. Περιοδικό Γλωσσoλoγία 7-8 (1989), σ. 53-69.
3. Ο μεγάλος ιταλός ινδοευρωπαϊστής γλωσσολόγος Vittore Pisani (Il Macedonico, περιοδικό Paideia 12, 1957, σ. 250) γράφει «πράγματι ο όρος μακεδονική γλώσσα [εννοεί τη γλώσσα των Σκοπίων] είναι προϊόν πολιτικής ουσιαστικά προέλευσης». Ο δε ειδικός σλαβιστής γλωσσολόγος, ο Γάλλος Αndrι Vaillant (Le probleme du Slave Macidonien περιοδικό Bulletin de la Sociitι de Linguistique de Paris 39, 1938, σ. 205), είναι αυτός που τονίζει ότι «το όνομα Bulgari είναι στην πραγματικότητα η εθνική ονομασία των Σλάβων τής Μακεδονίας, πράγμα που δείχνει πως (οι Σλάβοι τής περιοχής αυτής) υιοθέτησαν το όνομα Βούλγαροι που τους έδωσαν οι Σέρβοι».
4. Ο γερμανός γλωσσολόγος Heinz Wendt, (Sprachen 1961, σ. 285, λ. Slawische Sprachen), μιλώντας για τις σλαβικές γλώσσες, λέει: «Αν κατατάξει κανείς τις σλαβικές γλώσσες με βάση τη σημερινή τους δομή, πρέπει να θεωρήσει τη Βουλγαρική και τη Μακεδονική, [εννοεί τη γλώσσα των Σκοπίων] λόγω των εξεχουσών δομικών ιδιαιτεροτήτων τους, ως αυτοτελή ομάδα και να την αντιπαραθέσει προς όλες τις άλλες σλαβικές γλώσσες».
Πηγή: www.tovima.gr
Το όνομα Μercedes
Γράφει ο Γ. Δαμιανός
Παρουσίαση με λίγα λόγια: Το όνομα Μercedes (Μερτσέντες, κατά τους ισπανόφωνους ή Μερσέντε, κατά τους Γαλλόφωνους) είναι γυναικείο όνομα και σημαίνει: η Χάρις (υποκ. Χαρούλα). Πρόκειται για επιθετικό προσδιορισμό της Παναγίας: Maria de las Mercedes (μτφ: Παναγία, η Μεγαλόχαρη ή η Ελεούσα, Mercedes > Χάρις, Eλεούσα, απ΄ εδώ και το γαλλικό mercie: ευχαριστώ). Αλήθεια, πως θα σας φαινόταν: «το καινούριο μοντέλο της Χαρούλας» (αντί για το καινούριο μοντέλο της Mercedes) ή “πόσα άλογα έχει η Χαρούλα/Mercedes”; Κάπως έτσι αντιλαμβάνεται τη λέξη Μercedes ένας Ισπανόφωνος.
Η Ιστορία της Λέξης: Mercedes έλεγαν, λοιπόν, και την κόρη του Emil Jellinek (αντιπροσώπου της Daimler). Αυτός, στις αρχές του 1900, είχε παραγγείλει στη Daimler (ιδρύθηκε στη δεκαετία του 1880 από τους Gottlieb Daimler – Karl Benz) μία νέα έκδοση για να τα διακινήσει στη Γαλλία και τα «βάφτισε» με το όνομα της κόρης του. Τα αυτοκίνητα είχαν επιτυχία στη Γαλλία και αργότερα η Daimler τα υιοθέτησε για όλη τη νέα αυτοκινητοβιομηχανία της και έτσι δημιουργήθηκε το όνομα – σημείο αναφοράς-στην ιστορία του αυτοκινήτου . Με το όνομα Mercedes βρίσκουμε και πολλές πόλεις: Αργεντινή, Βραζιλία, Ουρουγουάη, Τέξας, Φιλιππίνες. Επώνυμες γυναίκες με το όνομα Mercedes: Mercedes McCambridge (ηθοποιός, βραβείο Όσκαρ), Mercedes Ruehl (ηθοποιός, βραβείο Όσκαρ), Mercedes Sosa (τραγουδίστρια, Αργεντινή)
Προς τιμήν της Maria de las Mercedes ονομάστηκε ένα Τάγμα Καθολικών, πού ιδρύθηκε το 1218 από τον Pietro Nolasco και είχε σκοπό να ελευθερώνει τους Χριστιανούς από τους Τούρκους, όταν αυτοί τους πουλούσαν ως σκλάβους.
Προς τιμήν της Maria de las Mercedes ονομάστηκε ένα Τάγμα Καθολικών, πού ιδρύθηκε το 1218 από τον Pietro Nolasco και είχε σκοπό να ελευθερώνει τους Χριστιανούς από τους Τούρκους, όταν αυτοί τους πουλούσαν ως σκλάβους.
Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2011
Yπόθεση Hellenic Quest
Η είδηση για την απόφαση χρήσης της Ελληνικής γλώσσας στους υπολογιστές του μέλλοντος. Μια ιστορία που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα και εικάζεται ότι είναι αγνώστου προελεύσεως. Τα πραγματικά δεδομένα, έχουν ως εξής. Ο δημιουργός αυτής της ιστορίας, χρησιμοποίησε το CNN και την Apple Computers για να αποδώσει μια βαρύτητα στο θέμα. Σε κάποιες παραλλαγές αυτού του μύθου, νονός της ιδέας για την χρήση των αρχαίων Ελληνικών στους υπολογιστές, φέρεται να είναι ο Bill Gates της Microsoft. Ο περιβόητος υπολογιστής Ibycus, είναι ένας παλιός HP που χρησιμοποιήθηκε το 1980 για να επεξεργαστεί αρχαίες λέξεις (όχι μόνο Ελληνικές) που τα γράμματα τους μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στον beta code προκειμένου να εξυπηρετηθεί η εφαρμογή ASCII (American Standard Code for Information Interchange). Δεν υπάρχει καμία επίσημη βεβαίωση από καμία αρχή που μπορεί να στηρίξει τον μύθο με το Hellenic Quest project. Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο, είναι η ανακρίβεια σχετικά με τον πρόεδρο της Apple John Sculley, που φέρεται να δηλώνει:
«Αποφασίσαμε να προωθήσουμε το πρόγραμμά εκμαθήσεως της Ελληνικής επειδή η κοινωνία μας χρειάζεται ένα εργαλείο που θα της επιτρέψει ν’ αναπτύξει την δημιουργικότητα της, να εισάγει νέες ιδέες και θα της προσφέρει γνώσεις περισσότερες από όσες ο άνθρωπος μπορούσε ως τώρα ν’ ανακαλύψει».
Ο εν λόγω κύριος, διετέλεσε πρόεδρος της Apple από το 1983 έως και το 1993 οπότε και επέστρεψε ο μέχρι και σήμερα πρόεδρος της Apple και ένας εκ των ιδρυτών της, ο Steve Jobs. Σύμφωνα με τον μύθο, το πρόγραμμα ξεκίνησε το 2003. Δέκα χρόνια μετά από την αποχώρηση του κυρίου Sculley από την εταιρεία.
Το αξιοσημείωτο με αυτόν τον μύθο, είναι ότι τον χρησιμοποίησε ακόμα και ο πρώην υπουργός παιδείας, ο κος Στυλιανίδης σε ομιλία του στην Παλαιά Βουλή στις 27/2/08, ξεσηκώνοντας την πανεπιστημιακή κοινότητα και τον τύπο.
Πηγή:http://blogthea.gr/
«Αποφασίσαμε να προωθήσουμε το πρόγραμμά εκμαθήσεως της Ελληνικής επειδή η κοινωνία μας χρειάζεται ένα εργαλείο που θα της επιτρέψει ν’ αναπτύξει την δημιουργικότητα της, να εισάγει νέες ιδέες και θα της προσφέρει γνώσεις περισσότερες από όσες ο άνθρωπος μπορούσε ως τώρα ν’ ανακαλύψει».
Ο εν λόγω κύριος, διετέλεσε πρόεδρος της Apple από το 1983 έως και το 1993 οπότε και επέστρεψε ο μέχρι και σήμερα πρόεδρος της Apple και ένας εκ των ιδρυτών της, ο Steve Jobs. Σύμφωνα με τον μύθο, το πρόγραμμα ξεκίνησε το 2003. Δέκα χρόνια μετά από την αποχώρηση του κυρίου Sculley από την εταιρεία.
Το αξιοσημείωτο με αυτόν τον μύθο, είναι ότι τον χρησιμοποίησε ακόμα και ο πρώην υπουργός παιδείας, ο κος Στυλιανίδης σε ομιλία του στην Παλαιά Βουλή στις 27/2/08, ξεσηκώνοντας την πανεπιστημιακή κοινότητα και τον τύπο.
Πηγή:http://blogthea.gr/
Πέμπτη 20 Ιανουαρίου 2011
Πώς η ελληνική δεν έγινε επίσημη γλώσσα των ΗΠΑ
Το ότι η ελληνική δεν έγινε επίσημη γλώσσα των ΗΠΑ για μία ψήφο ή οτι δεν έγινε παγκόσμια επίσημη γλώσσα για τον ίδιο λόγο είναι ένας αστικός μύθος. Στην επικρατέστερη εκδοχή του ο μύθος αναφέρει ότι τα ελληνικά παραλίγο να γίνουν η επίσημη γλώσσα των ΗΠΑ και πώς έχασαν σε σχετική ψηφοφορία για μία ψήφο (που κατά μία εκδοχή, η αρνητική αυτή ψήφος προήλθε από την εβραϊκή αντιπροσωπεία). Η ψηφοφορία αυτή (σύμφωνα πάντα με τον μύθο) έλαβε χώρα μετά την απελευθέρωση της Αμερικής από τους Αγγλους.
Ο ίδιος μύθος κυκλοφορεί και για άλλες γλώσσες εκτός της ελληνικής, όπως για την γερμανική, την ισπανική, την γαλλική και την εβραϊκή. Στην πραγματικότητα ποτέ δεν έγινε τέτοια ψηφοφορία στις ΗΠΑ και οι Ηνωμένες Πολιτείες σε ομοσπονδιακό επίπεδο δεν έχουν επίσημη γλώσσα αλλά η αγγλική χρησιμοποιείται de facto, δηλαδή συμβατικά και εκ των πραγμάτων χωρίς καμία συγκεκριμένη απόφαση. Μόνο ορισμένες πολιτείες έχουν θεσπίσει επίσημη γλώσσα. Άλλωστε είναι απλά αδύνατο οι πρώτοι Αμερικανοί που μιλούσαν στην πλειοψηφία τους αγγλικά και ήταν αρκετά πιστοί στον αγγλοσαξονικό πολιτισμό (φιλοσοφία, αρχιτεκτονική, νομοθεσία) να διάλεγαν άλλη γλώσσα για το κράτος τους. Ακόμα και αν το έκαναν, οι πολίτες των ΗΠΑ θα το ακύρωναν πολύ γρήγορα στην πράξη.
Το πιο πιθανό είναι ο μύθος να προήλθε από ένα περιστατικό το οποίο περιγράφεται στην Γλωσσική Εγκυκλοπαίδεια του Κέμπριτζ (Cambridge Encyclopedia of Language) του Ντέιβιντ Κρίσταλ: Μια ομάδα γερμανών από τη Βιρτζίνια είχαν ζητήσει να υπάρχουν κάποιοι νόμοι γραμμένοι όχι μόνο στα αγγλικά αλλά και στα γερμανικά, κάτι το οποίο δεν έγινε δεκτό σε μια ψηφοφορία που σημαδεύτηκε από την αρνητική ψήφο του γερμανόφωνου λουθηρανού ιερέα Φρέντερικ Μούλενμπεργκ (Frederick Muhlenberg).
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο αστικός μύθος της Ομόνοιας.
Η Ομόνοια είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περίπτωση πλατείας. Ειδικά για τους αρχιτέκτονες, φαίνεται να είναι συνδεδεμένη με μια κατάρα, που παίρνει διαστάσεις urban legend, με την πιο κυριολεκτική σημασία. Οποιαδήποτε απόπειρα σχεδιασμού της Ομόνοιας, είναι καταδικασμένη εκ των προτέρων όχι απλώς να "αποτύχει", αλλά και να καταλήξει σε εξευτελισμό, για οποιονδήποτε διανοήθηκε να αναμιχθεί. Δεν αποκλείεται, σε κάποια στιγμή, ένα από εκείνα τα εκπληκτικά περιοδικά που βρίσκει κανείς στο μαγαζάκι του ΗΣΑΠ, να γράψει για τις άγνωστες Πυραμίδες της Αθήνας, και τα τρένα που ενόχλησαν τις μούμιες.Η μοίρα της πιο πρόσφατης ανάπλασης είναι ενδεικτική. Το 1998, στα πλαίσια της "Ενοποίησης Αρχαιολογικών Χώρων Αθήνας", προκηρύχθηκε διαγωνισμός, τον οποίο κέρδισε η αρχιτεκτονική ομάδα των Βοζάνη, Δεσύλλα, Κατσίκα και Τσιατά. Τα 3D στις εφημερίδες ενθουσίασαν, πλημμύρισε ο τόπος στα συνθήματα - "νέοι αρχιτέκτονες", "νέες ιδέες", "επικοινωνιακή πλατεία", "απόδοση στους πεζούς", "αστικός χώρος", "μετάπολη", "μεταπλατεία", "μεταχρήστες", όλα αυτά τα κλούβια, και οι "φορείς" συναγωνίζονταν ποιος θα φανεί περισσότερο δίπλα στα photoshop. Το "όνειδος" θα λάμβανε τέλος. Μπήκαν τα ελενίτ, σκόνη, χαμός, μπήκαν μάρμαρα Καβάλας στο Μετρό, λειτούργησαν ξανά οι κυλιόμενες, μετακόμισαν προσωρινά οι Χρήστες στην 3ης Σεπτεμβρίου και τη Βερανζέρου, εγκαταστάθηκε το συνεργείο και περίμεναν όλοι την πεταλούδα να βγει από το μετακουκούλι.Τέτοιες προσδοκίες είχε να θρέψει η Ομόνοια από το '60. Μετά τη λάιλαπα του Εμφυλίου και την ολοκληρωτική κατάρρευση των δομών της Επαρχίας, συνέρρευσαν στη Αθήνα πλήθη μεταναστών, και η Ομόνοια ήταν ο σημαντικότερος τόπος για την προοδευτική αστικοποίησή τους. Ενεχυροδανειστήρια για ρευστό, μικρομαφίες, παραγοντίσκοι, καφενεία, πιάτσες για περιστασιακούς οικοδόμους, φτηνά ξενοδοχεία και εστιατόρια, μαγαζιά πρώτης ανάγκης... Τέτοια. Στην Ομόνοια λειτούργησαν με τρόπο φυσικό τα δίκτυα για την ένταξη ενός τεράστιου πλήθους ξένων στη ζωή της πόλης, και από εκεί γινόταν η τροφοδοσία της Αθήνας με νέους κατοίκους, καθώς και η διανομή τους, σε περιοχές κατοικίας ειδικά χτισμένες για μετανάστες. Αυτή η κατάσταση, οπωσδήποτε, δημιούργησε στην περιοχή μια εκτεταμένη εικόνα "υποβάθμισης", καθώς οι δραστηριότητες στην περιοχή της πλατείας ήταν για τους παλιότερους Αθηναίους "ανοίκειες", το ίδιο και οι άνθρωποι. Και τότε ήρθε ο σχεδιασμός, και ανέλαβε να κατασκευάσει ένα νέο περιβάλλον ώστε να οικοδομηθεί εκεί η (κοινωνική, πλέον) Ομόνοια. Με πολιτική πρωτοβουλία, η επιφάνεια της πλατείας επανασχεδιάστηκε, στο κέντρο της βρέθηκε να δεσπόζει ένα περίοπτο σιντριβάνι με πρωτοποριακά λοξούς πίδακες νερού, και το "προβληματικό" πλήθος εκτοπίστηκε στις παρειές της. Εκεί κυριάρχησαν οι κυλιόμενες σκάλες του ΗΣΑΠ, οι πρώτες στην Ελλάδα, στις οποίες καθημερινά γινόταν λαϊκό προσκύνημα, με τον ίδιο ενθουσιασμό, τόσο από τους παλιούς όσο και από τους νέους Αθηναίους - μέχρι φυσικά να χαλάσουν. Το σκηνικό συμπληρώθηκε με την ανέγερση πολυόροφων, σύγχρονων κτιρίων γραφείων, που σχεδιάστηκαν από γνωστούς και αναγνωρισμένους αρχιτέκτονες της εποχής, και εκεί εγκαταστάθηκαν τράπεζες, ξενοδοχεία και αεροπορικές εταιρείες. Η φαντασμαγορία της νέας Ομόνοιας αποτυπώθηκε σε πλήθος ελληνικών ταινιών, πολλές από τις οποίες ξεκινούν με εντυπωσιακές νυχτερινές λήψεις της περιοχής. Λεπτομέρειες δεν φαίνονται, κυριαρχούν όμως οι φωτισμένοι πίδακες, η κυκλοφορία των αυτοκινήτων, οι μοντέρνες προσόψεις και οι επιγραφές νέον. Φετίχ, για το σύνολο του πληθυσμού της πόλης. Παλιοί και νέοι για λίγο ένιωθαν δικαιωμένοι. Το κέντρο της πλατείας βέβαια δεν ήταν ακριβώς πλατεία, αλλά λίμνη, όμως βρήκε κι αυτό τη χρήση του: μετά από κάθε ποδοσφαιρικό αγώνα, οι οπαδοί της ομάδας που είχε κερδίσει έπεφταν μέσα, ενώ γύρω στο δρόμο κόρναραν τα αυτοκίνητα, κάνοντας κύκλους. Φυσικά οι μοντέρνες εικόνες σε κάποια στιγμή παλιώνουν, και έτσι συνέβη και με την περίπτωση της Ομόνοιας. Η γνωστή κατάρα ξύπνησε, τα εντυπωσιακά κτίρια μαύρισαν από τα καυσαέρια, η πλατεία υποβαθμίστηκε ξανά, από αγαπημένο σκηνικό των νεαρών μηχανικών μετατράπηκε σε μέρος προς αποφυγή, και έμεινε να περιμένει την επόμενη αναμόρφωση.Η ακόμα παλιότερη μορφή της πλατείας κρατούσε από άλλα τριάντα χρόνια πριν, τη δεκαετία του ’30, μετά τη "Μικρασιατική Καταστροφή", και την αμέσως προηγούμενη πλημμύρα κόσμου στην Αθήνα. Με εκείνη την ομογενοποίηση, ήταν η πρώτη φορά που η Ομόνοια έγινε κυκλική και απέκτησε υπόγειο σταθμό του Ηλεκτρικού, ο οποίος αντικατέστησε τον Τροχήλατο του Τρικούπη. Το πρωτοφανές αυτό έργο υποδομής, καμάρι της κυβέρνησης, έφερε την Ομόνοια στον πυρήνα ενός νεύρου που ένωνε το Λιμάνι του Πειραιά και τις ακριβές περιοχές κατοικίας στα Βόρεια προς την Πατησίων με το κέντρο της Αθήνας. Ενώ η πλατεία υπήρχε ως δημόσιος κήπος από την εποχή του Όθωνα (και μάλιστα είχε από τότε ονομαστεί πλατεία Ομόνοιας, μετά τα επεισόδια της 3ης Σεπτεμβρίου), ήταν ίσως η πρώτη φορά που η Ομόνοια βρισκόταν συνδεδεμένη με τέτοιον τρόπο με το σύνολο της πόλης. Ενώ διατήρησε το χαρακτήρα αναψυχής που είχε και στο παρελθόν, η μορφή που της υπαγορεύθηκε να πάρει το ’30 κορυφώθηκε και έλαμψε σε ένα παροιμιώδες κιτς: για να διατηρηθεί ο "κλασικός χαρακτήρας" της πλατείας, οι εξαερισμοί του Ηλεκτρικού μασκαρεύτηκαν σε εννέα ψηλούς Ιωνικούς κίονες, πάνω στους οποίους βρίσκονταν ισάριθμα αγάλματα των εννέα Μουσών – από αυτές που είχαν επιστρέψει στην κοιτίδα τους. Η μία νομίζω δεν ήταν εξαερισμός, απλώς Μούσα. Η επιλογή προκάλεσε στην εποχή της τόσα γέλια όσο και πονοκεφάλους. Το ίδιο κιτς, βέβαια, θα ήταν και η επόμενη ανάπλαση της Ομόνοιας, το ’60. Ελληνικούρες μπορεί να μην είχε, παρέμενε όμως ιδεώδης πλατεία προς φωτογράφηση ή κινηματογράφηση και ανάρτηση διαφημίσεων. Ο "επίσημος" σχεδιασμός ερχόταν και αυτή τη φορά να επέμβει στο παρόν, προβάλλοντάς το σε κάποιο σχεδιασμένο και προδιαγεγραμμένο μέλλον, αντί για το σχεδιασμένο παρελθόν της πλατείας του ’30. Σε κάθε περίπτωση πάντως, επιχειρούσε να διαφημίσει μια "ρήξη", ενώ αυτό που τον απασχολούσε και τον τροφοδοτούσε ήταν να την αφομοιώσει μέσα σε μια σχεδιασμένη "συνέχεια".Με την ανάπλαση της δεκαετίας του ’90, η δύστροπη πλατεία εξακολουθεί βεβαίως να αντιστέκεται στον ευπρεπισμό. Στην υποβαθμισμένη Ομόνοια, με τους Αλβανούς (συνειδητά, αυτή τη φορά) μετανάστες και τους ναρκομανείς, η ιστορία του ’30 και του ’60 ξανά επαναλαμβάνεται, και ξανά ως φάρσα. Πριν απομακρυνθούν τα ελενίτ, είχε προκληθεί διάχυτος ενθουσιασμός με την αποκατάσταση των όψεων στα γύρω κτίρια – για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια φάνηκε ότι τα μοντέρνα κτίρια του ’60 είχαν ωραία υλικά, χρώματα, υφές, και μια μεγάλη ομορφιά δική τους, που στεκόταν δίπλα στα γενικώς αποδεκτά "νεοκλασικά", αυτόνομα και ισάξια. Το ένα μόνο του Κιτσίκη την πάτησε, και θα ήταν από τα πιο ωραία, το ντύσανε παντού με πανέλα, και τώρα στεγάζει πολυκατάστημα ειδών μακιγιάζ με καφετέρια στην ταράτσα και είναι γελοίο. Στο κέντρο της όψης του συνήθως φιλοξενεί μεγάλα πανώ με μεταεικαστικές μεταπαρεμβάσεις. Οιωνός για το τί ετοιμαζόταν στη μεταπλατεία.Το πρώτο δείγμα της μεταπλατείας φάνηκε στο δάπεδό της γύρω από τις εξόδους του μετρό, εκεί όπου είχε βάλει ο Έβερτ να φυτέψουν τους φοίνικες. Γκρίζο ρε παιδί μου, πώς είναι έτσι, άσε που βρωμίζει αμέσως. Μερικές πλάκες είχαν ήδη σπάσει. Διακριτικό touch με αναφορές στην Αθήνα του ’60 το ένθετο χυτό μωσαϊκό με τα πολύχρωμα πετραδάκια. Το υλικό είναι εξαιρετικά δημοφιλές στη γενιά των αρχιτεκτόνων 30-something και το μεταχειρίζονται με μεγάλη τρυφερότητα, αποπνέει ιστορία χωρίς να είναι μάρμαρο. Το βάζει και ο Koolhaas. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ήθελε να υποδηλώσει τη σχέση της Αθήνας με τη θάλασσα ή κάτι τέτοιο. Όχι με τα βότσαλα, με τον Πειραιά. Ίσως και με τη Βαρκελώνη. Μπορεί και να είχε πολλαπλούς συμβολισμούς, δεν ξέρω. Η προσωπική μου αγωνία ήταν οι φωτεινές γραμμές που θα έκοβαν την επιφάνεια το βράδυ, αυτές δεν τις έβλεπα πουθενά. Τελικά ησύχασα όταν είδα ένα συνεργείο με δισκοπρίονα να χαράζει ευθείες στα πάντα, πλάκες και μωσαϊκό μαζί. Εκεί μπήκαν τα φώτα, με κάτι χοντρές μεταλλικές μπορντούρες που στην αρχή δεν μου άρεσαν καθόλου, μετά όμως σκέφτηκα ότι ήταν για να γυαλίζουν και τη μέρα, και περίμενα κάθε βράδυ μήπως και τα ανάψουν, δοκιμαστικά. Κάτι μυστήριο συνέβαινε βέβαια, αλλού είχε φώτα, αλλού δεν είχε, αλλού τελείωναν περίεργα, δεν πειράζει, θα τα φτιάξουν μετά. Και θα τα ανάψουν. Στο μεταξύ, έγινα μάρτυρας της πρώτης επίσημης αποκαθήλωσης κάγκελων Αβραμόπουλου (έχω κρατήσει στο σπίτι για σουβενίρ μια χρυσή φουντίτσα που ξεκόλλησε με το πέσιμο, τρία κιλά η καθεμία ζυγίζει, είναι όλες μασίφ) και της αντικατάστασής τους με κομψά μεταλλικά κυλινδράκια. Μπήκαν και οι προβολείς με μείωση της διατομής προς τα πάνω, αυτό ήταν, τελείωσε, η πλατεία του Sants με τα φωτιστικά της Barceloneta στην Αθήνα. Και μετά έφυγαν τα ελενίτ, έφυγαν και οι εργάτες, και δεν ξαναήρθαν.Σοκ και δέος. Το video wall το ήξερα ότι δεν θα έμπαινε (υπήρχε και ένας έντονος προβληματισμός στην ακαδημαϊκή κοινότητα για το τί είναι δέον να προβάλλει, κάτι για κονστρουκτιβισμό λέγανε), για τα γυάλινα στέγαστρα στο Μετρό ώστε να βρίσκονται σε αρμονία με τα ασανσέρ το ίδιο είχα ακούσει. Τα φώτα στο δάπεδο όμως; Γιατί αλλού έχει και αλλού δεν έχει; Καλά, δεν πειράζει, μπορεί να αλλάζει ο εργολάβος, θα τα συνεχίσουν και θα τα ανάψουνε σε κάποια στιγμή να τα δω επιτέλους πώς είναι τα ρημάδια, εδώ έχει μείνει όλη η πλατεία ασκούπιστη και ξεκολλάνε οι πλάκες. Μετά άρχισα να ψάχνω τις λεπτομέρειες. Το ξύλινο δάπεδο τελικά είχε μπει, φαινόταν αν πήγαινε κανείς πολύ κοντά, αλλά ήθελε σφουγγάρισμα. Στη θέση τους και οι κερκίδες θέασης της Ακρόπολης από την Αθηνάς, λίγο ξέμπαρκο το αντικείμενο, αλλά ήταν από ωραίο πελεκητό μπετόν. Στα ενδότερα τώρα. Το σιντριβάνι καλό φαινότανε, σαν τα στραβά του Μωραϊτη, και είχε και ωραία φωτάκια στο δάπεδο (...θα τα άναβαν σε κάποια στιγμή;). Υαλότουβλα δεν είχε, αλλά δεν πειράζει. Έτσι κι αλλιώς με είχε προβληματίσει το ότι στο μετρό στην Ομόνοια δεν είχε κανένα εργοτάξιο στη θέση όπου θα έπρεπε να γίνει η τρύπα, οπότε μάλλον πάει κι αυτό. Το πιο ακατανόητο για μένα ήταν εκείνο το μεγάλο σήκωμα στη μεριά της 3ης Σεπτεμβρίου, αυτό δεν μπόρεσα να το ερμηνεύσω κάπως. Μετά γύρισα πίσω και είδα ένα θεόρατο έργο τέχνης του Ζογγολόπουλου, μάλλον με θέμα τον τετραγωνισμό του κύκλου, το οποίο ήταν τοποθετημένο μέσα σε ακανόνιστου σχήματος γούρνα χωρίς απορροές (ναι, τελευταίο το πρόσεξα, ίσως επειδή δεν το θυμόμουν από τα σχέδια). Η καθοριστική στιγμή όπου συνειδητοποίησα ότι τα πράγματα είναι τελείως σκατά ήταν όταν αντί για την πλατεία άρχισα να βλέπω τον κόσμο που σταματούσε και κοίταζε αποβλακωμένος.You’ve never got a second chance to make the first impression. Και άμα μετά το πιάσουνε και οι δημοσιογράφοι, δεν σώζεται με τίποτα. Η κριτική που έγινε από τον τύπο και τους εξαρτώμενους από αυτόν δημόσιους φορείς κινήθηκε στα όρια του χυδαίου, με αποκορύφωμα μία αισχρή συνέντευξη του Προέδρου της ΕΑΧΑ, Ι. Καλαντίδη, δημοσιευμένη στην "Καθημερινή" (9.3.2003), αρκετό καιρό μετά τα άδοξα αποκαλυπτήρια. Η ελεγεία συνεχίζεται ακόμα και σήμερα. Η αρχιτεκτονική ομάδα αντέδρασε σπασμωδικά, έπεσε στην παγίδα να εμπλακεί στο δημόσιο διάλογο με όρους εφημερίδας, και επέρριψε τις ευθύνες "στον εργολάβο", με ολίγη από την κακιά τη μοίρα, καθώς οι μόνοι ίσως άνθρωποι του τεχνικού κόσμου που είναι για τις εφημερίδες πιο μισητοί από τέσσερις νεαρούς που σχεδίασαν μια πολύ κεντρική πλατεία, είναι "Οι Εργολάβοι". Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι υπόλοιποι συνάδελφοι αντίστοιχης ηλικίας και αντίστοιχων φρονημάτων, οι οποίοι γνώριζαν πως ήταν και αντίστοιχα ευάλωτοι. Δεν το έπαιξαν καλά και έχασαν. Οι επεμβάσεις του κατασκευαστή και διαφόρων εγκάθετων στη μελέτη περιγράφονται εμπεριστατωμένα εδώ και δεν έχει νόημα να επεκταθούμε προς αυτήν την κατεύθυνση.Άκουσα πολλή κριτική για την Ομόνοια και από αρχιτέκτονες, την οποία φυσικά πήρα από την αρχή πολύ πιο σοβαρά, επειδή δεν υπήρχε κανένας λόγος για λαϊκισμούς. Η πλατεία ήταν όντως κακοσχεδιασμένη – προσπαθούσε να πει τα πάντα σε ένα μέρος όπου τα ζητούμενα ήταν συγκεκριμένα κι ας μην είχαν γίνει από την αρχή ξεκάθαρα (…μια "μοντέρνα πλατεία", ακριβώς όπως και ακριβώς όσο του ’60, μόνο με πιο σύγχρονο "λεξιλόγιο" και κάτι - οικονομικά - φανταχτερό και να φέρνει σε Βαρκελώνη επειδή έχουμε και Ολυμπιακούς), και επιπλέον, το βάθος της επέμβασης ήταν τόσο ρηχό και οι προοπτικές τόσο περιορισμένες ώστε δεν υπήρχε λόγος να γίνουν τα πράγματα πολύπλοκα. Δεν είναι τυχαίο ότι σε μια συνέντευξή της λίγο μετά τη βράβευση, η μελετητική ομάδα δήλωσε πως αρχικά ήθελε να σχεδιάσει μία έκταση "εντελώς άδεια" - ίσως επειδή τα μέλη της γνώριζαν από την αρχή πως ήθελαν να καλύψουν τα πάντα. Επιπλέον, φάνηκαν να είναι ιδιαίτερα αρνητικοί στην προοπτική ενίσχυσης των φυτεύσεων, όχι ακριβώς επειδή αυτό είναι σχεδόν αδύνατο στο συγκεκριμένο μέρος όπου στο υπόγειο βρίσκεται σταθμός του μετρό, αλλά επειδή ήθελαν να ξεφύγουν από κάποια "πλατεία του χωριού" [sic] που είχαν απωθήσει κάπου στο μυαλό τους (και κάτι τέτοιο θα μπορούσε να είναι απολύτως μέσα στο πνεύμα της Ομόνοιας, αν ήθελε κανείς να σεβαστεί την ανομολόγητη ιστορία της χωρίς να προτείνει μια ρήξη). Αυτό δεν είναι μόνο φιλολογική άποψη – στο Σιδηροδρομικό Σταθμό του Sants, στη Βαρκελώνη, σχεδιάστηκε το 1986 από την ομάδα A. Viaplana / H. Piñon μία τέτοια "άδεια" πλατεία, σε πολύ πιο έκκεντρη και ασαφή περιοχή της πόλης, η οποία όμως παρέμεινε "άδεια" από την αρχή ως το τέλος, και ο σχεδιασμός περιορίστηκε σε πολύ διακριτικές εντάσεις της προοπτικής του ανθρώπινου ματιού με την κατάλληλη τοποθέτηση των στοιχείων του εξοπλισμού (στέγαστρα, φωτιστικά, καθίσματα), καθώς και την υπόμνηση της απροσδιοριστίας του κενού χώρου με μερικά πανέξυπνα στοιχεία νερού, το οποίο χύνεται στο έδαφος και βρίσκει μόνο του το δρόμο του, μέχρι να εξατμιστεί. Στη Βαρκελώνη η πλατεία αυτή λέγεται "το ταψί" ή "το βενζινάδικο", ειδικά τα καλοκαίρια, και δεν είναι η αγαπημένη των κατοίκων, αλλά είναι απόλυτα συνεπής ως προς τις αρχές του σχεδιασμού της και έχει μεγάλο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον, ως εμπεριστατωμένη και άρτια διατυπωμένη άποψη.Ο άλλος βασικός άξονας της κριτικής αφορά έναν άξονα – εκείνον που αποτελείται από τις οδούς 3ης Σεπτεμβρίου και Αθηνάς. Αυτού του είδους η κριτική προσπερνά ακόμα και την επιλογή των αρχών σχεδιασμού από τους μελετητές, και μοιάζει να ξεκινάει από "αντικειμενικά κριτήρια" - πράγμα για την κριτική τουλάχιστον ύποπτο. O άξονας αυτός υπάρχει από τα πρώτα πολεοδομικά σχέδια της Αθήνας, και σχεδιάστηκε ώστε να "βλέπει" κατευθείαν στην Ακρόπολη, σύμφωνα με τα πρότυπα του κλασικισμού. Από την Ομόνοια, υπάρχει προς την Ακρόπολη αυτό που στα ξύλινα λέγεται "οπτική φυγή", διαμέσου της 3ης Σεπτεμβρίου και της Αθηνάς. Η λύση, ακριβώς κάθετα επάνω στον άξονα, πρότεινε ένα σιντριβάνι-τοίχο, που κόβει τη θέα. Μάλιστα, για άλλους λόγους, πρακτικούς (...που είχαν να κάνουν με ένα αδέσποτο ασανσέρ του μετρό), η επιφάνεια της πλατείας προς τη μεριά της 3ης Σεπτεμβρίου έπρεπε να ανασηκωθεί κατά δύο περίπου μέτρα, οπότε το Μνημείο Των Μνημείων που βρίσκεται στο βάθος του δρόμου δεν φαίνεται με τίποτα. Η εντονότερη κριτική από τη μεριά αρχιτεκτόνων εντοπίστηκε κυρίως σε αυτό το σημείο (και μετά ξεχείλωσε στα γνωστά περί προβληματικών διαγωνισμών, αρχιτεκτονικής παιδείας κλπ). Η μελέτη δεν είχε αγνοήσει την ιδιαίτερη μετωπική θέα της Ακρόπολης από την Ομόνοια - μάλιστα της έδωσε ιδιαίτερη έμφαση, έστω και αδέξια, προτείνοντας την κατασκευή εκείνης της φαρδιάς σκάλας που δεν οδηγεί πουθενά, προς τη μεριά της Αθηνάς, ως "καθιστικό" (και η οποία, με δεδομένους τους χρήστες, δεν είναι τυχαίο ότι ονομάστηκε stairway to heaven). Οποιοσδήποτε δημόσιος χώρος έχει κατασκευαστεί στην πρωτεύουσα όμως, είτε κτίριο είναι είτε πλατεία, και τα διακόσια περίπου χρόνια που υπάρχει η πόλη, έχει δεχτεί κριτική για την "προβληματική" σχέση του με τον Παρθενώνα, οπουδήποτε και αν βρίσκεται, και φυσικά η Ομόνοια δεν μπορούσε να εξαιρεθεί από την τυπική αυτή διαδικασία. Η κατάρα της Ομόνοιας λοιπόν δεν φαίνεται να έχει τόσο σχέση με μούμιες, όσο με τους Αρχαίους Ημών Προγόνους, και όχι αποκλειστικά με την Ακρόπολή τους.Ένα ενδεικτικό περιστατικό συνέβη πέρσι το καλοκαίρι τέτοιον καιρό, στην Αρχιτεκτονική Σχολή της Αθήνας. Καθηγητής της Σχολής, φορέας μεγάλης οικογενειακής παράδοσης και ονομαζόμενος "θεός", με τον ίδιο περίπου τρόπο που ονομαζόταν θεός ο εκσυγχρονιστής Πρωθυπουργός της Ελλάδας πριν και μετά τη Χούντα (και του οποίου Υπουργός ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. υπήρξε για ένα διάστημα ο πατέρας του καθηγητή, επίσης αρχιτέκτονας και καθηγητής του Πολυτεχνείου), διόρθωνε μία εντυπωσιακή διπλωματική με θέμα μια ανάπλαση στο Λιμάνι του Πειραιά. Ο (εξαιρετικά ταλαντούχος και σχετικά trendy) φοιτητής είχε σχεδιάσει μεταξύ άλλων μία υπερυψωμένη κατασκευή, η οποία, από το επίπεδο της προβλήτας, μάλλον έκρυβε το λόφο με τα Μακρά Τείχη προς το Κερατσίνι. O Καθηγητής εξανέστη με το δικό του ξεχωριστό τρόπο και άρχισε να ωρύεται, ώστε να ακούγεται σε ολόκληρη την αίθουσα και ίσως και παραέξω. Ο φοιτητής είχε προσβάλει τη Μνήμη με τρόπο υπερφίαλο, και ήταν σχετικά trendy. Ακριβώς όπως είχαν κάνει οι σχεδιαστές της Ομόνοιας. "Οι Μαλάκες" - έτσι άρχισε να τους λέει, "τους θυμάμαι εγώ από τότε που ήταν εδω μέσα, τέτοιοι ήτανε και τέτοια θέλανε να κάνουνε". "Που ξεφτίλισαν ολόκληρο τον κλάδο". "Οι Μαλάκες". Λάβρος ο Καθηγητής - και με το δίκιο του, ο άνθρωπος, όπως πάντα. Μόνο τρομερά φωνακλάς, πάλι όπως πάντα - ή τουλάχιστον, όπως τον θυμόμαστε.Ο Καθηγητής αυτός είναι οτιδήποτε εκτός από τυχαίος. Για την ακρίβεια, είναι ζωντανός φορέας μιας συναρπαστικής παράδοσης: της ζωντανής παράδοσης της Αρχιτεκτονικής - Σχολής - Του - Εθνικού - Μετσόβιου - Πολυτεχνείου, που ανέθρεψε γενιές αρχιτεκτόνων στην Ελλάδα. Η Ψυχή της και το Πνεύμα της, ο σκληρός πυρήνας, όχι τόσο από κληρονομικό δικαίωμα, όπως συχνά κατηγορείται, όσο από κληρονομική υποχρέωση, της οποίας φαίνεται να έχει βαθιά επίγνωση. Γιος, εγγονός, ανιψιός, αδερφός, ξάδερφος και δάσκαλος καθηγητών της Αρχιτεκτονικής, μαθητής "του Δεσποτόπουλου, του Πικιώνη, του Κωνσταντινίδη,...", μαθητής στο Κολλέγιο Αθηνών το '50, γεννημένος σε τέτοιο περιβάλλον και αφοσιωμένος σ' αυτό και στην αναπαραγωγή του μια ολόκληρη ζωή. Δάσκαλος, με κεφαλαίο γράμμα, τόσο για τους αναρίθμητους φοιτητές που περάσαν από τα χέρια του, όσο και για εμάς τους υπόλοιπους. Ζωντανό κεφάλαιο, που πάει σε λίγο να κλείσει, με το μέλλον της κληρονομιάς του υπό αμφισβήτηση. Ενώ ο ίδιος σχεδιάζει σε ένα ιδίωμα ξεκάθαρα ορθολογικό και χωρίς ίχνος γραφικότητας (..."μοντέρνο"), πράγματα που μπορούν να τον κάνουν θηρίο είναι η μη απόδοση της δέουσας σημασίας σε αρχαία κατάλοιπα ή (..."γνήσιες") εκφράσεις του "λαϊκού πολιτισμού", χωρίς ο ίδιος να είναι ούτε κατά διάνοια λαϊκός (πάλι από κληρονομικότητα, θέλοντας και μη, παρ'όλες τις πιθανές προσπάθειες), ούτε βέβαια αρχαίος, επειδή τότε δεν ζούσε. Συμπεριφέρεται, όμως, ως θεματοφύλακας - και αυτό είναι. Αλλά τίνος πράγματος;H Ομόνοια είναι τόπος άρρηκτα συνδεδεμένος με μία ατέλειωτη διαδικασία αστικοποίησης, χαρακτηριστική για την πρωτεύουσα οποιουδήποτε εθνικού κράτους, και, φυσικά, και της Ελλάδας. Αγροτικής προέλευσης πληθυσμοί από κοντινά ή μακρινότερα μέρη συρρέουν στην Ομόνοια εδώ και διακόσια περίπου χρόνια για να εγκατασταθούν μόνιμα στην Αθήνα, και στην πλατεία εκδηλώνεται διαρκώς μια σύγκρουση ανάμεσα στις προσωπικές "αποσκευές" τις οποίες φέρνουν μαζί τους, και την "ομόνοια"/ομογενοποίηση που έχει να διεκπεραιώσει η πρωτεύουσα, ως αποστολή. H Ομόνοια επιτυγχάνεται μέσω της επιβολής μιας σειράς προτύπων - ιδεών, συμπεριφοράς, γλώσσας, ακόμα και "αναμνήσεων" - τα οποία αναφέρονται όλα στην ίδια "κεντρική ιδέα" - εκείνη της "συλλογικής ταυτότητας", με την απολύτως κυριολεκτική σημασία. Όταν μιλάμε για "κεντρική ιδέα", μιλάμε αυτόματα για σχεδιασμό, και μάλιστα σχεδιασμό "ανοιχτό" και ευέλικτο σε βάθος χρόνου, για "Μεγάλο Σχεδιασμό". Ο Σχεδιασμός δεν είναι υπόθεση μόνο των αρχιτεκτόνων (...για αυτό δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία): μιλάμε συχνά για πολιτικό σχεδιασμό, ή για οικονομικό σχεδιασμό, ή ακόμα και για το σχεδιασμό της ιστορίας ή του πολιτισμού - πράγματα, δηλαδή, του νεωτερικού κράτους. Η Ομόνοια είναι πεδίο όλων αυτών των σχεδιασμών, οι οποίοι σπάνια συμπίπτουν, και αυτό προκαλεί εντάσεις. H δομή που μοιάζει, πάντως, να παραμένει απαράλλαχτη από την εποχή του Όθωνα και έπειτα, είναι η ακτινική διασύνδεση της πλατείας με την ενδοχώρα (της), και η μετωπική της αναφορά στην Ακρόπολη. Μάλιστα, αν για λόγους εγκυκλοπαιδικούς πάμε ακόμα πιο πίσω, στην περιοχή όπου οι Κλεάνθης - Schaubert και αργότερα ο Klenze τοποθέτησαν την Πλατεία Ομονοίας, συγκεντρώνονταν δρόμοι από την αγροτική περιφέρεια στο σημείο της "Μενιδιάτικης Πόρτας" (ή Γκριμπ Καπουσί ή Πόρτας των Αγίων Αποστόλων), και από εκεί γινόταν η είσοδος στην περιτειχισμένη πόλη της Αθήνας (για περισσότερα βλ. εδώ). Η Ομόνοια είναι κατώφλι.Ο γεωμετρικός σχεδιασμός που διατρέχει τόσο το σχέδιο Κλεάνθη - Schaubert, όσο και εκείνο του Klenze, αποτελεί συστατικό στοιχείο της νεοκλασικής - ρομαντικής πολεοδομίας, όπως αυτή μορφοποιήθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα. Εξίσου συστατικά στοιχεία της αποτελούν και μια σειρά από άλλα χαρακτηριστικά, που είχαν μεν κάνει την εμφάνιση τους σε διάφορες στιγμές από την Αναγέννηση και μετά, τώρα όμως είχαν όλα μαζί διαρθρωθεί σε ένα δομημένο σύνολο. Αυτά τα χαρακτηριστικά είναι ο ποσοτικός προγραμματισμός, όταν λόγου χάριν καθορίζουν τον προσδοκώμενο ανώτατο αριθμό των κατοίκων της Αθήνας σε 40.000· ο λειτουργικός προγραμματισμός και η ορθολογιστική χρήση του χώρου, όπως φυσικά και η αναγκαστική ιστορική αναφορά. Η πολεοδομική αυτή σύλληψη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις έννοιες Έθνος, Νόμος, Κράτος και Κυβέρνηση, όπως αυτές αναδείχθηκαν στη διάρκεια του 18ου αιώνα. Είναι έννοιες της νέας αστικής συνείδησης και βρίσκουν τη συμβολική τους έκφραση ακριβώς στο Άστυ, τη Νέα Πόλη. Η νέα αυτή πόλη πρέπει να είναι αφενός μια ορθολογιστική Πόλη-Μηχανή, με απρόσκοπτη λειτουργία, με το μύθο του απόλυτου ελέγχου και του απόλυτου προγραμματισμού, μια πόλη που λειτουργεί με αποτελεσματικότητα, και αφετέρου μια Πόλη-Κέντρο, Πρωτεύουσα του Κράτους δηλαδή Κέντρο της Εξουσίας, υλικό σημείο συγκέντρωσης πληροφοριών και εκπομπής των διαταγών, αλλά και Συμβολικό Κέντρο της ακτινωτής διάταξης του εθνοκρατικού χώρου. Επιπλέον, οτιδήποτε συγκεντρώνεται στην Ομόνοια διαμέσου των ακτίνων της, "αποδίδεται" στην Ακρόπολη, ομογενοποιείται εκεί μέσα στον άλλο μύθο, εκείνον της συλλογικής ταυτότητας διαμέσου της συνέχειας του Έθνους, και εκπέμπεται ξανά προς την περιφέρεια από την οποία προήλθε, επεξεργασμένο και εξευγενισμένο μέσα στη λαμπρότητα του κλασικού πολιτισμού, "εξελληνισμένο" και αστικοποιημένο (έστω και αν το πρώτο βήμα είναι η μικροαστικοποίηση, από την οποία, για να ξεφύγει κανείς, χρειάζονται πλέον άλλα πράγματα).Θεματοφύλακας και κινητήρας αυτής της διαδικασίας είναι μία συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων, η οποία αφ'ενός μπορεί (και επιτρέπεται) να συμμετέχει ουσιαστικά στο δημόσιο Σχεδιασμό, και αφ'ετέρου εξασφαλίζει τα μέσα για την αναπαραγωγή και την εξάπλωσή της, με τους δικούς της όρους. Δεν θέλω να χρησιμοποιήσω τη λέξη "αστοί", επειδή είναι τρομερά παρεξηγημένη, και γι'αυτόν το λόγο πολλές φορές άστοχη. Πρόκειται πάντως για ανθρώπους άμεσα συνδεδεμένους με τις δραστηριότητες του κράτους, όπως το γνωρίζουμε σήμερα. Τα περί "κλειστής ομάδας", οικογενειοκρατίας κλπ πολύ περισσότερο μοιάζουν με συνθήματα ή με αναφορές σε άλλο πράγμα, παρά με διαπιστώσεις που ανταποκρίνονται στη συγκεκριμένη πραγματικότητα, χωρίς βέβαια να είναι και ανεδαφικά για πολλές μεμονωμένες περιπτώσεις. Τα πιο ενεργά και συνειδητά μέλη αυτής της ομάδας όμως έχουν βαθιά συναίσθηση μιας γενικότερης κοινωνικής αποστολής, ακλόνητη πίστη στην ορθότητα του εγχειρήματός τους, και διατηρούν την ομάδα "ανοιχτή", σε όσο το δυνατόν περισσότερα νέα μέλη. Ας τους ονομάσουμε λοιπόν "Εκσυγχρονιστές". Ο "εκσυγχρονισμός" είναι όρος τον οποίο συναντάμε συχνότερα στην πολιτική, ενώ αντίστοιχα το ίδιο πράγμα ονομάζεται στην ιστορία "μετάβαση στη νεωτερικότητα", στην τέχνη "μοντερνισμός" κλπ. Δεν θέλω να αρχίσω να ακούγομαι σαν μαρξιστής, επειδή δεν πιστεύω στην παντοκρατορία της "δυναμικής του συστήματος". Είμαι σίγουρος πως τίποτε δεν προκύπτει νομοτελειακά, παρά μόνον εάν πολλοί άνθρωποι το επιλέξουν, και μάλιστα όχι ακριβώς από τις αναδυόμενες, αλλά τις πιο απομακρυσμένες (...σχεδόν "ξένες") περιοχές της κοινωνίας. Εκεί άλλωστε βρίσκεται η ουσία της αστικοποίησης, ή του "εκσυγχρονισμού".Στα πλαίσια του εθνικού κράτους, η αστικοποίηση/εκσυγχρονισμός πραγματοποιείται με μία διαδικασία παρόμοια με της αποικιοκρατίας. Το εθνικό κράτος δεν περιορίζεται σε μια οικονομική μόνο διαχείριση, αλλά στηρίζεται εξίσου (αν όχι περισσότερο) σε μία συγκροτημένη και μακροπρόθεσμη πολιτιστική πολιτική, δομημένη γύρω από μία εθνική ιδεολογία. Ενώ διατηρείται η αρχική διάκριση ανάμεσα σε "κέντρο" και "περιφέρεια", οι πληθυσμοί οι οποίοι για διάφορους λόγους μεταναστεύουν στην πρωτεύουσα, ή, δευτερευόντως, εντάσσονται σε σχέσεις εξάρτησης από αυτήν, αφ'ενός καλούνται να υποβαθμίσουν (αν όχι να εγκαταλείψουν) τις δικές τους ιδιαίτερες πολιτιστικές και κοινωνικές παραστάσεις (...χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος με τον οποίο φορτίζεται αρνητικά η λέξη "βλάχος"), και αφ'ετέρου να ενταχθούν στο εθνικό mainstream, όπως αυτό εκφράζεται από την επίσημη ιδεολογία με διάφορους τρόπους (ιστορία, γεωγραφία κλπ). Η κεντρική ιδέα και το περιεχόμενο της ιδεολογίας καθορίζεται, βεβαίως, από τους εκσυγχρονιστές, και απλώς αναφέρεται στους υπόλοιπους. Μάλιστα, οι εκσυγχρονιστές προχωρούν σε ένα είδος "φετιχισμού" των πολιτισμικών χαρακτηριστικών των άλλων ομάδων, κρατώντας για τον εαυτό τους το δικαίωμα να τα καταγράφουν, να τα κωδικοποιούν, να τα ερμηνεύουν και να τα διαχειρίζονται, ενώ ταυτόχρονα φέρνουν διαρκώς τις νέες ομάδες σε επαφή τόσο με τον "αστικό" πολιτισμό, όσο και με την επεξεργασμένη μορφή του "λαϊκού", ο οποίος όμως έχει πλέον τροποποιηθεί κατά τρόπον ώστε να εντάσσεται στο Σχεδιασμό και την κεντρική του ιδέα. Το "λαϊκό" μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να διατηρεί μια ακαταμάχητη γοητεία, όμως είναι πλέον άνευρο και έχει χάσει την αυτονομία του - έχει μετατραπεί σε μικροαστικό. Ένας συνειδητοποιημένος και κοινωνικά ευαίσθητος εκσυγχρονιστής δεν μπορεί βεβαίως ο ίδιος να είναι ούτε αγρότης, ούτε εργάτης, ούτε κάτι άλλο παρεμφερές. Θεωρεί όμως ότι πρέπει να υποδείξει στους εργάτες ή τους αγρότες το "αυθεντικό" περιεχόμενο της υπόστασής τους, το οποίο οι ίδιοι ίσως "αγνοούν", και στη συνέχεια να "ταυτιστεί" ο ίδιος μαζί τους, "αντλώντας" περιεχόμενο από αυτούς, ουσιαστικά όμως επιβάλλοντάς κάτι άλλο. Πιο αποτελεσματικό μέσο προς αυτήν την κατεύθυνση είναι οπωσδήποτε η εκπαίδευση, αλλά αυτή δεν περιορίζεται μόνο στο σχολείο. Αν ως (πολιτισμική) εκπαίδευση θεωρήσουμε τη διαδικασία ταύτισης ενός μεγάλου και ανομοιογενούς πληθυσμού με ένα δεδομένο σύστημα σημείων, αποστολή της εκπαίδευσης στο νεωτερικό κράτος είναι να εμπεδώνει σε αυτόν ακριβώς τον πληθυσμό την κεντρική ιδέα της εθνικής ιδεολογίας, η οποία, για την περίπτωση της Ελλάδας, είναι η αδιάλειπτη συνέχεια και ομοιογένεια του Έθνους από κάποια μακρινή αρχαιότητα μέχρι σήμερα, σε έναν δεδομένο γεωγραφικό χώρο. Μέσα στη γραμμική και προοδευτική αυτή πορεία, πρέπει να περιλαμβάνεται οπωσδήποτε η κλασική αρχαιότητα, και συγκεκριμένα η Αθήνα, επειδή κατ'αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η πολιτισμική σύνδεση του έθνους με κάποια Ευρώπη, η οποία και θεωρείται πηγή κάθε εκσυγχρονισμού.Η εκπαιδευτική λειτουργία της δημόσιας αρχιτεκτονικής, και μάλιστα εκείνης της πρωτεύουσας, είναι προφανής και αναμφισβήτητη. Η αρχιτεκτονική είναι συνθετική εργασία, και είναι ίσως η εργασία εκείνη η οποία, πιο άμεσα και πιο εύστοχα από οποιαδήποτε άλλη, μπορεί να κατασκευάσει ένα περιβάλλον με αντιληπτικό νόημα για πολύ μεγάλο αριθμό πολύ διαφορετικών ανθρώπων, ακόμα και από το μηδέν. Γι' αυτόν το λόγο, η αρχιτεκτονική μπορεί να έχει τεράστια πολιτική σημασία. Ενώ στην Ελλάδα ακούγεται συχνά ο αφορισμός ότι "δεν υπάρχει αρχιτεκτονική πολιτική", αυτό ισχύει μόνο εν μέρει. Σε κρίσιμες περιόδους, αρχιτεκτονική πολιτική όχι μόνον υπάρχει, αλλά είναι εξαιρετικά συγκροτημένη και εμφανίζει στοιχεία διάρκειας και αντοχής σε βάθος χρόνου. Η επιλογή της νεοκλασικής μορφολογίας για τις νέες κατοικίες στο Ναύπλιο έγινε από τον ίδιο τον Καποδίστρια. Το αρχικό πολεοδομικό σχέδιο της νέας πρωτεύουσας στην Αθήνα έγινε με ευθύνη της Βαυαρικής αντιβασιλείας, και ήταν βαθιά πολιτική πράξη. Τα δημόσια μέγαρα που χτίστηκαν με έξοδα των "Εθνικών Ευεργετών" την ίδια εποχή έφεραν αυτούσιο τον κλασικισμό του Μονάχου στην Αθήνα, μαζί με του αρχιτέκτονές του, από εκεί. Τότε μπήκαν οι βάσεις για τα πάντα, που κρατήσαν γερά για διακόσια περίπου χρόνια. Αρχιτεκτονική πολιτική θα έχουμε ξανά στην Ελλάδα σε κάθε τριακονταετία "εκσυγχρονισμού", τόσο στην εποχή του Βενιζέλου με το ολοκληρωτικό ξήλωμα της Οθωμανικής Θεσσαλονίκης και την οικοδόμηση μιας νέας πόλης στη θέση της, με τα πρωτοποριακά σχολικά κτίρια σε όλη την επικράτεια και τα προγράμματα οργανωμένης στέγασης των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής, όσο και στην εποχή του Καραμανλή με το (ανολοκλήρωτο) νέο Πολιτιστικό Κέντρο - "Αγορά" της Αθήνας, τη διαμόρφωση του περιπάτου στην Ακρόπολη και τα Ξενία. Αρχιτεκτονική πολιτική έχουμε ξανά τη δεκαετία του '90, με τα Ολυμπιακά Έργα της Αθήνας (συγκρότημα ΟΑΚΑ), τις αναπλάσεις της Ενοποίησης Αρχαιολογικών Χώρων και το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης. Και, για κάποιο μυστηριώδη λόγο, σε κάθε τέτοιο εκσυγχρονισμό, περιλαμβάνεται και από ένας επανασχεδιασμός της Ομόνοιας - ο οποίος ποτέ δεν μοιάζει να αντέχει.Στην τελευταία ανάπλαση της πλατείας, η πρόταση που προκρίθηκε στο διαγωνισμό για υλοποίηση έπιασε τα νήματα του εκσυγχρονισμού περισσότερο άγαρμπα από ποτέ, και μάλιστα με ένα θράσος που δεν δικαιολογείται από το αποτέλεσμα (ούτε καν της μελέτης που δεν υλοποιήθηκε). Σε μία αφόρητα δύσκολη πλατεία, επέλεξε τον εύκολο αλλά ολισθηρό δρόμο της εικονογραφίας, κάποιου lifestyle, εξαιρετικά σίγουρη για τον εαυτό της, αλλά εμφανιζόμενη ταυτόχρονα να αγνοεί (και ούτε καν να αρνείται) βασικά, δομικά χαρακτηριστικά, όχι ακριβώς του "χώρου" αλλά του τόπου - της ιστορίας του, της πολυεπίπεδης λειτουργίας του στην πόλη και της κοινωνικής του σύνθεσης. Σχεδίασαν στην Ομόνοια μία διακοσμητική πλατεία, τελευταία λέξη της τελευταίας μόδας, που θα μπορούσε να γίνει οπουδήποτε - εξ'ίσου κακά. Συνέχισαν τη διακοσμητική πλατεία του '60 με άλλη μορφή, διακηρύσσοντας όμως πως "αποδίδουν την επιφάνειά της στους πεζούς", πως "αναδεικνύουν αόρατες σχέσεις" (χωρίς να ενδιαφέρονται καν για τις ορατές παρά μόνο γκροτέσκα), πως την κάνουν "επικοινωνιακή", "αστική", "σύγχρονη", χωρίς όμως να προσπαθήσουν να ορίσουν ή να διαπραματευτούν τους κανόνες της επικοινωνίας, της πόλης ή της εποχής. Δηλαδή κενά συνθήματα. Λαϊκισμός, χωρίς ούτε καν να προσπαθεί να είναι "κάτι το ωραίον", και ταυτόχρονα, ασυνείδητα ελιτίστικη στάση απέναντι στα πράγματα. Σε καμία περίπτωση δεν ήταν "εγκληματικό" το ότι έκλεισαν τη θέα της Ακρόπολης, επεμβαίνοντας μ' αυτόν τον τρόπο στη βαθιά δομή της πλατείας - είχαν κάθε δικαίωμα να το κάνουν, αν όμως είχαν έστω προσπαθήσει να πείσουν πως το γνώριζαν. Επειδή ούτε μία φορά δεν θυμάμαι να παραδέχτηκαν δημόσια πως τους συνέβη κατά τύχη - και θα το θυμόμουν. Γι' αυτό νομίζω εξεμάνη ο οργίλος καθηγητής τους. Ο ίδιος αυτός καθηγητής που διδάσκει τόσα χρόνια με τρόπο που υπνωτίζει το παραμύθι του λαϊκού ανθρώπου που αντικρίζει κατά πρόσωπο την Ακρόπολη και μπορεί να βλέπει καθαρά, το ίδιο παραμύθι που πηγάζει από την ίδρυση του Ελληνικού κράτους και διδάσκεται από γενιά σε γενιά, πικράθηκε που οι αντιδραστικοί μαθητές του ούτε καν έδειξαν να πήραν χαμπάρι τί ήταν αυτό ενάντια στο οποίο αντιδρούσαν. Στην Ομόνοια δεν συνέβη απολύτως τίποτα καινούριο, απλώς χάλασε το μόνο πράγμα που δούλευε, χωρίς στη θέση του να προτείνεται απολύτως τίποτα. Τίποτα. Μια οθόνη που δεν έδειχνε τίποτα. Η "απολύτως κενή πλατεία", με πέντε μπιχλιμπίδια, σε λάθος θέση. Η αντίληψη της πιο "εκσυγχρονιστικής" πλατείας της πρωτεύουσας, αυτή τη φορά ισοπεδώθηκε σε ό,τι πιο βαθιά και αμετακίνητα μικροαστικό, σε καθρεφτάκια και χάντρες - και "αποδόθηκε στους πολίτες". Καθαρίστηκε, φόρεσε "τα καλά της", και σήκωσε την επανάσταση. Ούτε καν "ολοκληρώθηκε" - αλλά αυτό δεν έχει απολύτως καμία σημασία. Οι ίδιοι εκείνοι οι ξεριζωμένοι που σε κάποια στιγμή βρέθηκαν στην Ομόνοια και ένιωσαν πως είχε αλλάξει η ζωή τους, πως ανήκαν πια αλλού, κατόρθωσαν να εκδικηθούν τον τόπο που τους έφερε σ'αυτήν την κατάσταση, χωρίς ούτε καν να προσπαθήσουν να καταλάβουν τί ήταν αυτό που τους συνέβη. Υποταγμένοι στο "πνεύμα της εποχής" και το "πνεύμα του τόπου" - η διαδικασία άλλωστε είχε ξεκινήσει είκοσι περίπου χρόνια νωρίτερα.Τελικά ανέλαβαν οι πολιτικοί. Αυθαίρετα συστάθηκε από τον Δήμο Αθηναίων, το Υ.ΠΕ.ΧΩ.ΔΕ. και την Ε.Α.Χ.Α. επιτροπή διαχείρισης κρίσεων, η Ομόνοια μπήκε στο γύψο, και υπέστη "διορθωτικές επεμβάσεις", οι οποίες διαφημίστηκαν πριν καν γίνουν συγκεκριμένες - περίπου ως ρουσφέτι. Για να μπορεί η Ομόνοια να μπει σε προεκλογικό φυλλάδιο, έπρεπε "να πρασινίσει". Δέντρα με ρίζες στην Ομόνοια δεν φυτρώνουν, τοποθετήθηκε όμως κάθετα μπροστά στην Αθηνάς μια γλώσσα με γκαζόν και γλάστρες με δέκα ελιές, οι οποίες θα συμβόλιζαν "τις δέκα φυλές της Αρχαίας Αθήνας" (αυξάνοντας τις Εννέα Μούσες κατά μία) και θα άφηναν στη θέση του Άξονα το απαραίτητο κενό. Γκαζόν μπήκε και παραπίσω, με θάμνους που πάλι έκρυβαν τη μνημειακή θέα από την 3ης Σεπτεμβρίου, αλλά "τουλάχιστον" δεν ήταν "τσιμέντο". Ακόμα και το αμαρτωλό σιντριβάνι μετατράπηκε με ιδιαίτερα ευρηματικό τρόπο σε ζαρντινιέρα. Τα φώτα που μου άρεσαν δεν τα άναψαν ούτε μία φορά οι κακούργοι, και για προληπτικούς λόγους δεν κατασκευάστηκε το βραβείο για την πλατεία στο Μοναστηράκι, το οποίο επίσης μου άρεσε. Πάρα πολύ.Και μιλώντας για "φυλές", αντί επιλόγου: Στην Ομόνοια έχει όντως έρθει τα τελευταία χρόνια μια ριζική αλλαγή, η οποία δεν αντανακλάται καθαρά στη νεοκλασική δομή της. Το τελευταίο κύμα μεταναστών το οποίο καλείται να εντάξει η πλατεία στη ζωή της πόλης δεν έχει από την αρχή με την Ακρόπολη και τόσο μετωπική σχέση. Αν αντί για τις φυλές της αρχαίας Αθήνας φυτευόταν σήμερα στην Ομόνοια από μία ελιά για κάθε φυλή της σύγχρονης, στο υπόγειο αντί για μετρό θα μπορούσε να λειτουργεί ελαιοτριβείο. Ο τελευταίος (και τελειωτικός, ίσως;) εθνικός εκσυγχρονισμός, αυτή την κατάσταση είχε να διαχειριστεί, μεταξύ άλλων. Και έμεινε επαναπαυμένος στα εργαλεία του παρελθόντος, ενώ το συγκεκριμένο φαινόμενο, χωρίς να είναι ανοίκειο, έχει και μερικά στοιχεία πρωτοφανή. Ο τελευταίος εκσυγχρονισμός παρέμεινε ανολοκλήρωτος.
Πηγή: http://therealmartinos.blogspot.com
Πηγή: http://therealmartinos.blogspot.com
Ο μύθος για τη δήλωση Κίσινγκερ
Κυριακή, 2 Μαΐου 2010
Πέρυσι τον Απρίλιο, όταν ο Λάκης Λαζόπουλος στην εκπομπή του είχε επαναλάβει τον μύθο για την ανθελληνική δήλωση Κίσινγκερ, αν και δεν είχα ιστολόγιο, είχα γράψει ένα κείμενο στον ιστότοπό μου, όπου παρουσίαζα επιχειρήματα υπέρ της πλαστότητας της δήλωσης, προσπαθώντας ταυτόχρονα να βρω αν υπήρχε κάποιος κόκκος αλήθειας.
Ωστόσο, το άρθρο εκείνο είχε κάποια κενά, που έρχομαι τώρα να τα συμπληρώσω και με την ευκαιρία να παραθέσω από την αρχή το ιστορικό της γέννησης του μύθου. Άλλωστε, πρόσφατα έγινε λόγος στο ιστολόγιο γι’ αυτόν το μύθο.
Η γέννηση του μύθου
Τον Φεβρουάριο του 1997, το μηνιαίο περιοδικό «Νέμεσις» της Λιάνας Κανέλλη (η οποία δεν είχε ακόμη αρχίσει τη στενή συνεργασία της με το ΚΚΕ) δημοσίευσε ένα «απόσπασμα ομιλίας του Χένρι Κίσινγκερ από τη βράβευσή του από προσωπικότητες του επιχειρηματικού κόσμου των ΗΠΑ στην Ουάσιγκτον», που (υποτίθεται ότι) είχε γίνει το Σεπτέμβριο του 1994:
Ο ελληνικός λαός είναι δυσκολοκυβέρνητος και γι’ αυτό πρέπει να τον πλήξουμε βαθιά στις πολιτισμικές του ρίζες. Τότε ίσως συνετισθεί. Εννοώ, δηλαδή, να πλήξουμε τη γλώσσα, τη θρησκεία, τα πνευματικά και ιστορικά του αποθέματα, ώστε να εξουδετερώσουμε κάθε δυνατότητά του να αναπτυχθεί, να διακριθεί, να επικρατήσει, για να μη μας παρενοχλεί στα Βαλκάνια, να μη μας παρενοχλεί στην Ανατολική Μεσόγειο, στη Μέση Ανατολή, σε όλη αυτή τη νευραλγική περιοχή μεγάλης στρατηγικής σημασίας για μας, για την πολιτική των ΗΠΑ.
Ως πηγή του δημοσιεύματος υποδεικνύεται η αγγλόγλωσση τουρκική εφημερίδα «Turkish Daily News» της 17.2.97. Τον μύθο (διότι για μύθο πρόκειται) τον κατάπιαν αμάσητο πολλά έντυπα, δημοσιογράφοι, σχολιαστές, πολιτικοί αναλυτές. Δυστυχώς, ανάμεσά τους βρίσκονται και ονόματα που έχουν τιμήσει τα ελληνικά γράμματα –αλλά και διάφοροι αγύρτες και ελληνομέτρες που δεν ήθελαν καθόλου σπρώξιμο για να πεισθούν. Αν θέλετε ονόματα, σας παραπέμπω στο αναλυτικό ρεπορτάζ του Ιού ή, πιο κάτω, στην ανακεφαλαίωση του Γ. Μαρίνου.
Κι επειδή ζούμε σε μικρό κόσμο, κι ο ίδιος ο Κίσινγκερ δεν άργησε να πληροφορηθεί, από συνεργάτη του περιοδικού Πολιτικά Θέματα, ότι κυκλοφορούσε πλαστή δήλωσή του. Η διάψευσή του δημοσιεύτηκε στα Πολιτικά Θέματα (13.6.97): «Το απόσπασμα για το οποίο με πληροφορήσατε είναι ψευδές. Κάθε λέξη σ’ αυτό είναι ένα ψεύδος και το νόημά του είναι επίσης ψευδές». Ωστόσο, η διάψευση αγνοήθηκε από τα εθνικόφρονα παπαγαλάκια που συνέχισαν να αναμεταδίδουν το μύθο. Επιπλέον, όταν ζητήθηκε από την κυρία Κανέλλη να παρουσιάσει την πηγή της, εκείνη ισχυρίστηκε ότι το συγκεκριμένο φύλλο της τουρκικής εφημερίδας έχει γίνει άφαντο από τα γραφεία της εφημερίδας και από την ηλεκτρονική της έκδοση!
Λίγο αργότερα, η είδηση για τη δήλωση Κίσινγκερ έφτασε στον Γ. Μαρίνο, που τότε ήταν εκδότης του Οικονομικού Ταχυδρόμου, όπου διατηρούσε τη στήλη «Αντιοικονομικά», που διαβαζόταν πολύ (την υπέγραφε ως Κριτόβουλος). Ο Γ.Μ. πείσθηκε ότι η επιστολή είναι γνήσια και τη δημοσίεψε στη στήλη του. Αμέσως τη σχολίασε ο Χρ. Γιανναράς στην Καθημερινή, ο οποίος στη συνέχεια πέρασε γενεές δεκατέσσερις όποιον αμφισβητούσε τη γνησιότητά της. Με τη δημοσιότητα που πήρε το θέμα, ήρθε στο φως και η προηγούμενη διάψευση Κίσινγκερ στα Πολιτικά Θέματα. Τελικά, μπροστά στο θόρυβο που δημιουργήθηκε, ο Γ. Μαρίνος αποφάσισε να ερευνήσει το θέμα. Έγραψε στον Κίσινγκερ, ο οποίος του απάντησε ότι πρόκειται για μύθο. Τη φωτοτυπία της επιστολής Κίσινγκερ τη βλέπετε εδώ:
Το κείμενο στα αγγλικά είναι:
Dear Mr Marinos
Thank you for your letter. As to the quote, there was no award ceremony, there was no speech and the alleged quote is entirely untrue. The whole thing is pure invention, and I expect you to correct it.
Since you are the first to tell me where the quote came from, I have only today had the opportunity to correct it in the Turkish Daily News and I have done so.
Sincerely yours, etc.
Βέβαια, η διάψευση θα έπρεπε να περιττεύει. Οποιοσδήποτε άνθρωπος έχει λίγο μυαλό στο κεφάλι του, καταλαβαίνει ότι είναι απολύτως αδύνατο ένας παμπόνηρος διπλωμάτης σαν τον Κίσινγκερ να ξεστομίσει τόσο ωμά λόγια! Ακόμα κι αν τα πίστευε αυτά, ποτέ δεν θα τα έλεγε –ή, αν τα έλεγε, θα τα γαρνίριζε με πολυπολιτισμικές και ανθρωπιστικές σάλτσες. Και πιστεύω ότι αυτό το επιχείρημα, της κοινής λογικής, θα αρκούσε για να κάνει τον οποιονδήποτε εχέφρονα άνθρωπο να δυσπιστήσει (τουλάχιστον) σχετικά με την ύπαρξη του μύθου.
Επιπλέον, ο Γ. Μαρίνος, παρακάλεσε τον δημοσιογράφο Ά. Κούρκουλα, ανταποκριτή ελληνικών εφημερίδων στην Πόλη, να ψάξει στα αρχεία της Turkish Daily News. Ο Ά. Κούρκουλας βρήκε το φύλλο της 17.2.1997 (το οποίο η κ. Κανέλλη είχε ισχυρισθεί ότι χάθηκε μυστηριωδώς) και σ’ αυτό δεν υπάρχει καμιά δήλωση Κίσινγκερ, όπως άλλωστε και σε άλλα φύλλα της εφημερίδας τα οποία έψαξε. Το εκτενές άρθρο του Γ. Μαρίνου το έφτιαξα (με τη βοήθεια καλού φίλου) πεντέφι που μπορείτε να το διαβάσετε με την ησυχία σας εδώ.
Σήμερα στο Διαδίκτυο, βλέπω συχνά να παρατίθεται προς επίρρωση της δήλωσης Κισινγκερ ότι την δημοσίευσε ο έγκυρος Οικονομικός Ταχυδρόμος στις 14.8.1997 -το ότι στη συνέχεια το περιοδικό την αποκήρυξε ως πλαστή, παραλείπεται.
Θα μπορούσε να προσπεράσει κανείς τη διάψευση του Κίσινγκερ, λέγοντας ότι ο πονηρός διπλωμάτης είπε ψέματα. Όμως, να είπε τάχα ψέματα και ο Έλληνας ανταποκριτής, που δεν βρήκε καμιά δήλωση στο επίμαχο φύλλο της τουρκικής εφημερίδας; Ή μήπως οι δαιμόνιοι Τούρκοι τύπωσαν πλαστό φύλλο της 17.2.97 ειδικά για να το δει ο γκιαούρης ανταποκριτής; Θα συμφωνήσετε μαζί μου ότι απείρως πιθανότερο είναι να ψεύδεται το ρεπορτάζ της Λιάνας Κανέλλη. Εκτός αυτού, φαίνεται ότι ο μύθος έχει πολλά παρακλάδια.
Και δεύτερη δήλωση Κίσινγκερ
Όπως αποκάλυψε ο Ιός, η πρώτη αναφορά για υποτιθέμενη δήλωση Κίσινγκερ δεν έγινε από την κυρία Κανέλλη το 1997 (για δήλωση του 1994) αλλά από τον δικηγόρο Θ. Σταυρόπουλο σε άρθρο του στις 26.1.1987 στην Ελευθεροτυπία, η οποία είχε περάσει απαρατήρητη. Επιχειρηματολογώντας υπέρ της ανάγκης να ξαναρχίσει η διδασκαλία των αρχαίων στο γυμνάσιο, ο Θ.Σ. πρόταξε ως μότο στο άρθρο του μια συντομότερη, αλλά σαφώς ιδίου κλίματος δήλωση του Χένρυ Κίσινγκερ, η οποία, κατ’ αυτόν, είχε ειπωθεί το 1973, αμέσως μετά τη σφαγή του Πολυτεχνείου! Συγκεκριμένα, η δήθεν δήλωση είναι: «Τους Έλληνες δεν μπορούμε να τους δαμάσουμε. Είναι μη κυβερνήσιμοι (ingouvernables). Πρέπει να τους χτυπήσουμε στις πολιτικές τους βάσεις» Henry Kissinger (Νοέμβρης 1973). Να προσεχτεί εδώ ότι δίνεται σε παρένθεση μια γαλλική λέξη (ingouvernables) και ότι το «πολιτικές» μάλλον είναι τυπογραφικό λάθος αντί για «πολιτισμικές». Το υπόλοιπο (ελαφρώς παραληρηματικό, με όλο το θάρρος) άρθρο του Θ. Σταυρόπουλου μπορείτε να το διαβάσετε εδώ. Ο συγγραφέας του, που δεν ζει πια, ήταν, όπως μου λένε, ιδιόρρυθμος τροτσκιστής τον Μάη του 1968 στη Γαλλία και ελαφρώς παραμυθάς.
Και το κακό τριτώνει
Ο π. Μεταλληνός, προσκαλεσμένος σε τηλεοπτική εκπομπή το 2003, δήλωσε ότι όχι μόνο υπάρχει η δήλωση Κίσινγκερ, αλλά και την άκουσε ο ίδιος με τ’ αυτιά του (αυτήκοος, που λέμε). Τον Σεπτέμβριο του 1974, διηγείται, άκουσε τον Παύλο Μπακογιάννη στην ελληνική του εκπομπή από το Μόναχο (όχι τη Ντόιτσε Βέλε) να αναφέρει ότι ο Κίσινγκερ την προηγούμενη μέρα είχε πει αυτά κι αυτά στο Εμποροβιομηχανικό Επιμελητήριο Νέας Υόρκης.
Με όλο τον σεβασμό προς τον π. Μεταλληνό, και παρά τον θαυμασμό για το μνημονικό του, η μαρτυρία του μάλλον αποδυναμώνει την αληθοφάνεια του μύθου. Διότι όταν ο ένας λέει 1973, ο άλλος 1974 και ο άλλος 1994, το συμπέρασμα είναι ή ότι ο Κίσινγκερ έβγαινε συνέχεια και έκανε άγαρμπες δηλώσεις (και καλά, το τρις εξαμαρτείν;) ή ότι και η πιο καλοπροαίρετη μνήμη ξεγελιέται –αφήνω ότι δεν θεωρώ όλους τους εμπλεκόμενους καλοπροαίρετους.
Και το πρωτότυπο κείμενο, δια χειρός Θύμιου
Σε κάποιους ελληνοκεντρικούς ιστοτόπους μπορεί να συναντήσετε και αγγλικό κείμενο της δήθεν δήλωσης, το δήθεν πρωτότυπό της:
«The Greek people are anarchic and difficult to tame. For this reason we must strike deep into their cultural roots: Perhaps then we can force them to conform. I mean, of course, to strike at their language, their religion, their cultural and historical reserves, so that we can neutralize their ability to develop, to distinguish themselves, or to prevail; thereby removing them as an obstacle to our strategically vital plans in the Balkans, the Mediterranean, and the Middle East».
Όπως δηλώνει στο φόρουμ του πατριωτικού περιοδικού Ρεσάλτο ο Ροβεσπιέρος (= Θύμιος Παπανικολάου), η ομιλία Κίσινγκερ βεβαίως και έγινε, τον Σεπτέμβριο του 1974 στην Ουάσινγκτον, και «κάποιος φίλος, ψάχνοντας τα παλιά αρχεία του, κατόρθωσε να βρεί το πρωτότυπο απόσπασμα»!! Αν θέλετε, το πιστεύετε, εγώ δυσκολεύομαι πολύ. Φυσικά, αυτός ο φίλος με τα πολύτιμα αρχεία παρουσιάστηκε μόλις τώρα, αφήνοντας τον Κίσινγκερ να βυσσοδομεί επί 35 χρόνια.
Κι αν δεν το είπε, τι σημασία έχει;
Στις διαδικτυακές συζητήσεις, στα διάφορα φόρουμ, υπάρχουν πολλοί που απρόθυμα παραδέχονται ότι μπορεί να είναι και μύθος η δήλωση Κίσινγκερ, αλλά ρωτούν: Τι σας ενδιαφέρει η υστεροφημία του γερακιού; Και να μην το είπε, αμφιβάλλετε ότι το σκέφτηκε ή ότι η αμερικανική πολιτική απέναντι στη χώρα μας είναι ιμπεριαλιστική και κυνική;
Θα απαντήσω μόνο για τον εαυτό μου· αν ενδιαφέρομαι για την αποκατάσταση της αλήθειας ασφαλώς δεν το κάνω για την καλή φήμη του υπουργού του Νίξον· αυτήν μπορεί, αν θέλει, να την υπερασπιστεί ο ίδιος. Το κάνω, καταρχάς, γιατί θυμάμαι αυτό που έχει πει ο εθνικός μας ποιητής, ο κόντες Σολωμός, πως το έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθινό.
Και, δεύτερον, ασχολούμαι με το θέμα επειδή οι πλασιέδες της δήθεν δήλωσης Κίσινγκερ δεν την προωθούν για ακαδημαϊκούς λόγους, αλλά έχουν ο καθένας τους σκοπούς του, που κάποιοι απ’ αυτούς με αφορούν άμεσα. Άλλοι, σαν τον πρώτο επιστολογράφο που την έφερε στη δημοσιότητα, τον δικηγόρο Σταυρόπουλο, θέλουν να πετύχουν να διδάσκονται όλο και περισσότερα αρχαία στα γυμνάσια και τα λύκεια, άλλοι προβάλλουν τη δήθεν δήλωση Κίσινγκερ σαν επιχείρημα εναντίον των προσπαθειών για χωρισμό εκκλησίας και κράτους, άλλοι επιστρατεύουν τον Κίσινγκερ για να φιμώσουν τις αντίθετες φωνές π.χ. σχετικά με τη μελέτη της ιστορίας ή για να στιγματίσουν σαν εθνικούς μειοδότες όσους διαφωνούν με την ακραία εθνικιστική γραμμή τους. Οπότε, χρήσιμο είναι να ξέρουμε ότι η δήλωση Κίσινγκερ δεν υπήρξε ποτέ.
Ωστόσο, το γεγονός ότι η δήλωση Κίσινγκερ δεν έγινε ποτέ, δεν απαλλάσσει τον παλαίμαχο πλέον διπλωμάτη από τις βαριές ευθύνες του για την δεξιοτεχνική προώθηση των συμφερόντων της ιμπεριαλιστικής υπερδύναμης τόσο στη γειτονιά μας όσο και στον υπόλοιπο πλανήτη. Ούτε σημαίνει ότι, επειδή η δήλωση Κίσινγκερ είναι πλαστή, οι ΗΠΑ δεν πήραν υπόψη τους και τον πολιτισμικό παράγοντα στις προσπάθειες προώθησης της πολιτικής τους.
Αλλά δεν τελειώσαμε…
Αφού εξέθεσα όλη την ιστορία, πιστεύω με αντικειμενικότητα, και με τις πηγές συγκεντρωμένες, σας αφήνω να βγάλετε το δικό σας συμπέρασμα. Αν θέλετε να συνεχίσετε να πιστεύετε ότι υπήρξε η δήλωση Κίσινγκερ, δεν μπορώ να σας το αποδείξω πέρα από κάθε αμφιβολία –πώς να αποδείξεις ότι δεν συνέβη κάτι, ιδίως όταν δεν προσδιορίζεται με ακρίβεια ο χρόνος και ο τόπος τέλεσής του;
Όμως, δεν τελειώσαμε εδώ. Στο παλιό μου άρθρο είχα κάνει και μια προσπάθεια να ανιχνεύσω τον κόκκο αλήθειας, τις απαρχές του κειμένου της δήθεν δήλωσης Κίσινγκερ. Από τότε προέκυψαν κάμποσα καινούργια στοιχεία, οπότε πρέπει να ξαναγραφτεί και αυτό το κομμάτι. Όμως, αφενός αισθάνομαι ότι σας κούρασα και αφετέρου η συζήτηση γι’ αυτό το δεύτερο κομμάτι θα ήταν εντελώς διαφορετική, οπότε σταματάω εδώ και τα υπόλοιπα θα τα δούμε μιαν άλλη φορά, που δεν θ’ αργήσει.
Πριν από τέσσερις μήνες είχα δημοσιέψει εδώ ένα άρθρο για την υποτιθέμενη δήλωση Κίσινγκερ, ξέρετε, αυτήν που αρχίζει με το «ο ελληνικός λαός είναι δυσκολοκυβέρνητος…», την οποία χρησιμοποιούν διάφοροι ελληναράδες για ν’ αποδείξουν ότι πρέπει να επαναφέρουμε το πολυτονικό, να διδάσκονται τα αρχαία από το δημοτικό, να μην γίνονται καταλήψεις πανεπιστημίων κτλ. (ό,τι θέλει ο καθένας). Στο άρθρο εκείνο, που εξέταζε την πορεία του μύθου από τότε που ήρθε στην επιφάνεια η δήθεν δήλωση από τη Λιάνα Κανέλλη και το περιοδικό Νέμεσις το 1997, είχα αφήσει ένα υπόλοιπο, υποσχόμενος να αφηγηθώ σε επόμενη ευκαιρία, «τις απαρχές του κειμένου της δήθεν δήλωσης Κίσινγκερ». Ήρθε τώρα ο πλήρωμα του χρόνου για να εξοφλήσω αυτό το χρέος.
Έχω κάπου ξαναπεί ότι οι περισσότεροι μύθοι έχουν μέσα τους έναν κόκκο αλήθειας. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν έχουμε απλώς κόκκο, αλλά κοτζάμ βουνό: τα κυνικά ιμπεριαλιστικά παιχνίδια των Αμερικανών στην Μεσόγειο και σε όλο τον υπόλοιπο πλανήτη είναι πασίγνωστα, αυτό όμως δεν κάνει πιο πιστευτή τη δήλωση. Οι Αμερικάνοι τα κάνουν, δεν τα λένε. Ίσως όμως υπάρχει κι άλλος ένας κόκκος αλήθειας, δηλαδή κάποια παλιότερη δήλωση από την οποία μπορεί να εμπνεύστηκε ο χαλκευτής της δήθεν δήλωσης Κίσινγκερ.
Ίχνη που δεν οδηγούν πουθενά
(αυτή την ενότητα μπορείτε να την παραλείψετε αν αγωνιάτε να φτάσετε στο τέλος)
Ο πατέρας μου, ο Δημήτρης Σαραντάκος, είχε γράψει παλιότερα, στο περιοδικό Φιστίκι, για τη δήλωση Κίσινγκερ: «Έλα όμως που ο Χένρυ Τζων Τεμπλ, λόρδος Πάλμερστον, είχε πεί ακριβώς τα ίδια λόγια, προσθέτοντας μόνο μετά τη λέξη “υπάκουος” τη φράση “σαν τους λαούς του Ινδοστάν”. Και η δήλωση αυτή έγινε στο βρετανικό κοινοβούλιο το 1850, με αφορμή τα επεισόδια που έγιναν στην Αθήνα σε βάρος του βρετανού υπηκόου Πατσίφικου». Όταν τον ρώτησα, μου είπε ότι θυμάται πως το είχε διαβάσει σε άρθρο του Θέμου Κορνάρου την περίοδο μετά την Απελευθέρωση.
Για όσους δεν θυμούνται το επεισόδιο Πατσίφικο: το 1849 είχε απαγορευτεί το κάψιμο του Ιούδα το Πάσχα· υπεύθυνος για την απαγόρευση αυτή θεωρήθηκε (εσφαλμένα) ο Ντον Πατσίφικο, εβραίος πορτογαλικής καταγωγής που ζούσε στην Αθήνα, με αποτέλεσμα το εξαγριωμένο πλήθος να καταστρέψει το σπίτι του και να λεηλατήσει την περιουσία του, ενώ η αστυνομία αδιαφορούσε (ίσως επειδή ηγέτες του όχλου ήταν δυο υπουργοπαίδια). Ο Πατσίφικο ζήτησε αποζημίωση από την ελληνική κυβέρνηση, όμως το ποσό που ζητούσε κρίθηκε υπέρογκο. Όταν δεν μπόρεσε να αποζημιωθεί, ζήτησε την προστασία της Αγγλίας -ήταν άγγλος υπήκοος, αφού είχε γεννηθεί στο Γιβραλτάρ. Ο Πάλμερστον, που ήταν τότε Υπουργός Εξωτερικών, απάντησε με πρωτοφανή τρόπο: κήρυξε ναυτικό αποκλεισμό της Ελλάδας και προέβη σε συλλήψεις ελληνικών πλοίων και κατάσχεση του φορτίου τους ώστε να συγκεντρωθούν τα χρήματα για την αποζημίωση του Πατσίφικο. Ήταν μια από τις πρώτες εκδηλώσεις της λεγόμενης «διπλωματίας των κανονιοφόρων». Ο αποκλεισμός κράτησε δυο μήνες. Οι άλλες δύο εγγυήτριες δυνάμεις, Γαλλία και Ρωσία, διαμαρτυρήθηκαν για την δυσανάλογα βίαιη αντίδραση και τελικά το θέμα Πατσίφικο παραπέμφθηκε σε διαιτησία η οποία επιδίκασε στον αιτούντα πολύ χαμηλότερη αποζημίωση απ’ όσο ζητούσε.
Όταν το επεισόδιο είχε τελειώσει, το θέμα συζητήθηκε στη Βουλή των Λόρδων, η οποία καταδίκασε τις ενέργειες του Πάλμερστον. Όμως, η Βουλή των Κοινοτήτων, στις 25 Ιουνίου 1850, αναίρεσε την απόφαση. Στη συζήτηση αυτή ήταν παρών ο Πάλμερστον που έβγαλε με την ευκαιρία αυτή έναν από τους διασημότερους λόγους του, με διάρκεια πεντέμισι ώρες, όπου δεν περιορίστηκε στην ελληνική υπόθεση αλλά συνόψισε όλη την εξωτερική πολιτική του. Ο λόγος έμεινε στην ιστορία με την ονομασία Civis Romanus sum (είμαι Ρωμαίος πολίτης) διότι ο Πάλμερστον υποστήριξε την αρχή ότι η Βρετανία πρέπει να προστατεύει ενεργητικά κάθε Βρετανό πολίτη στο εξωτερικό, όπως έκανε και η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Ο Πάλμερστον κέρδισε την ψηφοφορία αλλά και τη δυσαρέσκεια της βασίλισσας Βικτωρίας.
Ανέτρεξα στα πρακτικά της Βουλής των Κοινοτήτων. Όμως, ούτε στον λόγο του Πάλμερστον ούτε στη γενικότερη συζήτηση μπόρεσα να βρω το επίμαχο απόσπασμα ή κάτι που να συγγενεύει αρκετά. Δεν μπορώ να είμαι 100% κατηγορηματικός ότι έκανα σωστά την αναζήτησή μου (δεν διάβασα βέβαια και τις 1100 σελίδες!) αλλά θα με εξέπληττε να υπήρχε και να μου ξέφυγε. Ο λόγος του Πάλμερστον υπάρχει και σε πιο προσιτή μορφή, εδώ. Φυσικά, μπορεί η επίμαχη φράση να έχει ειπωθεί από τον Πάλμερστον σε άλλη ευκαιρία, όσο κι αν αυτό δεν είναι πολύ πιθανό. Πάντως, το σκαιό ύφος της υποτιθέμενης δήλωσης δεν είναι καθόλου αταίριαστο στην εποχή· ο ίδιος ο Πάλμερστον αποδεδειγμένα έχει πει, μιλώντας για την Κίνα και για τα κράτη της Λατινικής Αμερικής, ότι «αυτά τα μισοπολιτισμένα κράτη χρειάζονται ένα μπερντάχι κάθε οχτώ-δέκα χρόνια για να διατηρούνται στην τάξη» (These half-civilised governments all require a dressing down every eight or ten years to keep them in order).
Ίχνη που κάπου οδηγούν
Ωστόσο, ο Μάριος Πλωρίτης, σε άρθρο που έγραψε για τη δήλωση Κίσινγκερ τότε που πρωτοξέσπασε ο καβγάς, στο Βήμα στις 31.8.1997, είχε προσθέσει ένα νέο στοιχείο. Έγραψε συγκεκριμένα: Πριν 170 περίπου χρόνια, ο άγγλος υπουργός Εξωτερικών Ρόμπερτ Κάσλρη (Castlereagh, ο Καστελρήγος, όπως τον έλεγαν τότε εδώ), μαρκήσιος του Londonderry και αδερφοποιτός του Μέττερνιχ, ευχόταν «να καταστή η (επαναστατημένη) Ελλάς όσον το δυνατόν ολιγώτερον επικίνδυνος, ο δε λαός της μικρόψυχος ως τα έθνη του Ινδοστάν» Και σε υποσημείωση έδινε: Prokesh-Osten, Ιστορία της επαναστάσεως των Ελλήνων (1867). Μετάφρ. Γ. Αντωνιάδου, 1878-9, σελ. 183.
Ακριβώς ίδια παραπομπή έδωσε ο Πλωρίτης και σε επόμενο άρθρο του όπου αναφέρθηκε ξανά στην ίδια περικοπή, το 2001. Το έργο αυτό είναι υπαρκτό. Χάρη στο googlebooks βρήκα το βιβλίο του Πρόκες-Όστεν (στα αγγλικά ή στα γερμανικά, δεν θυμάμαι), το φυλλομέτρησα στα πεταχτά, δεν βρήκα όμως τίποτε, κι εκεί έμεινε το πράγμα. Το χειρότερο είναι ότι κάθε τόσο (δηλαδή κάθε πεντέξι μήνες) μου έγραφε κάποιος φίλος του ιστοτόπου, ότι είχε κι αυτός ξεφυλλίσει τον Πρόκες-Όστεν χωρίς να βρει την επίμαχη δήλωση. Μέχρι που ήρθε ο Κρατύλος.
Το μυστήριο της λαθεμένης παραπομπής ξεδιαλύνεται
Αν και ελληνοκεντρικός ιστολόγος, ο Κρατύλος δεν πιστεύει στη δήλωση Κίσινγκερ και θεωρεί τη χρήση της αποπροσανατολιστική. Ο Κρατύλος βρήκε την ελληνική μετάφραση του Πρόκες-Όστεν, την έκδοση στην οποία παραπέμπει ο Πλωρίτης, κι έτσι βεβαιώθηκε ότι η παραπομπή του Πλωρίτη είναι λάθος.
Ανέτρεξα στα πρακτικά της Βουλής των Κοινοτήτων. Όμως, ούτε στον λόγο του Πάλμερστον ούτε στη γενικότερη συζήτηση μπόρεσα να βρω το επίμαχο απόσπασμα ή κάτι που να συγγενεύει αρκετά. Δεν μπορώ να είμαι 100% κατηγορηματικός ότι έκανα σωστά την αναζήτησή μου (δεν διάβασα βέβαια και τις 1100 σελίδες!) αλλά θα με εξέπληττε να υπήρχε και να μου ξέφυγε. Ο λόγος του Πάλμερστον υπάρχει και σε πιο προσιτή μορφή, εδώ. Φυσικά, μπορεί η επίμαχη φράση να έχει ειπωθεί από τον Πάλμερστον σε άλλη ευκαιρία, όσο κι αν αυτό δεν είναι πολύ πιθανό. Πάντως, το σκαιό ύφος της υποτιθέμενης δήλωσης δεν είναι καθόλου αταίριαστο στην εποχή· ο ίδιος ο Πάλμερστον αποδεδειγμένα έχει πει, μιλώντας για την Κίνα και για τα κράτη της Λατινικής Αμερικής, ότι «αυτά τα μισοπολιτισμένα κράτη χρειάζονται ένα μπερντάχι κάθε οχτώ-δέκα χρόνια για να διατηρούνται στην τάξη» (These half-civilised governments all require a dressing down every eight or ten years to keep them in order).
Ίχνη που κάπου οδηγούν
Ωστόσο, ο Μάριος Πλωρίτης, σε άρθρο που έγραψε για τη δήλωση Κίσινγκερ τότε που πρωτοξέσπασε ο καβγάς, στο Βήμα στις 31.8.1997, είχε προσθέσει ένα νέο στοιχείο. Έγραψε συγκεκριμένα: Πριν 170 περίπου χρόνια, ο άγγλος υπουργός Εξωτερικών Ρόμπερτ Κάσλρη (Castlereagh, ο Καστελρήγος, όπως τον έλεγαν τότε εδώ), μαρκήσιος του Londonderry και αδερφοποιτός του Μέττερνιχ, ευχόταν «να καταστή η (επαναστατημένη) Ελλάς όσον το δυνατόν ολιγώτερον επικίνδυνος, ο δε λαός της μικρόψυχος ως τα έθνη του Ινδοστάν» Και σε υποσημείωση έδινε: Prokesh-Osten, Ιστορία της επαναστάσεως των Ελλήνων (1867). Μετάφρ. Γ. Αντωνιάδου, 1878-9, σελ. 183.
Ακριβώς ίδια παραπομπή έδωσε ο Πλωρίτης και σε επόμενο άρθρο του όπου αναφέρθηκε ξανά στην ίδια περικοπή, το 2001. Το έργο αυτό είναι υπαρκτό. Χάρη στο googlebooks βρήκα το βιβλίο του Πρόκες-Όστεν (στα αγγλικά ή στα γερμανικά, δεν θυμάμαι), το φυλλομέτρησα στα πεταχτά, δεν βρήκα όμως τίποτε, κι εκεί έμεινε το πράγμα. Το χειρότερο είναι ότι κάθε τόσο (δηλαδή κάθε πεντέξι μήνες) μου έγραφε κάποιος φίλος του ιστοτόπου, ότι είχε κι αυτός ξεφυλλίσει τον Πρόκες-Όστεν χωρίς να βρει την επίμαχη δήλωση. Μέχρι που ήρθε ο Κρατύλος.
Το μυστήριο της λαθεμένης παραπομπής ξεδιαλύνεται
Αν και ελληνοκεντρικός ιστολόγος, ο Κρατύλος δεν πιστεύει στη δήλωση Κίσινγκερ και θεωρεί τη χρήση της αποπροσανατολιστική. Ο Κρατύλος βρήκε την ελληνική μετάφραση του Πρόκες-Όστεν, την έκδοση στην οποία παραπέμπει ο Πλωρίτης, κι έτσι βεβαιώθηκε ότι η παραπομπή του Πλωρίτη είναι λάθος.
Ακόμα, ο Κρατύλος βρήκε απόσπασμα από ομιλία του Σαράντου Καργάκου, που έδινε τη σωστή παραπομπή: «Στα τέλη του 19ου αιώνα ο λόρδος Λοντόντερυ (Londonderry) είχε πει ότι η Ελλάς, για να καταστεί όσο γίνεται λιγότερο επικίνδυνη, πρέπει ο λαός της να γίνει μικρόψυχος σαν τους λαους του Ινδοστάν» (Βλ. Γ. Φιλάρετου: «Ξενοκρατία καὶ βασιλεία ἐν Ἑλλάδι 1821-1897», σ. 116) Ο λόρδος Λοντόντερυ είναι ο Κάστλρη, πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο (οι ευγενείς και οι απατεώνες έχουν πολλά ονόματα). Το μόνο λάθος που κάνει ο Καργάκος είναι ότι αυτό δεν μπορεί να το είπε ο Κάστρλη/Λοντόντερυ στο τέλος του 19ου αιώνα, αφού είχε αφήσει (αυτόχειρας) τον μάταιο τούτο κόσμο από το 1822. Όμως, η παραπομπή είναι σωστή.
Ο Φιλάρετος ήταν επιφανής αντιμοναρχικός πολιτικός στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, ο «πατέρας της δημοκρατίας» και ο ιδρυτής του Ριζοσπάστη το 1908. Ο Κρατύλος ανέτρεξε στο βιβλίο του και βρήκε το μυστικό (παραθέτω με κοπυπάστη, οπότε ζητώ συγνώμη για τα σκουληκάκια): Ὁ Φιλάρετος παραπέμπει (σελ. 134, παραπομπὴ 2) στὴν Ἱστορία τοῦ Πρόκες Φὸν Ὄστεν, σελ. 183, ἀλλὰ αὐτὴ εἶναι ἡ προηγούμενη παραπομπὴ ἀπὸ αὐτὴν ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει (καὶ μᾶλλον ὁ Μάριος Πλωρίτης τὴν ἀντέγραψε κατὰ λάθος). Τὴν ρῆσιν τοῦ λόρδου Londonderry ἀναφέρει ὁ Φιλάρετος στὴν σελ. 135, παραπέμπει δὲ (σελ. 134, παραπομπὴ 3) στὸ Καρόλου Τάκερμαν, «Οἱ Ἕλληνες τῆς σήμερον», μτφ. Ἀντωνίου Ζυγομαλᾶ, ἔκδ. 1877, σελ. 110.
Άρα, ο αείμνηστος Πλωρίτης μάλλον διέπραξε ένα μικρό βιβλιογραφικό αμάρτημα: δεν παρέθεσε τη δευτερογενή πηγή του (τον Φιλάρετο) αλλά θέλησε να δείξει ότι ανέτρεξε στην πρωτογενή…. και εκεί μπέρδεψε τις παραπομπές κι αντί να επικαλεστεί τον Τάκερμαν έγραψε τον Πρόκες φον Όστεν και μας έβαλε όλους να φυλλομετράμε αυτή τη… γκουμούτσα (είναι πολύτομο το βιβλίο του Όστεν)! Το πιο περίεργο είναι ότι σε προηγούμενο άρθρο του στο Βήμα, στις 10.1.1993, πάλι παραθέτει τη ρήση Καστελρήγου αλλά δίνει τη σωστή παραπομπή στο βιβλίο του Φιλάρετου! Δεν πρέπει να είχε και πολύ ταχτοποιημένα τα χαρτιά του.
Λοιπόν, η ρήση του Κάστλρη παραδίδεται στο βιβλίο «Οι Έλληνες της σήμερον». Συγκεκριμένα, ο Αμερικανός φιλέλληνας Τσαρλς Τάκερμαν, πρέσβης στην Ελλάδα, γράφει: Μετά την ναυμαχίαν του Ναυαρίνου, ο Γουέλινγκτων, ο ημίθεος των Άγγλων, ο αποκαλέσας την νίκην ταύτην ‘ατυχές συμβάν’, εφρόνει ότι ‘η Ελλάς έπρεπε να εξαρτάται καθ’ ολοκληρίαν από την Τουρκίαν’. Την ιδέαν ταύτην υπεστήριζεν και ο λόρδος Londonderry, όστις επεθύμει να καταστή η Ελλάς ‘όσον οίον τε ήττον επικίνδυνος, ο δε λαός της μικρόψυχος ως τα έθνη του Ινδοστάν’. Αυτά, βέβαια, η ελληνική μετάφραση.
Στο βιβλίο δεν υπάρχει παραπομπή που να τεκμηριώνει τα λεγόμενα του Λοντόντερυ, τουλάχιστον στην ελληνική μετάφραση. Το πρωτότυπο το βρήκα μέσω googlebooks, λέγεται The Greeks of To-day, και παρόλο που έχει εκδοθεί το 1866 και σε τρίτη έκδοση το 1873 το περιεχόμενό του δεν είναι διαθέσιμο (No preview available). Αν κάποιος μάστορας της χακεριάς ή της ιστοαναζήτησης βρει το αγγλικό κείμενο του Τάκερμαν, θα μ’ ενδιέφερε να το δω.
Όπως θα μπορούσε κανείς να ψάξει στις αγορεύσεις της Βουλής των Κοινοτήτων την εποχή που ήταν υπουργός εξωτερικών ο Καστελρήγος (από το 1812 ως το 1822 που έκοψε το λαρύγγι του με έναν χαρτοκόπτη) μήπως και βρει το επίμαχο απόσπασμα. Αυτό, το αφήνω ως άσκηση σε άλλους πιο υπομονετικούς. Εδώ που τα λέμε, όποια κι αν ήταν η ακριβής μορφή της ρήσης του Καστελρήγου, μπορούμε να ανασυστήσουμε τα γεγονότα με αρκετή βεβαιότητα.
Από τον Φιλάρετο στον Κίσινγκερ
Το βιβλίο του Φιλάρετου, που περιείχε τη ρήση για το Ινδοστάν, διαβάστηκε πολύ από αντιμοναρχικούς και αριστερούς. Πολλοί θα πρόσεξαν τη ρήση που αποδίδεται στον Καστελρήγο για τα έθνη του Ινδοστάν, πολύ περισσότερο που ο Φιλάρετος βάζει και αστερίσκο και αναστενάζει σε υποσημείωση: σχεδόν το κατόρθωσαν! Ίσως η ρήση του Καστελρήγου/Λοντόντερυ να αναδημοσιεύτηκε και σε άλλα βιβλία, αλλά έτσι κι αλλιώς το βιβλίο του Φιλάρετου επανεκδόθηκε το 1973, οπότε η φράση θα ξαναπροσέχτηκε. Για παράδειγμα, βρήκα βιβλιοκριτική του Ριζοσπάστη το 1983, άσχετη εντελώς με το θέμα Κίσινγκερ, όπου ο βιβλιοκριτικός, μιλώντας για την εξάρτηση του νεοελληνικού κράτους, κάνει λόγο για τη ρήση του Λοντόντερυ περί Ινδοστάν.
Θέλω να πω, καθώς η ρήση του Καστελρήγου είχε ξαναέρθει στην επιφάνεια, δεν είναι απίθανο να χρησίμεψε σαν υπόδειγμα ή πηγή έμπνευσης σε εκείνον που χάλκευσε τη δήλωση Κίσινγκερ. Να προσθέσουμε ότι την εποχή που ο Κίσινγκερ ήταν υπουργός εξωτερικών, κι ενώ είχε γίνει η τουρκική εισβολή στην Κύπρο, και συγκεκριμένα τον Μάρτιο του 1975, είχε γραφτεί στον ελληνικό τύπο (και είχε αμέσως διαψευστεί από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ) μια άλλη δήλωση Κίσινγκερ, που έγινε μέσα σε αεροπλάνο προς οικείους του, ότι αν ο Κ. Καραμανλής επέμενε στις αδιάλλακτες θέσεις του για το Κυπριακό, μπορεί να ανατρεπόταν.
Όλα αυτά μπορεί να δίνουν κάποιες ιδέες για το ποιοι και πώς χάλκευσαν τη δήλωση Κίσινγκερ, όμως μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε. Να προσθέσω ότι ένα άλλο ερέθισμα που ίσως να συνέβαλε στη δημιουργία της δήλωσης είναι μια πολύ παρόμοια δήλωση που υποτίθεται πως έχει ειπωθεί για τους Ινδούς από τον βαρόνο Μακόλεϊ. Στα αγγλικά:
I have travelled across the length and breadth of India and I have not seen one person who is a beggar, who is a thief. Such wealth I have seen in this country, such high moral values, people of such caliber, that I do not think we would ever conquer this country, unless we break the very backbone of this nation, which is her spiritual and cultural heritage, and, therefore, I propose that we replace the old and ancient education system, her culture, because if the Indians think that all that is foreign and English is good and greater than their own, they will lose their self-esteem, their native self-culture and they will become what we want them to be, a truly dominated nation.
Οι ομοιότητες με τη δήθεν δήλωση Κίσινγκερ είναι εκπληκτικές, θα συμφωνήσετε θαρρώ μαζί μου. Και, κατά πάσα πιθανότητα, η δήλωση Μακόλεϊ επίσης δεν έγινε ποτέ.
Δεν αποκλείεται λοιπόν ο χαλκευτής να ανακάτεψε Μακόλεϊ με Καστελρήγο. Αλλά, ξαναλέω, αυτά είναι εικασίες που μόνο ακαδημαϊκό ενδιαφέρον έχουν.
Ο Φιλάρετος ήταν επιφανής αντιμοναρχικός πολιτικός στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, ο «πατέρας της δημοκρατίας» και ο ιδρυτής του Ριζοσπάστη το 1908. Ο Κρατύλος ανέτρεξε στο βιβλίο του και βρήκε το μυστικό (παραθέτω με κοπυπάστη, οπότε ζητώ συγνώμη για τα σκουληκάκια): Ὁ Φιλάρετος παραπέμπει (σελ. 134, παραπομπὴ 2) στὴν Ἱστορία τοῦ Πρόκες Φὸν Ὄστεν, σελ. 183, ἀλλὰ αὐτὴ εἶναι ἡ προηγούμενη παραπομπὴ ἀπὸ αὐτὴν ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει (καὶ μᾶλλον ὁ Μάριος Πλωρίτης τὴν ἀντέγραψε κατὰ λάθος). Τὴν ρῆσιν τοῦ λόρδου Londonderry ἀναφέρει ὁ Φιλάρετος στὴν σελ. 135, παραπέμπει δὲ (σελ. 134, παραπομπὴ 3) στὸ Καρόλου Τάκερμαν, «Οἱ Ἕλληνες τῆς σήμερον», μτφ. Ἀντωνίου Ζυγομαλᾶ, ἔκδ. 1877, σελ. 110.
Άρα, ο αείμνηστος Πλωρίτης μάλλον διέπραξε ένα μικρό βιβλιογραφικό αμάρτημα: δεν παρέθεσε τη δευτερογενή πηγή του (τον Φιλάρετο) αλλά θέλησε να δείξει ότι ανέτρεξε στην πρωτογενή…. και εκεί μπέρδεψε τις παραπομπές κι αντί να επικαλεστεί τον Τάκερμαν έγραψε τον Πρόκες φον Όστεν και μας έβαλε όλους να φυλλομετράμε αυτή τη… γκουμούτσα (είναι πολύτομο το βιβλίο του Όστεν)! Το πιο περίεργο είναι ότι σε προηγούμενο άρθρο του στο Βήμα, στις 10.1.1993, πάλι παραθέτει τη ρήση Καστελρήγου αλλά δίνει τη σωστή παραπομπή στο βιβλίο του Φιλάρετου! Δεν πρέπει να είχε και πολύ ταχτοποιημένα τα χαρτιά του.
Λοιπόν, η ρήση του Κάστλρη παραδίδεται στο βιβλίο «Οι Έλληνες της σήμερον». Συγκεκριμένα, ο Αμερικανός φιλέλληνας Τσαρλς Τάκερμαν, πρέσβης στην Ελλάδα, γράφει: Μετά την ναυμαχίαν του Ναυαρίνου, ο Γουέλινγκτων, ο ημίθεος των Άγγλων, ο αποκαλέσας την νίκην ταύτην ‘ατυχές συμβάν’, εφρόνει ότι ‘η Ελλάς έπρεπε να εξαρτάται καθ’ ολοκληρίαν από την Τουρκίαν’. Την ιδέαν ταύτην υπεστήριζεν και ο λόρδος Londonderry, όστις επεθύμει να καταστή η Ελλάς ‘όσον οίον τε ήττον επικίνδυνος, ο δε λαός της μικρόψυχος ως τα έθνη του Ινδοστάν’. Αυτά, βέβαια, η ελληνική μετάφραση.
Στο βιβλίο δεν υπάρχει παραπομπή που να τεκμηριώνει τα λεγόμενα του Λοντόντερυ, τουλάχιστον στην ελληνική μετάφραση. Το πρωτότυπο το βρήκα μέσω googlebooks, λέγεται The Greeks of To-day, και παρόλο που έχει εκδοθεί το 1866 και σε τρίτη έκδοση το 1873 το περιεχόμενό του δεν είναι διαθέσιμο (No preview available). Αν κάποιος μάστορας της χακεριάς ή της ιστοαναζήτησης βρει το αγγλικό κείμενο του Τάκερμαν, θα μ’ ενδιέφερε να το δω.
Όπως θα μπορούσε κανείς να ψάξει στις αγορεύσεις της Βουλής των Κοινοτήτων την εποχή που ήταν υπουργός εξωτερικών ο Καστελρήγος (από το 1812 ως το 1822 που έκοψε το λαρύγγι του με έναν χαρτοκόπτη) μήπως και βρει το επίμαχο απόσπασμα. Αυτό, το αφήνω ως άσκηση σε άλλους πιο υπομονετικούς. Εδώ που τα λέμε, όποια κι αν ήταν η ακριβής μορφή της ρήσης του Καστελρήγου, μπορούμε να ανασυστήσουμε τα γεγονότα με αρκετή βεβαιότητα.
Από τον Φιλάρετο στον Κίσινγκερ
Το βιβλίο του Φιλάρετου, που περιείχε τη ρήση για το Ινδοστάν, διαβάστηκε πολύ από αντιμοναρχικούς και αριστερούς. Πολλοί θα πρόσεξαν τη ρήση που αποδίδεται στον Καστελρήγο για τα έθνη του Ινδοστάν, πολύ περισσότερο που ο Φιλάρετος βάζει και αστερίσκο και αναστενάζει σε υποσημείωση: σχεδόν το κατόρθωσαν! Ίσως η ρήση του Καστελρήγου/Λοντόντερυ να αναδημοσιεύτηκε και σε άλλα βιβλία, αλλά έτσι κι αλλιώς το βιβλίο του Φιλάρετου επανεκδόθηκε το 1973, οπότε η φράση θα ξαναπροσέχτηκε. Για παράδειγμα, βρήκα βιβλιοκριτική του Ριζοσπάστη το 1983, άσχετη εντελώς με το θέμα Κίσινγκερ, όπου ο βιβλιοκριτικός, μιλώντας για την εξάρτηση του νεοελληνικού κράτους, κάνει λόγο για τη ρήση του Λοντόντερυ περί Ινδοστάν.
Θέλω να πω, καθώς η ρήση του Καστελρήγου είχε ξαναέρθει στην επιφάνεια, δεν είναι απίθανο να χρησίμεψε σαν υπόδειγμα ή πηγή έμπνευσης σε εκείνον που χάλκευσε τη δήλωση Κίσινγκερ. Να προσθέσουμε ότι την εποχή που ο Κίσινγκερ ήταν υπουργός εξωτερικών, κι ενώ είχε γίνει η τουρκική εισβολή στην Κύπρο, και συγκεκριμένα τον Μάρτιο του 1975, είχε γραφτεί στον ελληνικό τύπο (και είχε αμέσως διαψευστεί από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ) μια άλλη δήλωση Κίσινγκερ, που έγινε μέσα σε αεροπλάνο προς οικείους του, ότι αν ο Κ. Καραμανλής επέμενε στις αδιάλλακτες θέσεις του για το Κυπριακό, μπορεί να ανατρεπόταν.
Όλα αυτά μπορεί να δίνουν κάποιες ιδέες για το ποιοι και πώς χάλκευσαν τη δήλωση Κίσινγκερ, όμως μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε. Να προσθέσω ότι ένα άλλο ερέθισμα που ίσως να συνέβαλε στη δημιουργία της δήλωσης είναι μια πολύ παρόμοια δήλωση που υποτίθεται πως έχει ειπωθεί για τους Ινδούς από τον βαρόνο Μακόλεϊ. Στα αγγλικά:
I have travelled across the length and breadth of India and I have not seen one person who is a beggar, who is a thief. Such wealth I have seen in this country, such high moral values, people of such caliber, that I do not think we would ever conquer this country, unless we break the very backbone of this nation, which is her spiritual and cultural heritage, and, therefore, I propose that we replace the old and ancient education system, her culture, because if the Indians think that all that is foreign and English is good and greater than their own, they will lose their self-esteem, their native self-culture and they will become what we want them to be, a truly dominated nation.
Οι ομοιότητες με τη δήθεν δήλωση Κίσινγκερ είναι εκπληκτικές, θα συμφωνήσετε θαρρώ μαζί μου. Και, κατά πάσα πιθανότητα, η δήλωση Μακόλεϊ επίσης δεν έγινε ποτέ.
Δεν αποκλείεται λοιπόν ο χαλκευτής να ανακάτεψε Μακόλεϊ με Καστελρήγο. Αλλά, ξαναλέω, αυτά είναι εικασίες που μόνο ακαδημαϊκό ενδιαφέρον έχουν.
http://infognomonpolitics.blogspot.com/2010/05/blog-post_7147.html
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)