Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 30 Απριλίου 2011

H Λεωφόρος Αλεξάνδρας και η άτυχη πριγκίπισσα Αλεξάνδρα (1870 – 1891)



Το όνομα της πριγκίπισσας Αλεξάνδρας  δόθηκε στον  έρημο χωματόδρομο, που ένωνε την λεωφόρο Πατησίων με τους Αμπελόκηπους. Το Πεδίον του Άρεως θα δημιουργηθεί πολύ αργότερα, το 1934.

Ποια ήταν όμως η Πριγκίπισσα Αλεξάνδρα;
Στην Αθήνα της δεκαετία του 1880 δεν υπήρχε, σαφέστατα, τηλεόραση και ραδιόφωνο. Για τους «δυστυχείς» Αθηναίους δεν υπήρχαν οι γάμοι των επωνύμων (ή, απλώς, ανόητων ανθρώπων) για να τους γεμίζουν την πλήξη τους. Τα μάτια των, τότε, ανθρώπων (όπως και των σημερινών) ήταν στραμμένα σε οτιδήποτε
διέφερε απ αυτούς και μπορούσε να γεμίσει τη μίζερη ζωή τους. Γι αυτό η προσοχή τους ήταν στραμμένη στους γάμους της πριγκίπισσας Αλεξάνδρας (1870 – 1891), κόρης του Γεωργίου Α΄ και της Όλγας .
Παντρολογούσαν, λοιπόν, την πριγκίπισσα Αλεξάνδρα (δεκαεξάχρονη παιδούλα) με τον Μεγάλο Δούκα Παύλο Αλεξάνδροβιτς της Ρωσίας. Ο γαμπρός ήταν αξιόλογος, ως προς τον τίτλο, και οι πρώτοι Γλύξμπουργκ της Ελλάδας  ήταν ιδιαίτερα ικανοποιημένοι για την τύχη της κόρης τους, αλλά και για την προβολή της οικογενείας στα μάτια του Ελληνικού Λαού. Οι εφημερίδες έγραφαν ασταμάτητα για τη μικρή ξανθή πριγκίπισσα, μέχρι και ο Γεώργιος Σουρής εξέφρασε τον καημό του με το στίχο: «…θα πω στην Αλεξάνδρα, εκείνον τον ρωσόφρονα να μην τον πάρει άνδρα…»  Ο μπαμπάς Γεώργιος Α΄ έτριβε τα χέρια του από την ικανοποίηση, αλλά στην τσέπη δεν τα έβαλε. Και ενώ οι γονείς των κοινών θνητών αποφασίζουν να προικίσουν, οι ίδιοι, τα παιδιά τους, σε τούτη την περίπτωση ο ελληνικός λαός ανέλαβε να προικίσει, από το υστέρημα του, τη βασιλοπούλα με 400.000 δραχμές (αναλογιστείτε ότι το μεροκάματο δεν ξεπερνούσε τις 3 δρχ.)
Η τύχη, όμως, της πριγκίπισσας δεν ήταν καλή. Επίσημα ήταν η Μεγάλη Δούκισσα της Ρωσίας, αλλά  υπέφερε, εκεί στα ξένα, και μελαγχολούσε. Τελικά, θα πεθάνει κατά τη δεύτερη γέννα σε ηλικία, μόλις 21 ετών και με πολλές υποψίες για ραδιουργίες του συζύγου της. Ο απαρηγόρητος γαμπρός, την επόμενη της κηδείας θα αφήσει τα δυο παιδιά του στον αδελφό του, που ήταν άτεκνος και θα παντρευτεί τη Ολγα Βαλεριάνοβνα Καρνόβιτς (χωρισμένη με τρία παιδιά), με την οποία θα αποκτήσει άλλα τρία παιδιά και θα ζήσει στο Παρίσι, αφού ο δεύτερος γάμος έγινε χωρίς τη συγκατάθεση του Τσάρου, ο οποίος και τον εξόρισε. Και ενώ ο ελληνικός λαός συνέχιζε να πληρώνει τη δόση του για την προίκα της Αλεξάνδρας, ο Παύλος “έτρωγε” την προίκα με την Όλγα στα Παρίσια. Ωραία που ΄ναι η ζωή!!!
Ο γιος της Αλεξάνδρας ήταν Ντιμίτρι Παυλοβιτς Ρομανώφ, ένας από τους δολοφόνους του μοναχού Ρασπουτιν. Εγγονός της ήταν ο Πώλ Ρωμανόφσκι-Ιλλίνσκι, Δήμαρχος του  Παλμ Μπίτς στη Φλόριδα των Ηνωμένων Πολιτειών από το 1988 έως το 1999.

Πηγή: www.24grammata.gr

Κυριακή 17 Απριλίου 2011

Το όραμα της αυθεντικής ελληνικότητας

Με την πεποίθηση ότι η διάσωση και η διάδοση της εθνικής μας παράδοσης είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωση της εθνικής μας ταυτότητας, ο συλλέκτης Ίων Βορρές αφιερώθηκε εφ’ όρου ζωής στο μεγάλο του όραμα και διηγείται την περιπέτειά του.

 
 «Αποφάσισα να κάνω κάτι για να περισώσω και να προβάλω την αυθεντική ελληνικότητα», εξηγεί ο κ. Βορρές.

Μας καλωσορίζει με χειροποίητη φρέσκια λεμονάδα. Τη φτιάχνουν καθημερινά στο σπίτι από τα μοσχοβολιστά λεμόνια που προέρχονται από τα δέντρα του κήπου, μιας και, μαζί με λίγο τζιν, αποτελεί το αγαπημένο του ποτό. Παρατηρώ την εικόνα στην επιφάνεια του τραπεζιού. Απεικονίζει τον Στάικο Σταϊκόπουλο στο Ανάπλι (η σπανιότητά του έγκειται στο γεγονός ότι αποτελεί αντίγραφο έργου του προσωπικού ζωγράφου του Οθωνα, Πέτερ φον Ες) το οποίο, όπως μου διηγείται ο κ. Βορρές, αποτελούσε κάποτε το καπάκι ενός βαρελιού. «Το ανακάλυψα σ’ ένα παλαιοπωλείο. Προέρχεται από την παλιά ξακουστή ταβέρνα του Τσουτσούρη στην Πλάκα. Έλεγαν τότε ότι στο καπάκι του βαρελιού υπήρχε μία επιγραφή, με τη φράση: Τα κοπανούν οι φίλοι για γούρι! Αυτό ακριβώς το καπάκι μεταμορφώθηκε σε τραπεζάκι που κατέληξε σήμερα να κοσμεί ένα μέρος του σπιτιού μου».
Οκτώβριος του 1962. Επειτα από απουσία δεκαπέντε ετών στον Καναδά, ο κ. Ίων Βορρές επιστρέφει στην Αθήνα με σκοπό να εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα. Ξεκινά τότε για τον ίδιο, όπως μας εξομολογείται, μια περιπέτεια ζωής. «Η περιπέτεια άρχισε από την πρώτη μέρα. Οσο περίεργο κι αν ακούγεται, το σπίτι μου και το Μουσείο Βορρέ είναι αποτέλεσμα ενός ψυχικού και αισθητικού σοκ. Οταν ήρθα, έφριξα με τη τσιμεντοποίηση, την κακογουστιά και τη περιβαλλοντική φθορά που μάστιζαν τη μεταπολεμική Ελλάδα. Κάπως έτσι αποφάσισα λοιπόν να κάνω κάτι για να περισώσω και να προβάλω κάποια στοιχεία της αυθεντικής ελληνικότητας».
Αγόρασε στη συνέχεια μια περιοχή περίπου δύο στρεμμάτων, στην Παιανία, τη γενέτειρα του Δημοσθένη, λίγο έξω από την Αθήνα. Ηταν μια έκταση στο λεγόμενο παλιό χωριό. Υπήρχαν δύο εγκαταλελειμμένα χωριάτικα σπίτια και ένας στάβλος διακοσίων ετών. Το οικόπεδο ήταν γεμάτο από πεταμένες μυλόπετρες, στόμια πηγαδιών, γούρνες και πολλά άλλα λαογραφικού περιεχομένου στοιχεία. «Φανταζόμουν ότι κάποτε θα βαρεθούμε το τσιμέντο. Οτι θα θελήσουμε να γυρίσουμε για λίγο στις ρίζες μας αλλά, δυστυχώς, δεν έχουν απομείνει και πολλές ρίζες. Δεν ήμουν αρχιτέκτονας, αλλά είχα ένα όραμα κι έτσι βρήκα αυτά τα παλιά σπίτια, τον στάβλο, την παλιά αποθήκη και τα διαμόρφωσα. Ήθελα να στείλω ένα μήνυμα στους συμπατριώτες μου, να αποδείξω ότι μπορούμε να σώσουμε κάτι από την παρελθόν μας. Πρώτα απ’ όλα το έκανα για τον εαυτό μου». Ομως, όπως συμβαίνει σε τέτοιου είδους περιπτώσεις, όταν κάποιος διαφοροποιείται από το μέσο όρο, δέχεται καταιγισμό κριτικής από τους συμπολίτες του. «Ετσι και ξεφύγεις από την πεπατημένη θα σε κατηγορήσουν οι πάντες. Ήμουν, ωστόσο, υποχρεωμένος να ακολουθήσω τη διαίσθησή μου. Όταν οι άλλοι πήγαιναν δεξιά εγώ κατευθυνόμουν αριστερά, όταν ανέβαιναν εγώ κατέβαινα, γιατί αυτό που επιζητούσα ήταν να είμαι ανεξάρτητος».
Όντας αναρχικός με την καλή έννοια, όπως εξηγούν οι συνεργάτες του, αλλά και πρωτοπόρος, εγκαταστάθηκε στην Παιανία και άρχισε να αναστηλώνει τα παλιά ερείπια. Στο μεταξύ, οργίασε όλη η περιοχή με διάφορες φήμες. Η μία ήταν χειρότερη από την άλλη. «Ορισμένοι έλεγαν ότι θα γίνει κακόφημο νυχτερινό κέντρο. Άλλοι, βλέποντας τους παλιούς τοίχους να αναστηλώνονται, επέμεναν ότι θα λειτουργήσει εδώ κέντρο γυμνιστών ή χαρτοπαικτική λέσχη. Κάποιοι, πάλι, διατείνονταν ότι θα στέγαζε κέντρο επικίνδυνης θρησκευτικής αίρεσης. Ο θόρυβος ήταν τέτοιος που τελικά με επισκέφθηκε ο Μητροπολίτης για να μάθει την πραγματικότητα για να λάβει φυσικά τη διαβεβαίωση ότι όλα αυτά ήταν “φαντασιοπληξίες εκ του πονηρού”».

Η ελληνική ομορφιά
Μπαίνοντας στο σαλόνι, το βλέμμα σταματά αναπόφευκτα στην παλιά πέτρινη γούρνα με τα πολύχρωμα αποξηραμένα αμάραντα. «Τα συλλέγουμε από τους κήπους, τα αφήνουμε στον ήλιο για είκοσι ημέρες προκειμένου να τα αποξηράνουμε και κατόπιν τα τοποθετούμε στη γούρνα όπου διατηρούνται για τέσσερα έως πέντε χρόνια σε πολύ καλή κατάσταση. Μετά, πρέπει να τα αντικαταστήσουμε εξαιτίας της σκόνης», εξηγεί ο κ. Βορρές. «Αυτή η γούρνα είναι μυλόπετρα του ελαιοτριβείου της Παιανίας και σήμερα η αξία της ξεπερνά τις 5.000 ευρώ. Οταν οι παλιοί ιδιοκτήτες της δεκαετίας του ’60 γκρέμισαν το ελαιοτριβείο, κατέστρεψαν τα πάντα, στέλνοντάς τα όλα στα σκουπίδια. Ετρεχα από πίσω τους για να σώσω τις πέτρες, τις οποίες στη συνέχεια χρησιμοποιούσα για τραπέζια, πάντα στολισμένα με λουλούδια. Εδειξα όμως έτσι, ότι η ελληνική ομορφιά δεν είναι αποκλειστικότητα των σύγχρονων αρχιτεκτόνων και ντεκορατέρ αλλά μπορεί να εντοπιστεί με επιτυχία στις παλιές παραδόσεις».
Πιστός στη ρήση του Θουκυδίδη ότι «η Τέχνη απαιτεί κουράγιο», ο κ. Ίων Βορρές οπλίστηκε με επιμονή κι υπομονή, προκειμένου το όραμά του να γίνει πραγματικότητα. Θυμάται, σαν να συμβαίνει τώρα, την εποχή που οι ντόπιοι τον αποκαλούσαν «τρελοαμερικάνο», τότε που ο πατέρας του δεν του μιλούσε για αρκετά μεγάλο διάστημα. «Ήταν αναμενόμενο ότι ο αείμνηστος πατέρας μου, ένας πρακτικός και επιτυχημένος επιχειρηματίας, αγωνιούσε διαρκώς για την ακατάσχετη αιμορραγία της οικογενειακής περιουσίας εξαιτίας της υλοποίησης του καλλιτεχνικού οράματός μου. Πριν πεθάνει, με παρακάλεσε να επισκεφθώ έναν φίλο του ψυχίατρο μήπως και καταφέρει να με θεραπεύσει από την αχαλίνωτη συλλεκτική μου μανία, την οποία πολύ σωστά θεωρούσε σοβαρή ασθένεια». Επισκέφθηκε μάλιστα δύο ψυχιάτρους, έναν στην Αθήνα και έναν στην Ελβετία. «Αμφότεροι με διαβεβαίωσαν ότι η ασθένειά μου είναι ανίατη και πρότειναν να παρηγορηθώ με το γεγονός ότι υπάρχουν χειρότερα νοσήματα. Προς μεγάλη μου έκπληξη, ανακάλυψα αργότερα ότι και οι δύο ήταν επίσης φανατικοί συλλέκτες!»
Τα αντικείμενα του σπιτιού προέρχονται από κάθε γωνιά της Ελλάδας. Νησιώτικοι καναπέδες, μια ναυτική κασέλα του 18ου αιώνα από τη Λέσβο και τα ζωγραφισμένα, σκαλιστά ή φτιαγμένα από ελαφαντόδοντο μπαούλα που χρησιμοποιούσαν οι ναυτικοί. Τα κιούπια και η γούρνα απ’ όπου έπιναν νερό τα άλογα, μεταμορφώθηκαν σε ανθοδοχεία. Η μαύρη μυλόπετρα του ελαιοτριβείου μετατράπηκε σε κεντρική τραπεζαρία και αγαπημένη γωνία του κ. Βορρέ που έχει δεξιωθεί εδώ ανθρώπους της Τέχνης, πρωθυπουργούς και αρχηγούς κρατών.

 
Δείγματα Τέχνης και λαογραφίας διακοσμούν το σπίτι.

Αναπολεί την επίσημη δεξίωση που δόθηκε το 1983 στο Μουσείο, προς τιμήν του Καναδού πρωθυπουργού Πιερ Τριντό που δεν είχε πολύ χρόνο στη διάθεσή του. «Ανησυχούσα πολύ μήπως και δεν προλάβω να του δείξω το μουσείο. Η Μελίνα, που εκτελούσε χρέη οικοδέσποινας εκείνη τη βραδιά, έσπευσε να με διαβεβαιώσει “μην ανησυχείς, άστον σε μένα”. Στις δύο το πρωί, ο κ. Τριντό και η συνοδεία του ήταν ακόμα εδώ. Χόρευαν συρτάκι με λυμένες τις γραβάτες, απολαμβάνοντας μια γνήσια ελληνική βραδιά». Κάτι παρόμοιο συνέβη πέρυσι τον Οκτώβριο, όταν η γενική κυβερνήτης του Καναδά κ. Μισέλ Ζαν μαζί με τον σκηνοθέτη σύζυγό της Ζαν-Ντανιέλ Λαφόν και πολυπληθή συνοδεία επισκέφθηκαν το μουσείο όπου ο κ. Βορρές τους ξενάγησε πριν παραθέσει δεξίωση προς τιμήν τους στο σπίτι του.
Η καναδική πρεσβεία μας είχε ειδοποιήσει ότι λόγω πιεσμένου προγράμματος οι επίσημοι προσκεκλημένοι είχαν ελάχιστο χρόνο στη διάθεσή τους και έπρεπε να βιαστούμε. Τελικά η κυβερνήτης και ο σύζυγός της έδειξαν τόσο ενδιαφέρον για το μουσείο που η ξενάγηση κράτησε πάνω από μιάμιση ώρα, ενώ δεν ξεκολλούσαν από τη δεξίωση παρά το ότι η ώρα ήταν πλέον περασμένη. Η βραδιά αυτή επιφύλασσε και μια ξεχωριστή έκπληξη για τον κ. Βορρέ, όταν η κυβερνήτης του απένειμε το ανώτατο τιμητικό παράσημο «Order of Canada» για τη συνολική προσφορά του στον πολιτισμό και στη σύσφιγξη των πολιτιστικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών.
Δεν βασίστηκε ποτέ σε αρχιτεκτονικά σχέδια για τις παρεμβάσεις που έκανε. «Ήμουν πολύ τυχερός που βρήκα στην Παιανία εξαιρετικούς τεχνίτες, γνώστες της λαϊκής μας παράδοσης, οι οποίοι συντέλεσαν να υλοποιηθεί το όραμά μου. Σήμερα, δυστυχώς δεν υπάρχουν πια τέτοιοι μάστορες».
Το γραφείο όπου περνά πολλές ώρες της ημέρας, είναι πάνω στον πύργο, εκεί όπου ήταν ο παλιός στάβλος. Εδώ υπαγορεύει συχνά στην Έλενα Κορακιανίτη, συνεργάτιδά του τα τελευταία 23 χρόνια, τα κείμενά του. «Αυτός ο χώρος παρουσιάζει ιστορία 2.000 ετών. Το τζάκι, ύψους 12 μέτρων, προστέθηκε αργότερα για να ζεσταίνει το δωμάτιο αφού δεν υπάρχει κεντρική θέρμανση». Απέναντι στο τραπεζάκι εποχής είναι τοποθετημένες φωτογραφίες με υψηλούς καλεσμένους που έχουν φιλοξενηθεί κατά καιρούς. Τους πέτρινους τοίχους, που χρονολογούνται από τον 18ο αιώνα, κοσμούν δύο κρητικές εικόνες εκείνης της εποχής. Στο πάτωμα είναι τοποθετημένα διάφορα αρχαία αντικείμενα, ένα μεσαιωνικό κηροπήγιο και μία μυλόπετρα. Σε μια εσοχή στον τοίχο υπάρχουν ερυθρόμορφα και μελανόμορφα αγγεία του 5ου π.Χ. αιώνα. Η μεγάλη ξύλινη πόρτα έχει θέα στην αυλή που τα βράδια είναι φωταγωγημένη, ενώ στο βάθος πάνω σε μια λίμνη από νούφαρα ξεπροβάλλει ένα στόμιο πηγαδιού.
Σε όλο το σπίτι, διάσπαρτα στους τοίχους, είναι τοποθετημένα περίφημα συριανά πιάτα (τα λένε Συριανά όχι επειδή προέρχονται από τη Σύρο αλλά επειδή τα παράγγελναν Συριανοί έμποροι από την Αγγλία) του 19ου αιώνα. «Η συλλογή μου αυτή αριθμεί περίπου 300 πιάτα από διάφορες περιοχές της Ελλάδας και η αξία τους αγγίζει τις 50.000 ευρώ», σημειώνει ο κ. Βορρές.

Ο καθρέπτης του συλλέκτη
Αναφέρεται στην ιστορία του «έργου ζωής», όπως αποκαλεί το σπίτι – μουσείο όπου διαμένει και αναβιώνει ένα πλούσιο μωσαϊκό από ανθρώπινες εμπειρίες. «Ξαφνιάζομαι κι εγώ ο ίδιος για το τι είναι ικανός να κάνει ένας συλλέκτης, προκειμένου να αποκτήσει ένα έργο που επιθυμεί». Θυμάται την περίπτωση μιας θαυμάσιας εικόνας του 17ου αιώνα που επί χρόνια προσπαθούσε να αποκτήσει από μια «καχύποπτη χήρα γειτόνισσά του» όπως περιγράφει, η οποία αρνιόταν να του την πουλήσει. «Χρησιμοποίησα κάθε μέσο για να τη μεταπείσω. Καθημερινά σχεδόν της έστελνα λουλούδια, σοκολάτες, λιχουδιές, ακόμα και σαμπάνιες. Στην απελπισία μου της πρότεινα μάλιστα και γάμο, τον οποίο ευτυχώς αρνήθηκε. Λίγο αργότερα όμως απεβίωσε -ίσως και από το σοκ της πρότασής μου!- και έτσι τελικά απέκτησα την πολυπόθητη εικόνα από τους κληρονόμους της σε προσιτή τιμή».
Μεταφερόμαστε στο άλλο καθιστικό με τα έπιπλα των αρχών του 19ου αιώνα και απολαμβάνουμε την εσωτερική αυλή που περιβάλλεται από παλιές ξερολιθιές. «Εδώ το σπίτι είχε καταρρεύσει, αλλά δεν ξαναέχτισα τους τοίχους. Τοποθέτησα τζαμαρίες κι έφερα παλιά κρήνη 300 ετών από το Πήλιο για να περιστοιχίσουν έξω τους τοίχους του προαυλίου χώρου». Φροντίζει ο ίδιος για κάθε λεπτομέρεια κι έχει πάντα τον τελευταίο λόγο για την ταξινόμηση των αντικειμένων και τις μετατροπές που χρειάζονται να γίνουν στους χώρους. Αλλωστε, όπως αναφέρει, «η σχέση του συλλέκτη με τη συλλογή του είναι ένας συναισθηματικός δεσμός μιας ολόκληρης ζωής. Η συλλογή του αποτελεί και καθρέπτη του εαυτού του, καθρέπτη του πνευματικού και αισθητικού του είναι».

Πηγή: [Χρύσα  Κλειτσιώτη, Έθνος]

Τα αρχαία Ελληνικά ξίφη

ΤΟ ΦΑΣΓΑΝΟ Η ΣΦΑΓΑΝΟ

Το φάσγανο ή σφάγανο θεωρείται σαν το πρώτο πολεμικό ξίφος των Ελληνικών ιστορικών χρόνων αναφερόμενο στο έπος της Ιλιάδας από τον Όμηρο καθώς και στην γραμμική γραφή Β. Το φάσγανο ήταν ένα μακρύ δίκοπο αιχμηρό ξίφος από ορείχαλκο – μπρούντζο – ή χαλκό με μήκος από 0.80 εκ. έως και πέραν του 1.00 μ. και κατάλληλο για νυκτικά κυρίως κτυπήματα.

Υπήρχαν διαφόρων τύπων φάσγανα όπως τα στρογγυλεμένης ράχης του ΙΣΤ’ π.X. αιώνα που την θέση τους πήραν τον επόμενο αιώνα δύο νέοι τύποι ξιφών στερεότερων από τα προηγούμενα, τα αγκιστροειδούς ράχης και τέλος τα σταυρωτής ράχης με ενιαίο έλασμα και λαβή που κατέληγε κατά κανόνα σε μεγάλο σφαίρωμα σχήματος μήλου. Οι διαφορές αυτές εστιάζονταν κυρίως στις κατασκευαστικές λεπτομέρειες των σημείων μεταξύ των λαβών τους και του ελάσματος και όχι στο καθαυτό σχήμα τους.

Κύριο χαρακτηριστικό των φασγάνων ήταν η κατά μήκος και στο μέσον του ορειχάλκινου ή χάλκινου ελάσματός τους νεύρωση μειούμενης διατομής που τους έδινε την απαιτουμένη σταθερότητα και αλυγισία απαραίτητη άλλωστε λόγω του μεγάλου μήκους τους και του είδους του μετάλλου κατασκευής τους. (Σχ. 1,2,3)

Φάσγανο Σταυρωτής Ράχης


Φάσγανο Αγκιστρωτής Ράχης

Φάσγανο Στρογγυλής Ράχης

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΠΑΘΟΜΑΧΑΙΡΑ

Επίσης με την ίδια ονομασία φάσγανο αναφέρονται και στην Μεγάλη Ελληνική εγκυκλοπαίδεια του Παύλου Δρανδάκη εις το λήμμα ξίφος σχετικά κοντές χάλκινες ή ορειχάλκινες – νεότερες – σπαθομάχαιρες του ΙΒ’ π.Χ. αιώνα μήκους από 50 έως 60 εκ. Οι σπαθομάχαιρες αυτές που ευρέθησαν από τον Γερμανό αρχαιολόγο Ερρίκο Σλήμαν στις ανασκαφές των τάφων των Ατρειδών βασιλέων των Μυκηνών καθώς και στις ανασκαφές της Τροίας ήταν μονής ή διπλής κόψης και χρησίμευαν για την σφαγή των ζώων που προορίζονταν για τις θυσίες στους Ολύμπιους Θεούς. Η λαβή τους ήταν προέκταση του ελάσματός τους ήταν καλυμμένη με ξύλινα ή κοκάλινα καπάκια και τελείωνε σε κρίκο αναρτήσεως του ξίφους – σπαθομάχαιρας.

ΤΟ ΟΜΗΡΙΚΟ ΞΙΦΟΣ

Στην πρώιμη εποχή του ορειχάλκου και σαν ακραία εξέλιξη του φασγάνου παρουσιάζεται ένα ξίφος που είχε την μονοκόμματη κατασκευή των φασγάνων δηλαδή το ενιαίο ελάσματος και λαβής καθώς και το μέγιστο του πλάτους του ελάσματος αλλά με σαφέστατα μικρότερο μήκος.

Έτσι το εν λόγω ξίφος παρουσίαζε τριγωνική ισοσκελή μορφή και κατασκευαζόταν τόσο από χαλκό όσο και από ορείχαλκο με μέσο μήκος ελάσματος περί τα 0.60 εκ. Το ξίφος αυτό ονομάστηκε Ομηρικό ξίφος, δεν αναφέρεται στην γραμμική γραφή Β είχε αγκιστρωτή ράχη και εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται έως το 1200 π.Χ. Ο Ερρίκος Σλήμαν κατά την διάρκεια των ανασκαφών του στα ανάκτορα των Ατρειδών βασιλέων στις Μυκηνών βρήκε ξίφος της ιδίας περιόδου εξ’ ολοκλήρου από χαλκό και με αμφίστομο έλασμα μήκους 0.60 εκ.

Όπως και το φάσγανο είχε την χαρακτηριστική νεύρωση στην μέση και κατά μήκος του ελάσματος και η οστέινη ή ξύλινη λαβή του στερεωνόταν με αριθμό καρφιών που δεν ήταν πάντα ο ίδιος. Παρόμοιος τύπος ξίφους βρέθηκε στην Ολυμπία με μήκος λεπίδας όμως περί το 1.00μ.

Ομηρικό Ξίφος

ΤΟ ΑΟΡ

Το ξίφος αυτό του 1000 – 1200 π.Χ. ονομάστηκε άορ από το ρήμα αίρω – σηκώνω – δεδομένου ότι για να λειτουργήσει θλαστικά το ξίφος έπρεπε πριν το κτύπημα καταφοράς να σηκωθεί ψηλά. Από το ίδιο ρήμα προέρχεται και η λέξη αορτήρας που προσδιόριζε τον ειδικό δερμάτινο ιμάντα – τελαμώνα. από τον οποίο κρεμόταν το άορ από τον δεξιό ώμο του πολεμιστή χιαστί στο αριστερό πλευρό του.

Ερώτημα υπάρχει ως προς τον τόπο της αρχικής προέλευσής του δεδομένου ότι η ξένη σχετική βιβλιογραφία αναφέρει σαν χώρα εισαγωγής του σχεδίου του ξίφους την Κεντρική Ευρώπη μέσo Ιταλίας και ιδιαίτερα μέσo μισθοφόρων της εποχής. Εύστοχα ο μελετητής κ. Δημήτρης Καμπούρης σε σχετική του δημοσίευση στο τεύχος 4 του Οκτωβρίου του 1996 της Στρατιωτικής Ιστορίας παρατηρεί ότι κανένας πολιτισμός της Κ. Ευρώπης δεν άνθιζε στην μεταλλουργεία το 1200 έως το 1000 π.Χ. για να γίνει τέτοιου είδους κατασκευή ούτε αναφέρονται πουθενά Ευρωπαίοι μισθοφόροι στο στρατό των Μυκηνών για να δικαιολογηθεί η εκ μέρους τους εισαγωγή του.

Κατά τον ίδιο μελετητή το γεγονός ότι οι πρώτες ύλες για την κατασκευή των ξιφών εισάγονταν από τα μεταλλεία εκείνων των περιοχών μέσο των ελληνικών αποικιών της Α’ αποίκησης δικαιολογεί ως ένα βαθμό τουλάχιστον την σύγχυση σχετικά με τον τόπο καταγωγής του ξίφους. Το άορ ήταν αρκετά βαρύ σαν ξίφος διότι έφερε φαρδιά νεύρωση εκατέρωθεν του ελάσματός του προς ενίσχυσή του και κατασκευαζόταν τόσο από σίδερο όσο και από ορείχαλκο, είχε δε την λαβή του σαν προέκταση του ελάσματός του και διέθετε υποτυπώδη ημικυκλικό φυλακτήρα που στερεωνόταν στην λαβή με καρφιά – περτσίνια σιδερένια ή μπρούντζινα αναλόγως.

Η λεπίδα του άορος ήταν μειούμενης διατομής προς την λαβή πράγμα που έκανε το ξίφος να έχει καλύτερο ζύγισμα και ως εκ τούτου να είναι αποτελεσματικότερο στις ατομικές μονομαχίες παρά το γεγονός ότι ήταν αρκετά βαρύτερο του φασγάνου. Λόγω δε ακριβώς του βάρους του αυτού ήταν καταλληλότερο για θλαστικά πλήγματα καταφοράς απ’ ότι για νυκτικά κτυπήματα. Η λαβή του είχε ελαφρώς ατρακτοειδές σχήμα και κατέληγε σε σφαίρωμα σχήματος μανιταριού. Το μήκος του άορος δεν ήταν σταθερό και έχουν βρεθεί σε ανασκαφές ξίφη από 0.70 έως και πέραν του 1.00 μ. μήκος.

Αορ

ΤΟ ΟΠΛΙΤΙΚΟ ΞΙΦΟΣ

Το οπλιτικό ξίφος προερχόταν σχεδιαστικά από το άορ. Ήταν γνωστό από τον Ε’ π.Χ αιώνα και ιδιαίτερα από τους Μηδικούς πολέμους και ο πολεμιστής που το χειριζόταν ονομαζόταν οπλίτης από την ασπίδα που κρατούσε και που λεγόταν «όπλον». Το ξίφος αυτό ήταν από σίδερο με κοντύτερο έλασμα αλλά περισσότερο φαρδύ από του άορος με συνολικό μήκος από 0.60 έως 0.65 εκ. Το έλασμά του ήταν φυλλόσχημο μειούμενης διατομής προς την λαβή του που αποτελούσε συνέχειά της και χωριζόταν απ’ αυτήν με οριζόντιο φυλακτήρα από σίδερο ή μπρούντζο.

Στο μέσον και κατά μήκος του ελάσματός του έφερε κατά κανόνα αύλακα ή νεύρωση. Η λαβή του είχε ατρακτοειδές σχήμα που καλυπτόταν με τεμάχια ξύλου, μετάλλου ή οστού που στερεώνονταν με διαμπερή καρφιά – περτσίνια και κατέληγε σε κοντό κυλινδρικό σφαίρωμα επίσης από σίδερο ή μπρούντζο. Η θήκη του κατασκευαζόταν από ξύλο επενδυμένο με δέρμα και πλούσιο κομψό μπρούντζινο διάκοσμο ή από φύλλο μετάλλου και το σχήμα της ήταν παραλληλόγραμμο ή ελαφρώς μειούμενης διατομής προς την βάση της.

Στο Καμποβάλανο της Ιταλίας και ιδιαίτερα στο Μουσείο Κιέτι υπάρχουν μερικά ενδιαφέροντα και χαρακτηριστικά δείγματα ελληνικών οπλιτικών ξιφών.

Οπλιτικό Ξίφος - Hoplite Sword

ΤΟ ΣΠΑΡΤΙΑΤΙΚΟ – ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΚΟ ΞΙΦΟΣ

Το λακεδαιμονικό ξίφος ή «ξυήλη» προερχόταν απ’ ευθείας από το γνωστό Ελληνικό οπλιτικό ξίφος και αποτελούσε το κυρίως επιθετικό όπλο των Σπαρτιατών από τον ΣΤ’ έως και τον Δ’ αιώνα π.Χ. Είχε πολύ μικρότερο μήκος από το οπλιτικό ξίφος και ως εκ τούτου το φυλλοειδές σχήμα του ελάσματός του ήταν περισσότερο έντονο απ’ ότι στο οπλιτικό ξίφος. Ήταν εξ’ ολοκλήρου από σίδερο και η λαβή του αποτελούσε συνέχεια του ελάσματός του που είχε μήκος από 30 έως 35 εκ. και με συνολικό μήκος ξίφους περί τα 45 εκ.

Είχε σταυροειδή σιδερένιο ή μπρούντζινο χειροφυλακτήρα και η ξύλινη ή κοκάλινη λαβή του στερεωνόταν επάνω σ’ αυτήν με δύο μπρούντζινα ή σιδερένια καρφιά -περστίνια και τελείωνε σε κοντόχονδρο κυλινδρικό σφαίρωμα. Ηθελημένα οι οπλίτες Σπαρτιάτες χρησιμοποιούσαν τόσο κοντό ξίφος διότι σαν παγκρατιστές – γνώστες δηλαδή των πολεμικών τεχνών της εποχής τους σε μάχη σώμα με σώμα – επεδίωκαν την εκ του συστάδην συμπλοκή με τον αντίπαλο όπου σαφώς υπερτερούσαν κατά κανόνα. Αυτό δικαιολογείται αν λάβουμε υπ’ όψιν μαρτυρίες Ελλήνων και ξένων ιστορικών που αναφέρουν ότι κάθε οπλίτης Σπαρτιάτης αντιστοιχούσε σε δυναμικότητα μάχης όσο τουλάχιστον πέντε από οποιουσδήποτε άλλους οπλίτες της εποχής.

Η θήκη του ήταν φαρδιά ξύλινη επενδυμένη με δέρμα και ο χειροφυλακτήρας της λαβής του ξίφους ήταν κρυμμένος μέσα στο στόμιο του κολεού ο οποίος είχε υψωμένες περιφερειακά προεξοχές που λειτουργούσαν σαν άγκιστρα εμποδίζοντας την μη ηθελημένη έξοδο του ξίφους από την θήκη. Το ξίφος κρεμόταν από δύο κρίκους στην θήκη με την βοήθεια λουριού – τελαμώνα – από τον δεξιό ώμο χιαστί στο αριστερό πλευρό του οπλίτη.

Δεν έχουν δυστυχώς διασωθεί πραγματικά δείγματα του είδους αυτού παρά μόνο ένα χάλκινο αναθηματικό ομοίωμα πραγματικών όμως διαστάσεων από την Κρήτη πιθανόν από τάφο Σπαρτιάτη που πολέμησε και έπεσε εκεί. Οι λοιπές κατασκευαστικές λεπτομέρειες καθώς και ο διάκοσμος της θήκης του τεκμαίρονται από παραστάσεις αγγείων και αναθηματικών πλακών.

Το Σπαρτιατικό ξίφος αποτελούσε φοβερό νηκτικό όπλο εύκολο στην χρήση του αφού απαιτούσε μικρό χώρο για τον χειρισμό του, στα επιδέξια όμως χέρια των Σπαρτιατών πολεμιστών γινόταν και επικίνδυνο θλαστικό όπλο καταφοράς. Η περιορισμένη όμως χρήση του ξίφους μόνο σχεδόν από τους Λακεδαιμονίους και ειδικά από πολύ εξειδικευμένους οπλομάχους του είδους οδήγησε στην μη ευρεία χρήση του Σπαρτιατικού – Λακεδαιμονικού ξίφους και ως εκ τούτου στην σταδιακή κατάργησή του.

Ξίφος Λακαιδεμονίων

Η ΘΛΑΣΤΙΚΗ ΝΑΥΤΙΚΗ ΣΠΑΘΟΜΑΧΑΙΡΑ

Η μοναδική απεικόνιση στην οποία παρουσιάζεται σαφώς η ναυτική Ελληνική θλαστική σπαθομάχαιρα προέρχεται από μια τοιχογραφία λυκιακού ταφικού μνημείου από το Ελμελί της Μικράς Ασίας. Πρόκειται για μια βαριά και πλατιά περίπου 5-6 εκ. παραλληλόγραμμη σιδερένια σπαθομάχαιρα μονής κόψης και μήκους περί τα 0.60 εκ. γνωστής από το 500 π.Χ. και με ανάγλυφη νεύρωση σαν Τ (ταυ) στην μία στενή όψη της λάμας. (σόκορο λάμας). Το σχετικά μικρό μήκος της ήταν ιδανικό για τις μάχες σε στενούς μικρούς και συνωστισμένους χώρους όπως ήταν τα καταστρώματα των πολεμικών πλοίων της εποχής.

Η αιχμή της ήταν οξεία και τριγωνική και το όπλο χρησιμοποιήθηκε ευρέως στην ναυμαχία της Σαλαμίνας το 480 π.Χ. τόσο από τους Αθηναίους πεζοναύτες της εποχής όσο και από τους συμμάχους τους Σικυώνιους πεζοναύτες τους λεγόμενους και «επιβάτες». Η λαβή της και η φύλαξη της λαβής της είχαν την κλασική μορφή των λαβών των ξιφών της εποχής τους με πιθανή διαφοροποίηση στο τελείωμα της λαβής όπου το σφαίρωμα ενδέχεται να μην ήταν κυλινδρικό αλλά σφαιρικό.

Σπαθι Επιβατών

Η ΚΟΠΙΔΑ

Η κοπίδα ή κοπίς ήταν σπαθί καταφοράς που έκανε την εμφάνισή του στον ελληνικό χώρο τον Ε’ αιώνα π.Χ και καθιερώνεται αργότερα τον Δ’ αιώνα π.Χ. κατά την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου εναντίον των Περσών παράλληλα με το οπλιτικό ξίφος το οποίο μέχρι την κατάργησή του συνυπήρχε με αυτήν. Το ξίφος αυτό ήταν γνωστό στην Ιταλία από τον Η’ αιώνα π.Χ. απ’ όπου έγινε γνωστό και στην Ιβηρική χερσόνησο – με το όνομα “falcata” - όπου και βρέθηκαν πολλά δείγματα του είδους αυτού όπως και στην Γαλατία και ιδιαίτερα στην κοιλάδα του ποταμού Μάρνη από τους αγώνες των Γαλατών κατά των Ρωμαίων κατακτητών.

Αξιοσημείωτη αλλά όχι και αποδεδειγμένη είναι η μορφολογική σχέση που έχει με την κοπίδα – ως προς το σχήμα του αλάσματός της – η ανατολίτικης προέλευσης σπαθομάχαιρα “giatagan” καθώς και η ασιατική παραδοσιακή Νεπαλέζικη σπαθομάχαιρα “kukri” της φυλής των πολεμιστών Γκούρκας. Δεδομένης όμως της επιρροής που άσκησε η παρουσία των στρατευμάτων του Μεγάλου Αλεξάνδρου στους διάφορους λαούς της Ασίας και ως εκ τούτου και στα οπλικά τους συστήματα ο συσχετισμός αυτός δεν είναι ιδιαίτερα παρακινδυνευμένος πλην όμως δεν έχει αποδειχτεί και ιστορικά.

H κοπίδα ήταν σιδερένια μονόκοπη σπαθομάχαιρα με βαρύ μπροστόβαρο έλασμα και καμπύλη κλειστή, είχε ραμφόσχημη λαβή ξύλινη, κοκάλινη ή μεταλλική και η χρήση της ήταν περισσότερο για θλαστικά κτυπήματα καταφοράς παρά για νυκτικά. Το πρόσθετο βάρος της κοπίδας και το κακό σχετικά ζύγισμά της δεν αποτέλεσε μειονέκτημα για το νέο όπλο που γρήγορα υιοθετήθηκε από όλες σχεδόν τις κατηγορίες των οπλιτών της εποχής λόγο των ισχυρών και αποτελεσματικών πληγμάτων της.

ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΞΙΦΟΣ

Τα στρατεύματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου στις μάχες τους εναντίον των Περσών πολεμούσαν με διαφόρους τύπους σιδερένιων ξιφών ήδη γνωστών και με δοκιμασμένη αποτελεσματικότητα όπως το οπλιτικό ξίφος και η κοπίδα. Το καθ’ αυτό και αμιγές μακεδονικό ξίφος παρουσιάστηκε κατά την μετά τον Μέγα Αλέξανδρο εποχή. Ουσιαστικά επρόκειτο για μιά περισσότερο εξελιγμένη μορφή του άορος και του οπλιτικού ξίφους με σαφή επιρροή και από το κοντό λακεδαιμονικό – σπαρτιατικό ξίφος την «ξυήλη».

Ήταν σχετικά κοντύτερο, ελαφρότερο και με μικρότερο πλάτος ελάσματος από το οπλιτικό ξίφος. Ήταν σαφώς νυκτικό όπλο αιχμηρό και με αυξημένη διατρητικότητα πλην όμως ποτέ δεν θεωρήθηκε σαν όπλο πρωτεύον από τους Μακεδόνες εφ’ όσον μετά την σάρισα σαν πρωτεύον όπλο θεωρούσαν το δόρυ και τα πάσης φύσεως ακόντια.

Είχε μικρή σταυροειδή φύλαξη και η λαβή του που ήταν συνέχεια του ελάσματός του καλυπτόταν με ξύλο, μέταλλο ή οστό και κατέληγε σε καρδιόσχημο, ραμφόσχημο ή κυλινδρικό σφαίρωμα. Η θήκη του ήταν ξύλινη επενδυμένη με δέρμα και έφερε μεταλλικά διακοσμητικά τελειώματα τόσο στο επάνω μέρος όσο και στο αιχμηρό κάτω μέρος της και κρεμόταν στο αριστερό πλευρό του πολεμιστή χιαστί από τον δεξιό ώμο με την βοήθεια ιμάντα – τελαμώνα.

Μακεδονικό Ξίφος

Η ΡΟΜΦΑΙΑ

Το όπλο αυτό ήταν η μετεξέλιξη του μονόκοπου θρακιώτικου ξίφους που αναφέρεται στην Ιλιάδα του Ομήρου. Επρόκειτο για μιά μεγάλου μεγέθους κυρτή σπάθη μονής κόψης όχι ιδιαίτερα φαρδιάς που είχε συνολικό μήκος περί το 1.20 – 1.30 εκ του οποίου μήκους το 1/3 αποτελούσε την ξύλινη περιελιγμένη με δερμάτινο ιμάντα διπλή λαβή του. Στο σημείο της ένωσης του ελάσματος με την λαβή το ξύλο φάρδαινε από την μία πλευρά τόσο όσο να γίνει μια κυκλική οπή απ’ όπου πιθανότατα μέσο δερμάτινου ιμάντα θα κρεμόταν η σπάθη από την ζώνη του πολεμιστή.

Η ρομφαία δεν ανήκει στα όπλα τα αποκλειστικώς χρησιμοποιηθέντα από Έλληνες δεδομένου ότι πλην των Θρακών πελταστών - ανεξάρτητες ομάδες ακροβολιστών – το όπλο αυτό το χρησιμοποιούσε ευρέως και ένας άλλος γνωστός λαός των Βαλκανίων οι αρχαίοι Δάκες πρόγονοι των σημερινών Ρουμάνων. Η μορφή της ρομφαίας άλλαξε κατά καιρούς από το 400 έως το 100 π.Χ. και στην αποφασιστική μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ. χρησιμοποιήθηκαν από τον Περσέα τον τελευταίο Μακεδόνα βασιλιά Θράκες και Μακεδόνες ρομφαιοφόροι εναντίον των Ρωμαίων κατακτητών.

Το σχήμα της την εποχή εκείνη είχε διαφοροποιηθεί και χρησιμοποιήθηκε κυρίως θλαστικά και κοπτικά και λιγότερο νυκτικά δεδομένου ότι το έλασμά της έγινε ευθύ κοντύτερο, πλατύτερο και ως εκ τούτου περισσότερο βαρύ ενώ το τελείωμά της έγινε δρεπανοειδές διατηρούμενης της διπλής ξύλινης λαβής της.

Σημείωση: Λόγω της χρονολογικής παλαιότητας των ελληνικών ξιφών και γενικότερα του μη ιδιαίτερα ανθεκτικού των μετάλλων κατασκευής των όπλων της Αρχαίας προκλασικής, κλασικής και ελληνιστικής εποχής υπάρχουν λίγα δείγματα των ειδών τους σκορπισμένα σε όλη την Μεσογειακή λεκάνη και όχι μόνο ενώ πολλές μορφές τους έχουν τεκμηριωθεί και αναπαραχθεί μέσα από παραστάσεις αγγείων και αναθηματικών πλακών ταφικών μνημείων. Η ακριβής χρονολόγηση της αρχής ή του τέλους χρησιμοποίησης κάποιου από αυτά τα όπλα είναι χρονικά ασαφής και παρακινδυνευμένη .

Επίσης αρκετά ασαφής και αδιευκρίνιστος είναι και ο ακριβής χρόνος μετάβασης από το ένα μέταλλο κατασκευής τους στο άλλο καθ’ όσον η τέχνη της μεταλλουργίας αναπτυσσόταν ραγδαία μεταξύ των λαών της Κεντρικής Ευρώπης και της Μεσογειακής λεκάνης και ιδιαίτερα κατά την διάρκεια των ελληνιστικών χρόνων. Πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν ότι κατά την αρχαιότητα τα μέταλλα και τα κράματά τους χρονολογικά επικάλυπταν το ένα το άλλο με αποτέλεσμα να συνυπάρχουν κατά τις μεταβατικές τους χρονικές περιόδους χάλκινα με ορειχάλκινα, ορειχάλκινα με σιδερένια και πολύ αργότερα σιδερένια με χαλύβδινα – ατσάλινα – όπλα.

Έτσι η χρονολόγησή τους είναι σχετική και κατά προσέγγιση κάποιων δεκάδων ετών ή και περισσότερο ακόμη και αν είναι αντικείμενα που έχουν χρονολογηθεί εκ των υστέρων με την σύγχρονη μέθοδο του Άνθρακα 14.

Πηγή:

Παρασκευή 15 Απριλίου 2011

ΖΕΑ - Η χειραγώγηση της μνήμης μέσω του ψωμιού και του "ΕΓΩ"

Ζειά - "αλευρι ντινγκελ"‏

Όμάδα επιστημόνων έφθασε εις τήν Θεσσαλονίκην, όπου εύρισκες τότε ανθρώπους άπό όλες τις φυλές. Ήρεύνησε προσε­κτικά και έδημοσίευσε τό 1922...

τό πρώτο σύγγραμμα διά τις ομάδες αίματος και τις ιδιαιτερότητες εκάστης. Οί Έλληνες είναι κατά πλει­οψηφία "0" ομάδος και οί υπόλοιποι "Α" ομάδος, οί Χάζαροι είναι "Β" ομάδος κ.λπ.

Αρχάς του 1923 στέλνουν εις τήν Θεσσαλονίκη ένα ζευγάρι ιατρών διά νά εξετάσει τήν διατροφήν τών Ελλήνων, επηρε­ασμένη άπό τόν Ιπποκράτη, ό όποιος έλεγε εις τους ασθενείς "φάρ­μακο σου είναι ή τροφή σου". Άρα αυτοί έσκέφθησαν, έχει καθιερώ­σει εις τόν Έλληνα υγιεινή διατροφή, ποια είναι όμως ή βασική τροφή; Οί ερευνηταί κατέληξαν, σύντομα, ότι βασική τροφή τών Ελλήνων είναι τό ψωμί.

Τό ψωμί όμως τών Ελλήνων ήταν από Ζειά και όχι άπό σιτάρι. Είς τά χημικά εργαστήρια συνέκριναν γρήγορα αλεύρι άπό Ζειά και Σιτάρι καί μέχρι τό 1926 διαπιστώνουν ότι: Είς τόν εγκέφαλο του ανθρώπου υπάρχει ένας αδένας μεγέθους διδράχμου τόν όποιον ονόμασαν "Αμυγδαλή" ή "Αμύγδαλα". Αυτός ό άδήν δημιουργεί τήν μνήμην καί τήν φαντασίαν είς τους ανθρώπους με 300 διαφορετικές πρωτεΐνες (Αμινοξέα). Αυτές οί πρωτεΐνες διά νά συνδεθούν μεταξύ των καί νά δημιουργήσουν τά συμπλέγματα της μνήμης καί νά διατηρηθούν αυτά είς τόν χρόνον, χρειάζονται μίαν δύναμιν, μίαν κόλλα, διά νά κολλήσουν (λεπτομέρειες περί μνήμης είς τό "Αφύπνισις"). Αυτήν τήν κόλλα τήν προσφέρουν οί τροφές μας καί τήν ονομάζουμε πρωτεΐνη στηρίξεως, πού σημαίνει συγκόλλησις καί σταθεροποίησις τής μνήμης.

Τό ψωμί πού τρώμε άπό τό Σιτάρι έχει τελείως διαφορετικές πρωτεΐνες στηρίξεως άπό τό ψωμί άπό τη Ζειά. Εδώ ακριβώς έγκειται καί ή διαφορά τους. Είς τό Σιτάρι υπάρχει άφθονη ή γλουτένη. Ή γλουτένη είναι μία ισχυρή κόλλα καί χρησιμοποιείται ώς φυσική κόλλα ύπό τών ανθρώπων στην καθημερινή ζωή των. Ή γλουτένη όμως ώς πρωτείνη - στη­ρίξεως- (συγκόλλησις) τών πρωτεϊνών του εγκεφάλου διά τήν δημιουργίαν τής μνήμης είναι καλή μέν, διότι δημιουργεί ίσχυράν μνήμην, αλλά περιορισμένην, διότι συγκολλά περισσότερες πρωτεΐνες των απαιτουμένων και περιορίζει τό απόθεμα αυτών. Αποτέλεσμα είναι να περιορίζει την μνήμην εις πολύ λίγες εικόνες. Έτσι καταστρέφει τήν φαντασίαν και τό δημιουργικό πνεύμα.

Είναι δε εγκληματική, διότι έμμεσα καταστρέφει τήν ύγείαν και τό πνεύμα, τήν πρόοδον και τον πολιτισμόν του ανθρώπου. Ή γλουτένη του σιταριού καταστρέφει τήν ύγείαν, τό πνεύμα, τήν μεγαλοφυίαν, τον πολιτισμόν της άνθρωπότητος, διότι ώς ισχυρή κόλλα έπικολλάται εις τά τοιχώματα όλων τών αγγείων πού διέρχε­ται, πεπτικούς σωλήνες, έντερα, φλέβες, αρτηρίες κ.λπ. Ένεκα τούτου παρακωλύει τήν σωστήν πέψιν, κενώσεις και κυκλοφοριαν του αίματος, μέ τις αντίστοιχες επιβαρύνσεις είς τήν ύγείαν. Είς τόν εγκέφαλον ώς πρωτεΐνη στηρίξεως κολλά ισχυρά τις πρωτεΐνες τής μνήμης μέ αποτέλεσμα, ό,τι παραστάσεις και ιδέες έβίωσεν τό παιδί είς τήν ήλικίαν 3-7 ετών, όσο λανθασμένες καί άν είναι, όσο πιό δυνατές και ξεκάθαρες αποδείξεις περί πλάνης του και άν του παρουσιάσεις αργότερα, δεν πρόκειται ώς ενήλικας νά άπορρίψη τις αποθηκευμένες μνήμες και δοξασίες του περί θεού, πολιτικής, κ.λπ.

Δι' αυτό ακριβώς οί θρησκείες, οι Δικτάτορες, οι έξουσιασταί μας μέ διάφορα τεχνάσματα καί ωραία λόγια προσπαθούν νά ποδηγετήσουν τά παιδιά άπό μικρή ηλικία και έσοφίστηκαν τά κατηχητικά, τις πολιτικές νεολαίες. Οί Δικτάτορες καί οί Τραπεζίτες είσήγαγον τήν πολιτικήν είς τά σχολεία μέ πρόφασιν, δήθεν, τήν προπαρασκευήν ενήμερων πολιτών, ενώ στην ουσία εκπαιδεύουν τυφλούς δούλους του τραπεζικού συστήματος. Όποιος από εσάς πιστεύει είς τήν ανεξάρτητον σκέψιν τών ανθρώπων, ας άγωνισθή διά τήν κατάργησιν του συνδικαλισμού είς όλα τά σχολεία, πλην πανεπιστημίων.

Επομένως ή γλουτένη του σιταριού είναι καί ή τροχοπέδη τής εξελίξεως καί του πολιτισμού. Ταυτοχρόνως, τροχοπεδεί και τήν έλευθέραν σκέψιν καί πνευματικήν άνοδον του άνθρωπου και τόν καθιστά δούλον του ιερατείου, του κατεστημένου, διότι αγωνίζεται και θυσιάζεται δια αξίες πού του ενέπνευσαν τά οργανωμένα συμφέ­ροντα και όχι ή φύσις. Είναι όλοι οι αγώνες του εναντίον των φυσικών νόμων.

Αντίθετα ή πρωτεΐνη στηρίξεως της Ζειά (πληθυντικός Ζειαΐ) δια­σπάται από τά ένζυμα και αφομοιώνεται σάν καλή τροφή άπό τόν οργανισμό. Αυτό τό χαρακτηριστικό της την κάνει πολύτιμη εις τόν ανθρώπινο οργανισμό. Διότι ενώ χρησιμεύει ώς πρωτεΐνη "στηρίξεως" (συγκόλλησις - σταθεροποίησις) εις τις πρωτείνες μνήμης του εγκεφάλου, δεν μπλοκάρει αυτόν, δέν δημιουργεί σταθερές και άναλοίωτες ενώ­σεις σάν βαρύδια στον έγκέφαλον, ώς ή γλουτένη του σιταριού, και αφήνει τόν εγκέφαλο νά λειτουργή ελεύθερα νά συλλαμβάνη, νά σκέπτεται νέες ιδέες, δοξασίες, νά δημιουργεί όνειρα, φαντασία, επιστήμη, κ.λπ. Οί αρχαίοι Έλληνες τό εγνώριζαν πολύ καλά αυτό, δι' αυτό εκτρέφοντο μόνο μέ Ζειά εγνώριζαν ότι ή Ζειά τρέφει τό πνεύμα. Αυτό μας τό λέει ό Αισχύλος εις τό ύμνον του προς τήν Δήμητρα:

"Δήμητερ ή θρέψασα τήν έμήν φρένα είναι με άξιον τών σων μυστηρίων"(Αισχύλος)

Επίσης δέν φράσσει τά αγγεία πού διέρχεται, φλέβες, αρτηρίες, κ.λπ. Δέν παρουσιάζει τις πολλές ασθένειες πού παρουσιάζει ή γλουτένη. Έπί πλέον ή Ζειά περιέχει άφθονα βιταμίνη Ο και πολλά ιχνοστοι­χεία πού χρειάζεται ό οργανισμός μας, συν τό άμινοξύ "Λυσίνη" τό πολυτιμωτατο συστατικον δια τόν οργανισμό μας, πού σήμερα οί άνθρωποι τό αγοράζουμε πανάκριβα ώς συμπλήρωμα τής διατροφής μας, ένώ θά τό είχαμε άπό τό ψωμί της Ζειάς δωρεάν.

Η Ζειά:

1.- Βοηθάει στην άπορρόφησιν τών θρεπτικών συστατικών (ca, mg) κ.ά.

2.- Καταστέλλει τις φλεγμονές πού χρονίζουν στον οργανισμό καίκαταστρέφουν τα υγιή κύτταρα.

3.- Καταστέλλει τα ένζυμα του καρκινικού κυττάρου (εμποδίζει τήν ανάπτυξιν και μετάστασιν του καρκίνου).

4.- Περιέχει τό βασικό αμινοξύ Λυσίνη (Lycin) πού ενισχύει τό ανοσοποιητικό σύστημα και είναι τό βασικό στοιχείο στην βιοχημική λειτουργία του εγκεφάλου.

Έκτος των ανωτέρω τά άρτοπαρασκευάσματα άπό αλεύρι Ζειάς είναι εύγεστα καί άσυγκρίτως νοστιμότερα άπό τά αντίστοιχα μέ αλεύρι σιταριού.

Έάν δέ φάτε ψωμί ή μακαρόνια άπό Ζειά θά ερωτήσετε, τον κρέμασαν οι Έλληνες αυτόν που τους έστέρησε αυτήν τήν ασύγκριτη άπόλαυσιν;

Θά πάρετε τήν άπάντησιν ότι, του στή­νουν συνεχώς ανδριάντες σέ πλατείες, στην Βουλή, και δίδουν τό όνομα του στις λεωφόρους γιά νά μην τό ξεχάσουν ποτέ. Καί τότε θά διερωτηθήτε, τί φταίει; Νά φταίει άραγε ή μεγάλη πανουργία καί εμπειρία των κοσμοκρατόρων μόνον, ή μήπως ή δουλικότης των μωροφιλόδοξων και λοιπών οργανωμένων στις μυστικές εταιρείες των;

Νομίζω πώς όλα αυτά δέν θά ήσαν αρκετά νά τυφλώσουν τον λαό μας καί δέν θά έπετύγχανον, έάν δέν υπήρχε τό ακαλλιέργητο, τό πρωτόγονο ΕΓΩ του, τό όποιο αντιδρά σκληρά καί δέν δέχεται τό αντίθετο, όσο καθαρά καί άν απόδειξης τήν πλάνην του. Μέ τό ακαλλιέργητο ΕΓΩ δέν δύναται νά παραδεχθή ότι οί γονείς του έπλανήθησαν, διότι τότε αισθάνεται ότι μειώνεται ή προσωπικότης του καί τό κύρος του, ένώ τό καλλιεργημένο ΕΓΩ, όταν πεισθή ότι έπλανήθη τό παραδέχεται αμέσως μέ ψηλά τό κεφάλι καί υπερή­φανα, διότι έτσι νοιώθει ότι είναι ισχυρό, επειδή επεβλήθη τών ενστί­κτων καί τής μικροπρέπειας.

Ερευνώντας ή επιτροπή, πού αναφέραμε πιό πάνω, τό διαιτολόγιο τών αρχαίων Ελλήνων έμεινε έκπληκτος. Οί αρχαίοι δέν έτρωγαν ψωμί άπό σιτάρι. Τό σιτάρι τό είχαν ώς τροφή τών ζώων καί τό (ονό­μαζαν πυρρό. Έτρωγαν μόνον ψωμί άπό Ζειά ή Κριθάρι καί έν ανάγκη μόνον από κριθάρι ανάμεικτο με Σιτάρι. Ό Μέγας Αλέξανδρος έτρε­φε την στρατιάν του μόνο μέ Ζειά, διά νά είναι οι άνδρες του υγιείς και πνευματικά ανεπτυγμένοι. Αν οι αρχαίοι Έλληνες έτρωγαν ψωμί άπό σιτάρι δέν θά είχαν τόσο ύψηλήν πνευματικήν άνάπτυξιν.Μ όλις οι κοσμοκράτορες έδιάβασαν αυτήν τήν έκθεσιν τής επι­τροπής, δίδουν εντολή το 1928 νά αναιρεθή αμέσως ή καλλιέργεια Ζειά στην Ελλάδα, και μόνον στην Ελλάδα. Διά νά μειώσουν μέ το σιτάρι τήν πνευματικήν άνάπτυξιν των Ελλήνων, μειώνοντας τήν άντίληψίν τους και οργανώνοντας ταπεινήν έκπαίδευσιν των παιδιών τους καί διδάσκοντας τις πολιτικές τους εις τά σχολεία και πολιτικοποιούντες τα εις τά κόμματα που αυτοί ελέγχουν απόλυτα, για νά ποδηγετήσουν πλήρως εις πρώτον χρόνον τους Έλληνας. Ενώ τώρα αναμειγνύοντας τους μέ αλλοδαπούς, θέλουν νά τους εξαφανί­σουν τελείως.

Ναι άλλα πώς θά τό επιτύχουν αυτό; Αμέσως δίδουν έντολήν είς τόν τέκνον των τον Βενιζέλο νά έπιστρέψη στην Ελλάδα καί νά εξαφάνιση τήν Ζειά. Οπότε βλέπουμε τόν Βενιζέλο νά έπιστρέφη στην Ελλάδα μετά άπό 8 χρόνια αυτοε­ξορίας του, νά άνασκουμπώνεται και νά ορμά σάν λέων κατά τής Ζειάς. Μέσα σέ 60 χρόνια μόνον ήλλοίωσαν τήν πνευματικήν ύπεροχήν του σκέπτεσθαι τών Ελλήνων, τους έκαναν αδιάφορους, άβουλους, μέ μετρίαν αντίληψιν και φιλάσθενους καί τώρα μέ τους αλλοδαπούς επιδιώκουν τόν πλήρη εξαφανισμό τής φυλής των, ένώ συγχρόνως ξοδεύουν δισεκατομμύρια δολλάρια οι φιλεύσπλαχνοι διά νά μην εξαφανισθούν οί οχιές, κόμπρες, πάντα καί άλλα ζώα καί ερπετά. Όλα τά ανωτέρω περί Ζειά, γλουτένης καί σωστής διατροφής μέ λεπτομέρειες καί τάς παραμέτρους όλων αυτών καί τήν ύγιεινήν θά τά βρήτε είς τά εμπνευσμένα καί καλομελετημένα βιβλία "Τό Όλον" καί τό «ΌΛ-ΟΝ» Ένα βιβλίο γιά τήν "ΊΑΣΗ", του πρωτοποριακού μελετητή Μιχάλη Γρηγορίου..

Προς τό τέλος του 1928 ό "Εθνάρχης" μας Βενιζέλος, προφανώς μετά άπό κάποια εντολή, μέ της Αμύνης τά Παιδιά, τυφλά εις τον νουν καί την κρίσιν, και διψασμένα τό πώς νά ευχαριστήσουν καλλί­τερα τόν άρχηγόν των έκήρυξαν τόν πόλεμον κατά της Ζειάς καί, έφορμήσαντες ακαταμάχητοι, ένίκησαν νίκην λαμπράν και εις βραχύτατον χρόνον 4 ετών δεν υπήρχε εις την Ελλάδα ούτε ένα σπυρί Ζειάς γιά σπόρο. Είπαν εις τόν λαό ότι ή Ζειά είναι ζωοτροφή, δι' αυτό τά λεξικά την γράφουν έκτοτε ζωοτροφή και ότι είναι βλαβερή στην υγεία. Αυτό τό πρόβαλαν έντονα τά ΜΜΕ καί σέ 4 χρόνια έξηφανίσθη η Ζειά. Όλοι οί Έλληνες εγκατέλειψαν τήν Ζειά μόνον ένας άπό όλους κράτησε σπόρο Ζειάς.



Καί σήμερα 2010 καλλιεργεί Ζειά μόνον ένας ό Γ.Α. είς ένα χωριό καί κατασκευάζει μακαρόνια άπό αλεύρι Ζειάς, τά όποια είναι υπερβολικά νοστιμώτερα άπό τά μακαρόνια του σίτου. Τήν έπιθεσίν του κατά τής Ζειάς ό "εθνάρχης" μας τήν ήρχισε μέ τήν αθρόα εισαγωγήν αλεύρων σίτου ύπό τών φίλων του. Οί φίλοι του έγιναν πάμπλουτοι καί έξέσπασε τότε τό μέγα διά τήν έποχήν και γνωστό ώς "Σκάνδαλο τών αλεύρων". Μέσα είς 4 χρόνια οί Έλλη­νες είχαν ξεχάσει τήν Ζειά τελείως καί οί φίλοι του Βενιζέλου έγιναν δισεκατομμυριούχοι άπό τήν εισαγωγή τών αλεύρων του σίτου. "Αν σήμερα θελήσετε νά επαναλάβετε αυτό γιά τό σιτάρι ή κριθάρι ή κάτι άλλο, δέν θά τό πετύχετε ούτε σέ 50 χρόνια.

Τόσο πολύ είχε τυφλώσει καί πειθαρχήσει ό Βενιζέλος τους οπαδούς του. Αυτό βέβαια είναι εχθρική ψυχολογία. Θέλουν τους οπαδούς τους τελείως τυφλούς στην σκέψιν καί δούλους. Καί δέν ήρκέσθη μόνον είς τήν έξαφάνισιν του σπόρου ό "εθνάρχης" μας, επέτυχε νά σβήση τήν Ζειά από τήν μνήμην καί τήν γλώσσαν τών Ελλήνων. Αυτό θά πή τέλειον έγκλημα. Αποδείξεις: Εσείς έγνωρίζατε τήν λέξιν Ζειά πριν λίγα χρόνια, όταν ήρχισε νά προβάλεται άπό εμάς στά κανάλια; Εύρήκατε τήν λέξιν σέ λεξικό πού συντάχθηκε μετά τό 1930; Δεν θά τήν εύρητε, μήν ψάχνετε. Άλλα και αν κάπου τήν εύρητε, θά τήν έξηγεί ώς ζωοτροφή...

Μόνον εις τυχόν ανατυπωθέντα παλαιά λεξικά θά τήν εύρητε, ή εις τό των Άγγλων "LINDELL &SCΟΤΤ", τό όποιον δέν τήν εξηγεί σωστά.Ε ις τό "ΗΛΙΟΣ" πού είναι πιο ενήμερο και σοβαρό λεξικό γράφει: Ζειά ή Ζέα... τήν Ζέαν τήν μάϊδα πού είναι ό γνωστός αραβόσιτος και κοινώς αραποσίτι". Αραβόσιτος όμως είναι κοινώς τό Καλαμπόκι. Ή Ζειά όμως ώς φυτό είναι κάτι σάν σιτάρι και κριθάρι, δέν έχει καμμία σχέσιν στην όψιν μέ τό καλαμπόκι, άλλα και τό σπυρί του είναι ώς του σιταριού πιό πεπλατυσμένο καί χονδρό. Ή Ζειά μέ τον Σΐτον είναι όπως ή Νερατζιά μέ τήν πορτοκαλιά. Αν άπό άπόστασιν 50-1ΟΟμ. κοιτάζεις τήν Νερατζιά είναι όμοια μέ τήν πορτοκαλιά. Καί τό νεράτζι μέ τό πορτοκάλι, ένώ έξωτερικώς είναι όμοια, εις τήν πραγματικότητα έχουν μεγάλες διαφορές εις τά συστατικά των. Αυτό ακριβώς συμβαίνει καί μέ τους σπόρους της Ζειας και του Σιταριού. Δέν θά έκανε ό Ι. Πασσάς αυτό τό λάθος, έάν δέν έξηφάνιζε και τήν βιβλιογραφία περί Ζειά ό "εθνάρχης" μας, όπως ό Σαούλ - Παύλος τήν βιβλιογραφία των αρχαίων Ελλήνων.

Εκεί όμως πού έμεινα εμβρόντητος είναι όταν διάβασα τήν "Οδύσσεια" ραψωδία δ (4)-603-604, τό αρχαίο:

"Ω έν μέν λωτός πολύς, έν δέ κύπειρον πυροί τε ζειαί τε ίδ' εύρυφυές κρίλευκον".

Ό Κ. Δούκας ερμηνεύει: "όπου υπάρχει τριφύλλι πολύ, καί κύπερι, καί σιτάρια καί ζωοτροφές κι εύρύφυτο κριθάρι λευκό". Πώ! Πω!... Ό κ. Δούκας ό έκλεκτώτερος ερμηνευτής έκανε λάθος; Ένώ οί "Ελληνες χρησιμοποιούσαν πυρούς (σιτάρια) γιά ζωοτροφές καί τήν ζειά γιά ψωμί, ερμήνευσε τήν ζειά ώς ζωοτροφές, διότι ό Βενιζέλος είχε εξα­φανίσει από τήν βιβλιογραφίαν καί άπό τήν μνήμην τών Ελλήνων τήν ζειά ή ζέα. Τό δημητριακό Ζειά η φύσις τό έδώρισε είς τους λαούς του Αιγαίου. Αργότερα οί Έλληνες μετανάστες τό μετέφεραν καί είς άλλες χώρες. Τό σιτάρι ήτο φυσικό δημητριακό τών βορείων περιοχών. Οί Έλληνες τό έφεραν είς τήν Ελλάδα καί τό έκαλλιέργησαν ώς ζωοτροφή, αρκετά χρόνια πρό του Τρωικού Πολέμου, όταν ήρχισαν τό εμπόριο μέ τις βορείως του Ευξείνου Πόντου χώρες. Οι Βόρειοι λαοί αντί χρημάτων, που δέν είχαν, έπλήρωναν τα είδη πού ήγόραζαν άπό τους Έλληνας έμπορους μέ σιτάρι και έτσι ήλθε εις την Ελλάδα τό σιτάρι.

Εις τό διαδίκτυο, έάν γράψετε τήν λέξιν "Ζειά", θά εκπλαγείτε. Θά διαβάσετε πάρα πολλά, εις τήν παράγραφο "ΣΤΗΝ ΣΥΜΠΑΝΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΑΤΗ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΑΛΦΑΒΗΤΟΥ" (ύμνοι Όρφέως, Ομηρικά έπη, Μύθοι), διαβάζουμε:

«Ή πόλη τών Αθηνών ονομα­ζόταν και Ζείδωρος, διότι έπί του εδάφους της έκαλλιεργειτο έκτος άπό τήν έλαία και τό δημητριακό ζειά. Τό ζειά μέ τό ζήτα δηλώνει ζωή, μέ τό εψιλον γιώτα τήν μακρά πορεία και μέ τό άλφα που είναι τό πρώτο στοιχείο τό άριστον, τήν παρουσία του Αιθέρα (τό στοιχείο πού βρίσκεται παντού και δομεί τά πάντα είναι ό Αιθέρας), άρα ζειά σημαίνει μακροζωία».

Τήν Ζειά φορτοεκφόρτωναν άπό ένα λιμάνι του Πειραιώς που έξ αυτής έλαβε τό όνομα Ζέα, και μέχρι σήμερα τό λιμάνι ονομάζεται Ζέα. Και τώρα πώς επεβλήθη ή ζειά νά ερμηνεύεται εις ορισμένα λεξικά ώς ζωοτροφή. Εις τό διαδίκτυο χειριζόμενοι τήν λέξιν "Ζειά" εις τήν ΙΛΙΑΔΑ - ραψωδία Ε, στίχοι 121-240 διαβάζουμε: «...παρά δέ σφίν έκάστω δίζυγες ίπποι έστάσι κρί λευκόν έρεπτόμενοι και όλύρας» (195). Πιό κάτω ό μετα­φραστής, ελαφρά τή συνειδήσει, ή καλοπληρωμένος μεταφράζει: «...εις κάθε αμάξι είναι σιμά ζευγαρωτά πουλάρια, στέκουν και τρώγουν τήν ζειά και τό λευκό κριθάρι». Έδώ δολοφονείται ή Ζειά, διότι ό μεταφραστής, μεταφράζει τήν ζωοτροφή "όλύρας" εις "ζειά". Οι μεταγενέστεροι αντιγράφουν από αυτό ζειά = όλύρας = ζωοτροφή, ένώ ό Όμηρος εγνώριζε και τά δύο, ζειά και όλύρας, και έγραφε πάντα τό ορθόν, αυτό που ήθελε και έπρεπε νά διδάξη. Έδώ γράφει σαφώς: «κρι λευκόν έρεπτόμενοι και όλύρας». Όχι ζειά, όπως ελαφρά τήν συνείδησιν και βαρυτάτην άγνοια γράφουν οι μεταφρασταί.

Από τις έρευνες που έκανα, κατέληξα ότι όλύρα ώνόμαζαν τόν σημερινόν "Οροβον κοινώς ρόβην ή τό ρόβι. Πρόκειται διά τήν πιό δυνατή και αγαπητή εις τά ζώα τροφή. Ομοιάζει μέ τό βίκο (άγριαρακά). Είναι ή πιό θρεπτική τροφή τών ζώων, άλλα είναι βλαβερή διά τόν άνθρωπον. Ή όλύρα εκαλλιεργείτο από αρχαιοτάτων χρόνων εις την Ελλάδα ως ζωοτροφή. Ήτο μεσογειακό φυτό (Λεξικό "ΗΛΙΟΣ", λήμμα Όροβος). Είναι λογικόν νά κατάληξη μέ τόν χρόνο ή όλύρα εις όροβο. Εις τό λεξικό "LINDELL & SCΟΤΤ" θά τήν βρήτε ώς Σίκαλιν η Αγριοσίκαλιν, αυτήν τήν σύγχυσιν έκαλλιέργησαν οι φιλέλληνες... διά νά ξεχά­σουμε τήν Ζειά.

Ή Ζειά καλλιεργείται σήμερα εις πολλές χώρες τής Ευρώπης και εις τόν Καναδά εις μεγάλην εκτασιν, φέρει δέ όνομα ανάλογο τής γλώσσης έκαστης χώρας. Οι Ιταλοί τήν ονομάζουν Faro, οί Γερμανοί Dingel, κ.τ.λ. Οί Έλληνες εισάγουμε σήμερα αλεύρι Ζειά άπό τήν Γερμανία μέ τό όνομα Ντίνγκελ, ώς μή περιέχον γλουτένη, αντί 6,45 Εύρώ, ήτοι τό αγοράζουμε Δέκα φορές άκριβώτερα άπό τό σιταρένιο.

ΠΗΓΗ: Γ. Γ. ΑΫΦΑΝΤΗΣ «Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΕΜΠΑΙΓΜΟΣ» ΣΣ. 443-451
vickytoxotis.blogspot.com 

Τετάρτη 13 Απριλίου 2011

Θυμήσου τι είσαι. Ξημερώνει...Ζεμπεκιά

Σήκω να χορέψεις ένα ζεϊμπέκικο σαν εκείνα τα παλιά που χόρευαν κάποτε πάνω σε μωσαϊκά λεκιασμένα με ρετσίνα.Απέκτησε πάλι αφορμή να υψώσεις τα χέρια ψηλά και να μιλήσεις κρυφά με τους θεούς που κρύφτηκαν σαν τα ξωτικάπίσω από την κορυφή του Ολύμπου μην αντέχοντας πια τα λόγια των θνητών κινούμενων πεθαμένων. Επάνω στην πρώτη στροφή να ανοίξεις πάλι τα χέρια σανφτερά , έτσι για να θυμηθείς ότι κάποτε μπορούσες να πετάξεις ως Αετός . Στο μαγαζί αυτό που στριμωχτήκαμε όλοι, ο ένας δίπλα στον άλλον, με τα φθαρμένα μας ρούχα και την αξιοπρέπεια διπλωμένο χαρτάκι στην τσέπη του πουκαμίσου, ας το γλεντήσουμε πριν το ξημέρωμα έρθει.

Πριν αρχίσουν οι τοκογλύφοι να μπαίνουν στο χωριό ρίχνοντας μπετόν στα χωράφια που κάναμε κόντρες καβάλα σε ασέλωτα άλογα. Πριν αρχίσουν να κόβουν τα δέντρα που σαν παιδιά χαράζαμε τον έρωτα μας στον κορμό τους και την άλλη μέρα μέσα στα κλάματα τούς βάζαμε γάζα ζητώντας συγνώμη για την αλαζονεία της στιγμής.Στον καφενέ που βρέθηκεςαπόψε κάψε την Μνήμη πριν την ποδοπατήσουν εις το όνομα της αξιοποίησής σου ατσαλάκωτα ανδρείκελα. Κοίτα ψηλά στον κιτρινισμένο τοίχο τον εαυτό σου να καμαρώνει με το πρώτο κουστουμάκι σου, δίπλα στους δικούς σου, σε μια φωτογραφία "εβδομαδιαία". Αυτό το κουστουμάκι που κόστισε μισό ιδρωμένο μηνιάτικο του πατέρα σου και συ έκανες μούτρα για το παπιγιόν, παρά του ότι πια είχες γίνει άντρας. Πάρε την στροφή αργά σε αυτό το ζεϊμπέκικο γιατί μέσα σου όλα είναι εύθραυστα. Μην σπάσει η καρδιά. Οι στροφές που έδωσες για να μείνεις άνθρωπος την έχουν ήδη ραγίσει.Σταθμοί αναχωρήσεως, γράμματα του πατέρα από την ξενητειά και μια φωτογραφία να γελά με το δάκρυ πνιγμένο στην παλάμη. Επαναπατρισμός. Μια αγκαλιά και μετά πάλι "καλή αντάμωση" . Κράτα τα πόδια κολλημένα στο πάτωμα γιατί τώρα αρχίζει το ταξίμι να ξύνει πληγές σαν λάμα ακονισμένη με το δικό σου χέρι. Ήταν να φύγεις κάποτε, να μην κυλιστείς σε αυτό που έβλεπες ότι έρχεται. Σαν στρατιώτης με το σάκο στην πλάτη θα είχες φθάσει στο φεγγάρι αν αυτόν τον τόπο δεν λάτρευες. "Γιατί πατρίδα σαν αυτή δεν έχει", έλεγες. Και δεν εννοούσες τα σύνορα, τις λέξεις, την ιστορία, τον ήλιο. Η Μνήμη ήταν. Εκατομμύρια σταγόνες Μνήμης που κυλάνε στα χιλιόμετρα φλεβών σου. Που σου δόθηκαν με την σύλληψή σου μέσα σε ένα κορμίκαι που σε κράτησαν όρθιο όταν έπρεπε να θάψεις κομμάτια ψυχής ολόκληρα δικά σου, παιδιά σου, αδέλφια σου, για να συνεχίσεις αυτό τον αέναο κύκλο που σου χαρίστηκε απλόχερα χωρίς να το ζητήσεις.

Κλείσε τα μάτια τώρα που το ζεϊμπέκικο αρχίζει να τελειώνει. Άσε να αστράψει το μαχαίρι που χρόνιαέχεις κρυφά τυλιγμένο στο πανί μιας γυναίκας που σε αυτότύλιγε το ζυμωμένο με τα χέρια τηςψωμί να πάρεις για τοδρόμο. Σε λίγο θα μπουν στο χωριό. Σε λίγο θα αρχίσουν να ξηλώνουν τις φλέβες σου. Θυμήσου τι είσαι. Ξημερώνει.

Πηγή: http://www.thermopilai.org

Τετάρτη 6 Απριλίου 2011

Πέντε μικρές σπουδαίες ιστορίες για ένα σύμβολο...


Πολλοί το προσπερνούν δίχως να πολυδίνουν σημασία...

Κάποιοι το θεωρούν "προχώ" να το καίνε δημοσίως.. οι αχαρακτήριστοι.

Κάποιοι άλλοι κάνουν γονυκλισίες στον θεό-Άνεμο, να την σηκώσει από τις βραχονησίδες, ... οι αχαρακτήριστοι (επίσης)

Κάποιοι όμως δώσανε την ζωή τους για αυτό, για να μην περάσει η μαγκιά των κατακτητών, να ανασάνει λίγο ο Ρωμιός, ο περήφανος, ο ταπεινωμένος.

Δεν είναι σύμβολο του κράτους μας, της ψωροκώσταινας, είναι σύμβολο της Ψυχής μας, της Ελευθερίας μας.

Ως ελάχιστη τιμή στους Μεγίστους αυτούς Έλληνες,(υπάρχουν και άλλοι που τίμησαν το εθνικό μας σύμβολο, αυτοί είναι οι πιο επώνυμοι) παραθέτουμε τις ιστορίες τους με χρονολογική σειρά:


1) Σπύρος Καγιαλές, Ακρωτήρι Χανίων, 3 Φεβρουαρίου 1897
Το επαναστατημένο Ελληνικό στρατόπεδο στο Ακρωτήρι βομβαρδίζεται από τον Ιταλικό στόλο. Στόχος είναι και η Ελληνική σημαία. Κάποτε ένα βλήμα σπάει τον ιστό της. Ο Σπύρος Καγιαλές κάνει το ίδιο του το σώμα ιστό, μέσα στην κόλαση του πυρός, και την κρατά όρθια.


2) Κώστας Κουκίδης, από τον Πειραιά, Ακρόπολη Αθηνών, 27 Απριλίου 1941
 
 Οι Γερμανοί έχουν μπει στην Αθήνα, η κατοχή αρχίζει.  Σκοπός στην Ακρόπολη είναι ο στρατιώτης Κουκίδης. Του ζητείται να παραδώσει την Ελληνική σημαία, για να αντικατασταθεί από την σβάστιγγα. Αυτός την υποστέλλει, και τσακίζεται από τον βράχο της Ακρόπολης μαζί της, μη καταδεχόμενος να την παραδώσει.


3) Λάκης Σάντας και Μανώλης Γλέζος, Ακρόπολη Αθηνών, 31 Μαΐου 1941.

Ξημερώματα αναρριχώνται μυστικά στην Ακρόπολη, και υπό την κάλυψη του σκότους υποστέλλουν την σβάστιγγα από τον ιστό της. Η χαραυγή βρίσκει τους κατακτητές με το στόμα ανοικτό.


4) Δέσποινα Αχλαδιώτη, Καστελόριζο, από 1943 έως 13 Μαΐου 1982.
 Καθημερινώς, έως τον θάνατό της, μένοντας μόνη της στο νησάκι Ρώ, δίπλα στο Καστελόριζο, υψώνει την Ελληνική σημαία, για να είναι ορατή από απέναντι, στέλνοντας το κατάλληλο μήνυμα στους γείτονες με τις ακόρεστες ορέξεις. Θάβεται στο νησάκι, μαζί με το σύμβολο που επί 40 έτη υπηρέτησε.


5) Σολωμός Σολωμού, Κύπρος 11 Αυγούστου 1996
 Εκτελεί παράτολμη αναρρίχηση στον ιστό όπου βρίσκεται ανηρτημένη η τουρκική σημαία, την οποία δεν άντεχε να βλέπει στην πατρίδα του, στα όρια των "Κατεχομένων". Ενόσω βρίσκεται πάνω στον ιστό, πυροβολείται και φονεύεται εν ψυχρώ από τούρκους παραστρατιωτικούς, παγώνοντας το αίμα όλου του Ελληνικού κόσμου, που παρακολουθούσε εναγωνίως. Ουδέποτε κανείς λογοδότησε για το έγκλημα...

Πηγή: http://ethniki-paideia.blogspot.com/2011/03/blog-post_24.html