Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2011

ΤΟΥ ΑΙΓΑΓΡΟΥ -Ανδρέα ΕΜπειρίκου


Πήδηξε ο αίγαγρος και στάθηκε σε μια ψηλή κορφή. Στητός και ρουθουνίζοντας κοιτάζει τον κάμπο και αφουγκράζεται πριν άλλο σκίρτημα σε άλλη κορφή τον πάη. Τα μάτια του λάμπουν σαν κρύσταλλα και μοιάζουν με μάτια αετού, ή ανθρώπου που μέγας οίστρος τον κατέχει. Το τρίχωμά του είναι στιλπνό και ανάμεσα στα πισινά του πόδια, πίσω και κάτω απ' το κεντρί του, το μέγα σήμαντρον της απολύτου ορθοδοξίας ταλαντευόμενον σε κάθε σάλεμά του, βαριά και μεγαλόπρεπα κουνιέται.
Κάτω εκτείνεται ο κάμπος με τα λερά μαγνάδια του και τις βαρειές καδένες.
Ο αίγαγρος κοιτάζει και αφουγκράζεται. Από τον κάμπο ανεβαίνει μία μυριόστομη κραυγή ανθρώπων πνευστιώντων.
«Αίγαγρε! Αίγαγρε! Έλα σε μας για να χαρής και να μας σώσης».
Ο αίγαγρος κοιτάζει και αφουγκράζεται. Όμως δεν νοιάζεται καθόλου για όλου του κάτω κόσμου την βοή και την αντάρα. Στέκει στητός στα πόδια του, και όλο μυρίζει τον αέρα, σηκώνοντας τα χείλη του σαν σε στιγμές οχείας.
«Αίγαγρε! Αίγαγρε! Έλα σε μας για να ευφρανθής και να μας σώσης. Θα σε λατρέψουμε ως Θεό. Θα κτίσουμε ναούς για σένα. Θάσαι ο τράγος ο χρυσός! Και ακόμη θα σου προσφέρουμε πλούσια ταγή και όλα τα πιο ακριβά μανάρια μας& Για δες!»
Και λέγοντας οι άνθρωποι του κάμπου έσπρωχναν προς το βουνό ένα κοπάδι από μικρές κατσίκες σπάνιες, από ράτσα.
Ο Αίγαγρος στέκει ακίνητος και οσμίζεται ακόμη τον αέρα. Έπειτα, ξαφνικά, υψώνει το κεφάλι του και αφήνει μέγα βέλασμα, που αντηχεί επάνω και πέρα απ' τα φαράγγια σαν γέλιο λαγαρό, και μονομιάς, με πήδημα γοργό, σαν βέλος θεόρατο ή σαν διάττων, ακόμη πιιο ψηλά πετιέται.
Γεια και χαρά σου, Αίγαγρε! Γιατί να σου φαντάξουν τα λόγια του κάμπου και οι φωνές του; Γιατί να προτιμήσης του κάμπου τα κατσίκια; Έχεις ό,τι χρειάζεσαι εδώ και για βοσκή και για οχείες και κάτι παρά πάνω, κάτι που, μα τον Θεό, δεν ήκμασε ποτέ κάτω στους κάμπους έχεις εδώ την Λευτεριά!
Τα κρύσταλλα που μαζώχθηκαν και φτιάξαν τον Κρυστάλλη, ο Διονύσιος Σολωμός ο Μουσηγέτης, ο Ανδρέας ο πρωτόκλητος και πρωτοψάλτης Κάλβος, ο Περικλής Γιαννόπουλος που ελληνικά τα ήθελε όλα κ' έκρυβε μέσα του, βαθιά, μια φλογερή ψυχή Σαβοναρόλα, ο μέγας ταγός ο Δελφικός, ο Αρχάγγελος Σικελιανός που έπλασε το Πάσχα των Ελλήνων και ανάστησε (Πάσχα και αυτό) τον Πάνα, ο  εκ του Ευξείνου ποιητής ο Βάρναλης ο Κώστας , αι βάτοι αι φλεγόμεναι, ο Νίκος Εγγονόπουλος και ο Νικήτας Ράντος, ο Οδυσσεύς Ελύτης, που την ψυχή του βάφτισε στα ιωνικά νερά του Ελληνικού Αρχιπελάγους, ο εκ Λευκάδος ποιητής, αυγερινός και αποσπερίτης, ο Νάνος Βαλαωρίτης, αυτοί και λίγοι άλλοι, αυτοί που πήραν τα βουνά, να μην τους φάη ο κάμπος, δοξολογούν τον οίστρο σου και το πυκνό σου σπέρμα, γιε του Πανός και μιας ζαρκάδας Αφροδίτης.
Γεια και χαρά σου, Αίγαγρε, που δεν αγαπάς τους κάμπους ! Τι να τους κάνης: Ο ήλιος εδώ, κάθε πρωί, σηκώνεται ανάμεσα στα κέρατά σου! Στα μάτια σου λάμπουν οι αστραπές του Ιεχωβά και ο ίμερος ο άσβηστος του Δία, κάθε φορά που σπέρνεις εδώ, στα θηλυκά σου, την ένδοξη και απέθαντη γενιά σου!
Γεια και χαρά σου, Αίγαγρε, που δεν θα πας στους κάμπους! Γεια και χαρά σου, που πατάς τα νυχοπόδαρά σου στων απορρώγων κορυφών τα πιο υψηλά Ωσαννά! 
Είπα και ελάλησα, Αίγαγρε, και αμαρτίαν ουκ έχω.
Γλυφάδα, 12.7.1960

Η ψευδαίσθηση των αισθήσεων

Παράξενο μαθηματικό Σύμπαν

Βασανιστήρια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία

«Σε ένα δεσποτικό κράτος όπως το Οσμανικό, είναι επόμενο τα βασανιστήρια να καταλαμβάνουν πολύ σημαντική θέση στο σύνολο των κατασταλτικών μηχανισμών που διαθέτει η εξουσία. Στη στρατοκρατούμενη οσμανική κοινωνία όπου η υπεροχή θεωρείται επακόλουθο της ωμής βίας και της ισχύος, τα βασανιστήρια νομιμοποιούνται από τη συλλογική συνείδηση και μετατρέπονται σε αποδεκτή πρακτική που έχει σχέση προς την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας.

Με τον τρόπο αυτό εκτονώνεται και ταυτόχρονα αυξάνεται η σωρευμένη επιθετικότητα, δηλαδή δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος στον οποίο η βία προκαλεί τη βία ή την επιβάλλει. Έτσι και η ελληνική εθνική κοινότητα, στα πλαίσια της οσμανικής πραγματικότητα δεν υπέστη μόνο βασανιστήρια, αλλά στο μέτρο που μπόρεσε τα ανταπέδωσε.

Γι’ αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήσσουν οι φρικαλεότητες που διέπραξαν ως όργανα της εθνικής κοινότητας όχι μόνο κατέναντι της οσμανικής εξουσίας αλλά και κατά των ομοεθνών τους. Ειδικά η απάνθρωπη συμπεριφορά των αγωνιστών του 1821 στον τουρκικό πληθυσμό της επαναστατημένης Ελλάδας, η επέκταση τις ίδιας συμπεριφοράς και στους αντιφρονούντες και η συνέχεια της παράδοσης στο νεοπαγές Ελληνικό κράτος οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην επαχθή οσμανική κληρονομιά κληρονομιά»

1. Το παλούκωμα ή διοβελισμός (σούβλισμα)

Πρόκειται για πρωτότυπη μέθοδο μαρτυρικού θανάτου και δεν έχει σχέση με τον ανασκολωπισμό των αρχαίων (ο οποίος ήταν παραλλαγή του σταυρικού θανάτου) ούτε έχει προηγούμενο στην παράδοση του Βυζαντίου. Ο θάνατος με παλούκωμα (kaziklamak) προοριζόταν για τους στασιαστές, για τους δράστες ειδεχθών κακουργημάτων και γενικά για όσους αμφισβητούσαν την κρατική εξουσία. Η γενετική της μεθόδου ανατρέχει στις συνήθειες της νομαδικής πατριάς κτηνοτρόφων να ψήνουν τα πρόβατα ή τα θηράματά τους στη σούβλα. Το επιχείρημα αυτό γίνεται πιο πειστικό αν αναλογιστούμε ότι το σημαινόμενο της λέξης ρεαγιάς που αποδίδει τον υποτελή είναι πρόβατο.

Εύστοχη είναι η παρατήρηση κατά την οποία ο πάσσαλος ή το παλούκι ήταν "παντού και πάντοτε το σύμβολο του οθωμανικού δεσποτισμού. Στηνόταν σε εμφανή σημεία, υψώματα, πλατείες και άλλους δημόσιους χώρους για να προκαλεί δέος και να εμπνέει τυφλή υποταγή στο δυνάστη".

Για το παλούκωμα χρειάζονταν ειδικευμένοι και έμπειροι δήμιοι. Το παλούκι (kazik) ήταν ένα ευθύ χοντροράβδι μακρύ δυο και παραπάνω μέτρα, συνήθως ξύλινο και αιχμηρό στη μια άκρη που έπρεπε να μπηχθεί στα οπίσθια του θύματος, ακριβώς όπως γίνεται με το σούβλισμα των αρνιών, έτσι που η αιχμή να βγει κοντά στον αυχένα, πλάι στους ώμους, κάτω από τον λαιμό, δίπλα στην κλείδα ή κάπου στο στέρνο. Υπογραμμίζεται ότι "η δεξιοτεχνία ήταν απαραίτητη για να μην καταστραφούν ζωτικά όργανα και προκληθεί θάνατος κατά τη διάρκεια του βασανισμού". Το θύμα έπρεπε να επιζήσει για να παραταθεί το μαρτύριό του. Πραγματικά, αναφέρονται πολλές περιπτώσεις κατά τις οποίες καρφωμένο κατά τον παραπάνω τρόπο στον πάσσαλο θύμα επέζησε τρεις μέρες.

Παραλλαγή της μεθόδου ήταν εκείνη κατά την οποία η μελλοθάνατοι ψήνονταν σε σιγανή φωτιά (συχνά εξαναγκάζονταν και οι γονείς ή συγγενείς του θύματος να τροφοδοτούν τη φωτιά), όπως και εκείνη με την οποία άλειφαν το θύμα με πίσσα και το λαμπάδιαζαν.

Η μέθοδος του παλουκώματος που περιγράφουν λεπτομερώς πολλοί ταξιδιώτες και αυτόπτες μάρτυρες και με την οποία θανατώθηκε όπως είναι γνωστό και ο αγωνιστής του 1821 Αθανάσιος Διάκος, αποκαλύπτει τη σαδιστική πλευρά της εξουσίας ως προέκταση ή ως υποκατάστατο της γενετήσιας κυριαρχίας η οποία στην πατριαρχική και φαλλοκρατούμενη οσμανική κοινωνία θεωρείται πρωταρχικής σημασίας. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη κα σήμερα στην τουρκική τα ανδρικά γεννητικά όργανα αποκαλούνται με τη λέξη που για αιώνες σήμαινε όπλο (yarak). Η συνήθεια βιασμού των ηττημένων από τους νικητές βρίσκεται στην ίδια ευθεία με το παλούκωμα και άλλα βασανιστήρια που έχουν ως άξονα τον πρωκτό του κρατουμένου. Είναι πρόδηλο ότι όλα αυτά αποτελούν εκδηλώσεις μιας εξουσίας που παριστά το ομοφυλοφιλικό στοιχείο το οποίο διαποτίζει υποσυνείδητα το πολιτικό και κοινωνικό συγκείμενο.

Σχετικά πρέπει να μη διαλάθει από την προσοχή μας ότι η σκαιή συμπεριφορά των τοπικών διοικητών κατά των ρεαγιάδων της περιφέρειάς τους κατά τις επίσημες πηγές περιλάμβανε την τυράγνια (ζουλούμ) με τις τρεις χαρακτηριστικές εκφάνσεις: την απόσπαση παρανόμως χρημάτων, τις αυθαίρετες δολοφονίες και τη συστηματική αρπαγή και βιασμό των αγοριών (ογλάν) των υπηκόων (Dursum, 1989: 375). Ο σοδομισμός, η ομοφυλόφιλη σεξουαλική κατάχρηση, στο οσμανικό σύστημα προσλαμβάνει χαρακτήρα πολιτικής σημειολογίας.

2. Η εκδορά του θύματος 


Αριστοτέχνες εκδορείς έγδερναν το μελλοθάνατο ζωντανό. Σχετικά παρατηρούμε ότι το γνωστό από την αρχαιότητα βασανιστήριο που έχει ασιατική προέλευση, προσιδιάζει σε μια κτηνοτροφική κοινωνία όπως ήταν εκείνη από την οποία πήγασε η οσμανική. Το μαρτύριο της εκδοράς επιβαλλόταν συνήθως στους περιφρονητές της κρατικής εξουσίας. Με αυτό θανατώθηκε το 1611 ο μητροπολίτης Τρίκκης-Λαρίσης Διονύσιος Β’ ο επονομαζόμενος Φιλόσοφος ή Σκυλόσοφος, ύστερα από την αποτυχία του ένοπλου επαναστατικού κινήματος της αγροτιάς και τη σύλληψή του. Αφού τον έγδαραν μπροστά στο πλήθος, ειδικευμένοι δήμιοι σε μια πλατεία των Ιωαννίνων, παραγέμισαν το δέρμα του με άχερα και υπό τους ήχους μουσικών οργάνων, το διαπόμπευσαν στους δρόμους ντυμένο με τα αρχιερατικά άμφια. Ενάμιση αιώνα μετά, το 1772 το ίδιο μαρτύριο επιβλήθηκε στον Ιωάννη Δασκαλάκη ή Δασκαλογιάννη που είχε ηγηθεί της επανάστασης στα Σφακιά της Κρήτης

3. Ο βασανισμός στα τσεγκέλια ή τους γάντζους


Το σώμα του μελλοθανάτου υψωνόταν με τροχαλία και αφηνόταν να πέσει πάνω σε τσεγκέλια (cengel) στερεωμένα σε μόνιμο ικρίωμα, σε τοίχο ή σε ειδική βάση. Σε περίπτωση που τα τραύματα δεν ήταν καίρια έμενε καρφωμένος πολλές μέρες και πέθαινε από την αγωνία και την κακοπάθεια. Τον 16ο αιώνα αναφέρεται περίπτωση Έλληνα που είχε συνάψει σχέσεις με Ελληνίδα σύζυγο μουσουλμάνου εμπόρου ο οποίος επειδή δε δέχτηκε να αλλαξοπιστήσει ρίχτηκε στους γάντζους όπου επέζησε τρεις μέρες, οπότε κάποιος τον λυπήθηκε και τον πυροβόλησε στο κεφάλι.

Δεν χωρεί καμιά αμφιβολία ότι και τα τσεγκέλια προσιδιάζουν και αυτά περισσότερο σε μια κτηνοτροφική κοινωνία. Η παρεμφερής όμως βασανιστική εκτέλεση του διαμελισμού του μελλοθανάτου και η επίδειξη των σπαραγμάτων σε δημόσιο χώρο για καταπτόηση εχθρών και αντιπάλων, απαντάται πολύ συχνότερα στη μεσαιωνική Δύση απ’ ό,τι στους Οσμανούς. Οι τελευταίοι την επιφύλασσαν κυρίως σε αιχμαλώτους πολέμου, κατασκόπους και αρνητές της ισλαμικής θρησκείας κατά τη διάρκεια επίσημης και πανηγυρικής τελετής. Έτσι θανατώθηκε το 1808 ο Παπαθύμιος Βλαχάβας, αρχηγός του επαναστατικού κινήματος στη Θεσσαλία.

4. Το σταύρωμα

Η ρωμαϊκή ποινή του σταυρικού θανάτου επιβίωσε στους Οσμανούς. Θεωρούνταν όπως και στην αρχαιότητα ατιμωτική ποινή. Σε προηγούμενες σελίδες είδαμε στις αρχές του 15ου αιώνα να εκτελείται με αυτό τον τρόπο ο Μποκρουτζέ Μουσταφά ηγέτης του λαϊκού κινήματος που έθετε σε κίνδυνο την οσμανική εξουσία. Την άνοιξη του 1821 στην Κωνσταντινούπολη, κατά τις οργανωμένες από την κυβέρνηση οχλοκρατικές ταραχές που ακολούθησαν την είδηση για την επανάσταση που είχε ξεσπάσει, φανατικοί μουσουλμάνοι σταύρωναν πολλούς Έλληνες στα δέντρα, όπου και πέθαιναν από την αιμορραγία και τους φρικτούς πόνους (Streit, 1822: 42).

5. Το σφυροκόπημα των αρθρώσεων


Το θύμα, με συντριπτικά κατάγματα στους αρμούς των ποδιών και των χεριών, ένας πολτός οστών και σαρκών "κειτόταν εκτάδην αβοήθητο, βασανιζόταν μέρες πολλές και ξεψυχούσε από ατελείωτο μαρτύριο". Ο θρυμματισμός των αρθρώσεων γινόταν συνήθως με την πίσω πλευρά του μπαλτά (balta) δηλαδή του τσεκουριού που ήταν εργαλείο βασανισμού και θανάτου, σύμβολο της οσμανικής εξουσίας, όπως τα παλούκια που κουβαλούσαν τα τουρκικά καταδιωκτικά αποσπάσματα. Οι οσμανοί αξιωματούχοι στερέωναν στο ζωνάρι τους και έναν μπαλτά, υπόμνηση και απειλή βασανισμών και μαρτυρικών θανάτων.

6. Το θάψιμο του καταδίκου ζωντανού


Οι μελλοθάνατοι θάβονταν όρθιοι ώς το λαιμό σε λάκκους που ανοίγονταν ειδικά γι’ αυτό το σκοπό. Έτσι, μισοπεθαμένους τους τάιζαν και τους πότιζαν με τη βία. "Τα περιττώματα και το χώμα προκαλούσαν μολύνσεις στο κορμί και ο άνθρωπος σάπιζε ζωντανός". Αναφέρεται περίπτωση που ο κατάδικος έζησε 14 μέρες (Guer, 1747: 161-162).

8. Ο αποκεφαλισμός

Ήταν η πιο αξιοπρεπής θανάτωση με την προϋπόθεση ότι ο δήμιος θα τοποθετούσε το κεφάλι στα χέρια του νεκρού αν ήταν χριστιανός και στη μασχάλη του πτώματος αν ήταν Τούρκος. Ακόμη και σήμερα στην Τουρκία η ανάληψη από κάποιον τολμηρής πρωτοβουλίας ιδιαίτερα στο πεδίο της πολιτικής αποδίδεται με την έκφραση ότι ο ενδιαφερόμενος "έλαβε το κεφάλι του παραμάσχαλα" (kellesini koltugu altinda aldi). (…) Οι αποκεφαλισμοί γίνονταν μεμονωμένα όταν επρόκειτο για αξιωματούχους του κράτους ή για κοινούς καταδίκους και ομαδικά όταν επρόκειτο για μαζικού μέσου καταστολής δηλαδή σφαγή. Αμέτρητοι αποκεφαλισμοί Ελλήνων έγιναν στην Κωνσταντινούπολη την άνοιξη του 1821 ως αντίποινα για την ελληνική επανάσταση που είχε ξεσπάσει. Ο Άγγλος κληρικός έβλεπε κάθε μέρα ακέφαλα πτώματα κυλισμένα στο βόρβορο. Την ημέρα κατασπαράζονταν από τα όρνια και τη νύχτα από κοπάδια πειναλέων αγριόσκυλων (Walsh R., 1828: 321-322).

Τα κεφάλια των ληστών, στασιαστών, γενικότερα εχθρών του κράτους αλλά και επαρχιακών παραγόντων όπως τοπαρχών και άλλων αξιωματούχων που θανατώνονταν με σουλτανική εντολή αποστέλλονταν στην Κωνσταντινούπολη όπου εκτίθονταν στο χώρο μπροστά από την κύρια είσοδο (πύλη) των ανακτόρων. Συχνά τα κεφάλια συγκροτούσαν μακάβρια πυραμίδα από την οποία αναδυόταν απαίσια οσμή. Αναφέρεται πως καθημερινά υπήρχαν εκτεθειμένα 10-15 κομμένα κεφάλια ή και πτώματα. Περί τα μέσα του 17ου αιώνα υπήρξε περίοδος που ο αριθμός αυτός ανήλθε σε 500 κεφάλια, καρφωμένα στην άκρη λόγχης ή στοιβαγμένα με τρόπο ώστε να σχηματίζουν ένα μικρό λοφίσκο (Kocu, 1960: 13). Τα κομμένα στην επαρχία κεφάλια αποστέλλονταν στην Κωνσταντινούπολη για έκθεση σε τρίχινο τουρβά (torba) δηλαδή ταγάρι γεμάτο μέλι για να αποφευχθεί η σήψη, συνήθεια από την οποία προέρχεται και η έκφραση στη νεοελληνική "ότι έβαλε το κεφάλι του στον τορβά" (…)

Σε περίπτωση που τα κεφάλια δεν αποστέλλονταν στην Κωνσταντινούπολη, οι Οσμανοί συνήθιζαν να τα εντοιχίζουν, περιχυμένα με ασβέστη, κατασκευάζονταν μ’ αυτά μνημείο στρατιωτικής νίκης, παραδειγματισμού ή εκδίκησης. Αυτό συνέβαινε κυρίως ύστερα από βίαιη κατίσχυση της οσμανικής εξουσίας. Για παράδειγμα το 1779 εξοντώθηκαν στην Πελοπόννησο χιλιάδες Αλβανοί που λυμαίνονταν και καταδυνάστευαν την περιοχή σχεδόν επί μία δεκαετία. Μετά από την εξολόθρευσή τους έξω από την ανατολική έξοδο της Τριπολιτσάς, "έκτισαν ένα είδος πύργου" με τα κεφάλια "θέσαντες έξωθεν τα πρόσωπα", δηλαδή κατά τρόπο ώστε να διακρίνονται οι μορφές τους. Ο αριθμός των κεφαλιών αυτών ήταν τέσσερεις χιλιάδες. Παρόμοια μνημεία έχουν κατασκευαστεί και σε άλλα σημεία της Αυτοκρατορίας, όπως αυτό που διατηρείται και σήμερα στη Νήσσα της Γιουγκοσλαβίας.

9. Απαγχονισμός και στραγγαλισμός

Το πτώμα έπρεπε να παραμείνει κρεμασμένο επί τριήμερο. Έτσι οι περίοικοι αναγκάζονταν να συγκεντρώσουν μεγάλα ποσά προκειμένου να απομακρυνθούν τα κουφάρια. Απαγχονισμοί γίνονταν και σε δέντρα, οπότε μπορούσαν να είναι ομαδικοί και από κάθε κλαδί ενός μεγάλου δέντρου να απαγχονιστεί ένας κατάδικος. Για παράδειγμα το 1673 από έναν τεράστιο πλάτανο στην πλατεία του Εντιρνέκαπου στην Κων/πολη απαγχονίστηκαν 120 γενίτσαροι που είχαν στασιάσει. Το μακάβριο αυτό δέντρο ονομάστηκε βακ-βακ που είναι μυθικό δέντρο του Ισλάμ το οποίο αντί για καρπούς έχει ανθρώπινα μέλη.

11. Ειδικά βασανιστήρια


Η αυθαιρεσία που χαρακτήριζε την οσμανική πραγματικότητα φαίνεται και από το γεγονός ότι είναι πολύ δύσκολη η απαρίθμηση όλων των ειδικών βασανιστηρίων που έχουν εφαρμοστεί. Για παράδειγμα το 1821 στην Κωνσταντινούπολη εφάρμοζαν στο μέτωπο των (Ελλήνων) κρατουμένων, ένα μεταλλικό στεφάνι και το συμπίεζαν βιδώνοντάς το σιγά-σιγά πάνω στους κροτάφους. Στο τέλος τα μάτια του θύματος έβγαιναν έξω από τις κόγχες. Στη Θεσσαλία το εργαλείο βασανισμού πυρακτωνόταν πριν εφαρμοσθεί στο κεφάλι. (…)

Εάν η μορφή του Αλή πασά από το Τεπελένι έχει αποκτήσει για την ελληνική κοινωνία διαστάσεις θρύλου δυσανάλογη ως προς τη σημασία που είχε για την οσμανική και την ελληνική ιστορία, τούτο οφείλεται στο ότι ο τοπάρχης της Ηπείρου είχε δημιουργήσει στη διοικητική του περιφέρεια επί τρεις περίπου δεκαετίες ένα καθεστώς τρόμου, φρίκης και πανικού με τα συστηματικά και πολυποίκιλα βασανιστήρια και τις μαρτυρικές εκτελέσεις των εχθρών του. (…) Έτσι, για παράδειγμα το ζεμάτισμα με καυτό λάδι αποτελούσε καθημερινό βασανιστήριο.

12. Ο φάλαγγας και ο ξυλοδαρμός


Η πιο κοινή σωματική ποινή ή βασανισμός ήταν ο φάλαγγας (falaka) (…) εφαρμοζόταν σε άντρες και μάλιστα των πενέστερων κοινωνικών στρωμάτων, εφόσον οι εύποροι συνήθως εξαγόραζαν τις ποινές. (…)

Παρομοίως η νεοελληνική είναι αφάνταστα πλούσια σε λέξεις όπως βρομόξυλο, μαγκουριά, μπαγλάρωμα (από το τουρκικό baglamak, δένο), περντάχι (από το περσικόperdaht =γυάλισμα), μερεμέτιασμα (από το τουρκικό meremet= επισκευή) (…) (τ. 1, σ. 315 κ.ε.)
Πηγή: Ελλήνων Δίκτυο

Δευτέρα 30 Μαΐου 2011

Θυμόσαστε την ομάδα των Τούρκων κομμάντος που κατέλαβε τα Ίμια?..Διαβάστε τι απέγιναν...

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjMVSvsfsFbKzj3zUxaCRRXcenLBnmKVh_8-eoWigLjmvdYgp0XLct0l6Mrp94Q_6dJPzoJm_mjlGOdz48loCZeqJlsnMPi-DiAbbjfFVIRKNWKOto1rScYGzJkqxpkCsDNpAUuVRowYfA/s400/imiakardak.jpg Μετά λίγους μήνες η περιβόητη «ομάδα Καρντάκ» των Τούρκων κομάντος που κατέλαβαν τα Ίμια συμμετείχε σε άσκηση στον Κόλπο της Μαρμαρίδας. Η ομάδα αυτή πήγαινε στις ασκήσεις ως ομάδα πρότυπο υπό τις διαταγές του Τούρκου Ταγματάρχη Ζεκί Σεν. Ο Ζεκί Σεν, ήταν ένας λαμπρός αξιωματικός των Καταδρομών, μέλος της SAT Μονάδος Ειδικού Πολέμου της Τουρκίας. Ο Ζεκί Σεν ήταν αδειούχος κατά την προαναφερόμενη άσκηση… Η «ομάδα Καρντάκ» απογειώθηκε με ελικόπτερο COUGAR για να εκτελέσει αεραπόβαση. Ξαφνικά σφοδρή έκρηξη καταστρέφει το ελικόπτερο, το πλήρωμα του και την «ομάδα Καρντάκ». Αύτανδρο βυθίζεται στα νερά της Μαρμαρίδας.
Μαζί με τον Σακί Σεν, απουσίαζαν άλλα δύο μέλη της «Ομάδας Καρντάκ». Τούρκοι δημοσιογράφοι ανέφεραν ότι υπήρξε Ελληνικό σαμποτάζ, εκδίκησης για τα Ίμια. Άλλοι ανέφεραν ότι Ελληνικό Μιράζ τους κατέρριψε. Άλλοι ότι Ελληνικό υποβρύχιο έβαλε με το πυροβόλο του και το κατέρριψε.
Η «ομάδα Καρντάκ» διαλύθηκε. Οι δύο παρασημοφορημένοι κομάντος που απουσίαζαν μεταφέρθηκαν σε άλλες μονάδες καταδρομών. Ο Αρχηγός τους Ζεκί Σεν, αποσπάστηκε μυστικά στην Γεωργία ως προσωπικό του ΟΗΕ.
Μετά δύο μήνες με διαφορά 3 ημερών, φεύγουν από την ζωή και οι δύο επιζώντες Τούρκοι κομάντος… και οι δύο σκοτώθηκαν σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα… Μέσα στο ίδιο έτος, 1996, και οι 12 Τούρκοι κομάντος των Ιμίων, δεν ήταν πλέον στην ζωή… έμεινε μόνο ο Αρχηγός τους.
Τα ίχνη του Ζεκί Σεν χάθηκαν… ώσπου το 2003, επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη. Στις 6 Μαΐου του 2003, ο Ζεκί Σεν γιόρτασε τα γενέθλια του με την κοπέλα του και τους φίλους του σε γνωστό κλαμπ της Κων/πόλης (LAILA) στην Περιοχή Ορτάκιοϊ (Ortaköy). Την νύχτα των γενεθλίων την πέρασε στο κοντινό ξενοδοχείο “CIRAGAN PALACE HOTEL”, παλαιό παλάτι του Σουλτάνου.
Την επόμενη μέρα, το μεσημέρι στις 3.30 μ.μ., ο Ζεκί Σεν πήγε στην πλατεία Ταξίμ και μπήκε στο McDonald και αγόρασε ένα χάμπουργκερ. Μόλις βγήκε από το φαστ φουντ, δέχθηκε την επίθεση τριών νεαρών, οι οποίοι τον κατακρεούργησαν με μαχαίρια και διέφυγαν στα στενά σοκάκια της Πόλις…
Κανείς δεν ξέρει την αλήθεια για τον χαμό της «ομάδας Καρντάκ» …
Ούτε και εμείς δεν θα την μάθουμε ποτέ… Θεία Δίκη; Ή μήπως η ίδια η Τουρκία είχε λόγους να τους κλείσει το στόμα; Τότε γιατί τους παρασημοφόρησε; Λέτε να αληθεύουν τα όσα έγραψαν οι Τούρκοι δημοσιογράφοι…;»
strategy-geopolitcs

Παρασκευή 6 Μαΐου 2011

Το «θηλυκό βότανο»

Παναγιόχορτο, Λεόνουρος, Μανοβότανο,
Herba Leonuri Cardiaca – Motherwort
Βάνα Κοντογιάννη
Εναλλακτική Θεραπευτική.

Θελήσαμε να παρουσιάσουμε το συγκεκριμένο βότανο, λόγω της ενεργειακής του σύνδεσης με το γυναικείο φύλο από παλαιοτάτων χρόνων.
Κατά τη διάρκεια της μαύρης περιόδου του  Μεσαίωνα, γνωρίζουμε ότι οι άνδρες γιατροί δεν είχαν καμιά θέση στη διαδικασία του ερχομού στον κόσμο μιας καινούργιας ζωής.
Οι γυναίκες θεραπεύτριες είχαν αναλάβει το έργο αυτό.
Ένας πολύτιμος  σύμμαχος σε αυτή την προσπάθεια τους ήταν το Παναγιόχορτο.
Το χορηγούσαν στις γυναίκες οι οποίες ευρίσκοντο στο  τέλος του 8ου μήνα της κύησης με σκοπό την ευόδωση της γέννας.
Μέσα στη  σκοτεινιά και την προκατάληψη  της εποχής εκείνης πολλές φωτισμένες γυναίκες θεωρήθηκαν παγανίστριες και υπηρέτριες του διαβόλου και κάηκαν στην πυρά.
Μαζί με αυτές κάηκε στην πυρά για άλλη μια φορά στην ιστορία του ανθρώπινου γένους και η γνώση την οποία κουβαλούσαν μαζί τους.
Έτσι το βότανο αυτό και η χρησιμότητα του ξεχάστηκε για να έλθει πάλι στην επιφάνεια τον 20ο αιώνα. (αιώνας που πυροδότησε το φεμινιστικό κίνημα).
Το Παναγιόχορτο, θεωρείται ότι συνδέει και ταυτόχρονα βοηθάει στη λειτουργία της μήτρας και της καρδιάς μέσα σε ένα γυναικείο σώμα.
Ας σκεφτούμε  τις αντιστοιχίες των δύο αυτών  οργάνων.  Είναι και τα δύο κοίλα όργανα και έχουν άμεση σχέση με το αίμα.
Η καρδιά συνδέεται  με τον ηλιακό ρυθμό (έχει γιάνγκ ενέργεια)   και η μήτρα συνδέεται με το σεληνιακό ρυθμό  (έχει γιν ενέργεια).
Ενεργειακά,  η μεν καρδιά ενώνει τον άνθρωπο μέσω της αγάπης με το σύμπαν, τον Ουρανό, η δε μήτρα τον ενώνει μέσω της γέννησης, με τη Γη και τη Σελήνη.
Το βότανο χρησιμεύει σαν συντονιστής μεταξύ των δύο αυτών οργάνων στο σώμα της γυναίκας.
Τα συστατικά  του είναι πικρά γλυκοσίδια, αλκαλοειδή, τανίνη  πτητικό έλαιο και βιταμίνη Α. Ανήκει στην οικογένεια των Χειλανθών.
Χρησιμοποιούμε το μέρος του φυτού που βρίσκεται πάνω από τη γη. Οι μίσχοι του συλλέγονται όταν το φυτό βρίσκεται σε ανθοφορία από τον Ιούνιο μέχρι τον Σεπτέμβριο.
Η δράση  του είναι εμμηναγωγική, δηλ. ανοίγει τα κανάλια κίνησης του αίματος στη μήτρα, είτε όταν η δυσλειτουργία αυτή οφείλεται σε ανεπάρκεια αίματος είτε σε συναισθηματικό στρες.  Ωφελεί σε περιπτώσεις δυσμηνόρροιας, αμηνόρροιας, διαταραχής στην εμφάνιση ποσότητας του αίματος των εμμήνων, (αυξημένη απώλεια αίματος ή εναλλαγές στην ποσότητα), στον καθαρισμό της μήτρας μετά από απόξεση ή τοκετό και στις περιπτώσεις ινομυωμάτων ή ενδομητρίωσης.
Είναι επίσης χρήσιμο χαλαρωτικό κατά τη διάρκεια των διαταραχών της εμμηνόπαυσης.
Όσον αφορά  στη δράση του προς την καρδιά λειτουργεί κατά τον ίδιο τρόπο. Βοηθά στην απεμπλοκή της κίνησης του αίματος η οποία μπορεί να οφείλεται είτε σε  ανεπάρκεια είτε σε  συναισθηματικό στρες.
Είναι ίαμα για την ταχυκαρδία που προκαλείται από άγχος, για το αίσθημα κόπωσης, για την υπέρταση.
Η δράση  του σε περιπτώσεις υπέρτασης  οφείλεται στο ότι βοηθά τους νεφρούς σε περιπτώσεις νεφρικής ανεπάρκειας να αυξήσουν το ποσό της αποβολής ούρων. (δράση γλυκοσιδίων).
Μαζί με άλλα χημικά φάρμακα θεραπεύει την  οξεία ή χρόνια σπειραματονεφρίτιδα.
Είναι ασφαλέστατο  βότανο, όμως λόγω της παρόμοιας  δράσης του με την ωκυτοκίνη (ορμόνη που προκαλεί συσπάσεις στη μήτρα  κατά τη διάρκεια του τοκετού) απαγορεύεται η χρήση του κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Λαμβάνεται  είτε ως έγχυμα (σε ένα φλυτζάνι βραστό νερό ρίχνουμε 1-2 κουτ. βότανο και αφήνουμε σκεπασμένο 10-15 λεπτά), είτε ως βάμμα 1-4 ml τρείς φορές την ημέρα.

Πηγή: http://www.astrolife.gr 



Προφητεία ..του Λιαντίνη στην κόρη του Διοτίμα





Το γράμμα αυτό αποτελεί αποχαιρετισμό του πατέρα προς τη κόρη του αλλά και γνωστική παρακαταθήκη ενός φιλοσόφου για τις νέες γενιές Ελλήνων.


..του δε λόγου εόντος ξυνού ζώουσιν οι πολλοί ως ιδίαν έχοντες φρόνησιν 
..η λύπη μου γι’ αυτό το έγκλημα με σκοτώνει.


Διοτίμα μου,


Φεύγω αυτοθέλητα. Αφανίζομαι όρθιος, στιβαρός και περήφανος. Ετοίμασα τούτη την ώρα βήμα- βήμα ολόκληρη τη ζωή μου, που υπήρξε πολλά πράγματα, αλλά πάνω από όλα εστάθηκε μια προσεκτική μελέτη θανάτου. Τώρα που ανοίγω τα χέρια μου και μέσα τους συντρίβω τον κόσμο, είμαι κατάφορτος με αισθήματα επιδοκιμασίας και κατάφασης.


Πεθαίνω υγιής στο σώμα και στο μυαλό, όσο καθαρό είναι το νωπό χιόνι στα όρη και το επεξεργασμένο γαλάζιο διαμάντι.


Να ζήσεις απλά, σεμνόπρεπα, και τίμια, όπως σε δίδαξα. Να θυμάσαι ότι έρχουνται χαλεποί καιροί για τις νέες γενεές. Και είναι άδικο και μεγάλο παράξενο να χαρίζεται τέτοιο το δώρο της ζωής στους ανθρώπους, και οι πλείστοι να ζούνε μέσα στη ζάλη αυτού του αστείου παραλογισμού.

Η τελευταία μου πράξη έχει το νόημα της διαμαρτύρησης για το κακό που ετοιμάζουμε εμείς οι ενήλικοι στις αθώες νέες γενεές που έρχουνται. Ζούμε τη ζωή μας τρώγοντας τις σάρκες τους. Ένα κακό αβυσσαλέο στη φρίκη του. Η λύπη μου γι’ αυτό το έγκλημα με σκοτώνει.


 Να φροντίσεις να κλείσεις με τα χέρια σου τα μάτια της γιαγιάς Πολυτίμης, όταν πεθάνει. Αγάπησα πολλούς ανθρώπους. Αλλά περισσότερο τρεις. Το φίλο μου Αντώνη Δανασσή, τον αδερφοποιτό μου Δημήτρη Τρομπουκη, και τον Παναγιώταρο το συγγενή μου, γιο και πατέρα του Ηρακλή.

Κάποια στοιχεία από το αρχείο μου το κρατά ως ιδιοκτησία ο Ηλίας Αναγνώστου.

Να αγαπάς τη μανούλα ως την τελευταία της ώρα. Υπήρξε ένας υπέροχος άνθρωπος για μένα, για σένα, και για τους άλλους. Όμως γεννήθηκε με μοίρα. Γιατί της ορίστηκε το σπάνιο, να λάβει σύντροφο στη ζωή της όχι απλά έναν άντρα, αλλά τον ποταμό και τον άνεμο. Το γράμμα του αποχαιρετισμού που της έγραψα το παίρνω μαζί μου.


Σας αφήνω εσένα, τη μανούλα και το Διγενή*, το σπίτι μου δηλαδή, που του στάθηκα στύλος και στέμμα, Γκέμμα πες, σε υψηλούς βαθμούς ποιότητας και τάξης. Στην μεγαλύτερη δυνατή αρνητική εντροπία. Να σώζετε αυτή τη σωφροσύνη και αυτή την τιμή. Θα δοκιμάσω να πορευτώ τον ακριβό θάνατο του Οιδίποδα. Αν όμως δεν αντέξω να υψωθώ στην ανδρεία που αξιώνει αυτός ο τρόπος, και ευρεθεί ο νεκρός μου σε τόπο όχι ασφαλή, να φροντίσεις με τη μανούλα και το Διγενή**, να τον κάψετε σε ένα αποτεφρωτήριο της Ευρώπης


Έζησα έρημος και ισχυρός.
 

Λιαντίνης


Τη μέρα που θα πέσω* έδωσα εντολή
να στεφανωθούν οι μορφές
Σολωμού στη Ζάκυνθο κ’ Λυκούργου
στη Σπάρτη.


* Διγενής: γαμπρός του Δ. Λιαντίνη εκείνη την εποχή.

** Οι μορφές στεφανώθηκαν στις 3/6/1998.


Πέμπτη 5 Μαΐου 2011

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΙΚΟΥ ΣΠΗΛΑΙΟΥ

 
2500 χρόνια δεσμώτες σε μιά πραγματικότητα κατασκευασμένη από θρησκείες, σχολεία, εφημερίδες και τηλεοράσεις 

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Λοιπόν, είπα, ύστερ’ απ’ αυτά, παρομοίασε με μια εικόνα σαν κι αυτή την ανθρώπινη φύση αναφορικά με την παιδεία και την απαιδευσία. Φαντάσου δηλαδή ανθρώπους σε υπόγειο οίκημα με μορφή σπηλιάς, που έχει την είσοδό του ανοιχτή προς το φως της μέρας, που το μάκρος της πιάνει πέρα πέρα όλη τη πρόσοψη της σπηλιάς και να βρίσκονται εκεί από την παιδική τους ηλικία αλυσοδεμένοι και στα σκέλη και στον αυχένα, ώστε να μένουν με το σώμα τους ακίνητο, έτσι που να μην βλέπουν παρά μόνο ό,τι είναι μπροστά τους, ενώ δεν έχουν την δυνατότητα, εξαιτίας της αλυσίδας, να περιφέρουν ολόγυρα το κεφάλι τους. Και πίσω τους, σε αρκετή απόσταση, σ’ επίπεδο ψηλότερο απ’ αυτούς ν’ ανάβει φως από φωτιά• και στο ενδιάμεσο, ανάμεσα στη φωτιά και τους δεσμώτες, δρόμος ανηφορικός και παράλληλα μ’ αυτόν να’ ναι χτισμένος μαντρότοιχος, να, σαν τα χαμηλά διαφράγματα που τοποθετούν οι ταχυδακτυλουργοί μπροστά στους θεατές, πάνω απ’ τα οποία δείχνουν τα ταχυδακτυλουργικά τους.
ΓΛΑΥΚΩΝ Βλέπω, είπε ο Γλαύκων.
ΣΩ. Βλέπε λοιπόν ανθρώπους να κουβαλούν, παράλληλα με αυτόν τον μαντρότοιχο, σκεύη κάθε λογής, υψωμένα πάνω απ’ τον μαντρότοιχο, και ανδριάντες και άλλα ομοιώματα ανθρώπων και ζώων, λίθινα και ξύλινα, φιλοτεχνημένα με κάθε τρόπο• κι όπως θα περίμενε κανείς, άλλους απ’ τους διερχόμενους αχθοφόρους να μιλούν, άλλους να σιωπούν.
ΓΛ. Παράξενη εικόνα περιγράφεις, είπε, και παράξενους δεσμώτες.
ΣΩ. Ολόιδιους με μας, αποκρίθηκα• γιατί πιστεύεις ότι άνθρωποι σε τέτοια κατάσταση πρώτα πρώτα θα έχουν δει τίποτ’ άλλο εκτός απ’ τις σκιές του εαυτού τους και των συνδεσμωτών τους, που τις σχηματίζει η λάμψη της φωτιάς στον απέναντι απ’ αυτούς τοίχο της σπηλιάς;
ΓΛ. Μα γίνεται να δουν τίποτ’ άλλο, είπε, εφόσον είναι αναγκασμένοι να έχουν το κεφάλι τους ακίνητο σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους;
ΣΩ. Και τι θα ‘χουν δει απ’ εκείνους τους διερχόμενους αχθοφόρους; τίποτ’ άλλο, εκτός απ’ τις σκιές τους;
ΓΛ. Μόνο αυτές, βέβαια.
ΣΩ. Λοιπόν, αν είχαν τη δυνατότητα να κουβεντιάζουν μεταξύ τους, δεν έχεις τη γνώμη ότι θα νόμιζαν πως οι σκιές που βλέπουν είναι πραγματικά αντικείμενα;
ΓΛ. Οπωσδήποτε.
ΣΩ. Και τι νομίζεις, αν απ’ τα βάθη του δεσμωτηρίου η ηχώ αναμετέδιδε τις φωνές, κάθε φορά που κάποιος απ’ τους διερχόμενους θα μιλούσε, πιστεύεις ότι θα φαντάζονταν ότι κάτι άλλο βγάζει φωνή και όχι οι σκιές των διερχόμενων;
ΓΛ. Μα τον Δία, όσο για μένα, τίποτ’ άλλο.
ΣΩ. Λοιπόν, είπα, άνθρωποι σε αυτή την κατάσταση θα πίστευαν ως πραγματικό μόνο τις σκιές των αντικειμένων που εμφανίζονται και τίποτ’ άλλο;
ΓΛ. Σίγουρα, μόνο τις σκιές.
ΣΩ. Σκέψου λοιπόν, είπα, τι λογής θα μπορούσε να είναι η απολύτρωση και η γιατρειά τους απ’ τα δεσμά και την άγνοιά τους, αν με φυσική ακολουθία συνέβαιναν πράματα σαν και τούτα: κάθε φορά που κάποιος θα λυνόταν απ’ τα δεσμά του και θα ‘νιωθε ξαφνικά την ανάγκη να σηκωθεί όρθιος και να περιστρέφει τον αυχένα του και να βαδίζει και να υψώνει το βλέμμα του προς το φως, και κάνοντας αυτές τις κινήσεις θα ‘νιωθε πόνο και, θαμπωμένος απ’ τον φως, θ’ αδυνατούσε να αντικρίζει εκείνα που προηγουμένως έβλεπε τις σκιές τους• λοιπόν, τι κατά τη γνώμη σου θ’ απαντούσε αυτός, αν κάποιος του έλεγε ότι εκείνα που έβλεπε τότε ήταν ανοησίες, τώρα όμως βλέπει κάτι που βρίσκεται κάπως πιο κοντά στην αλήθεια και το βλέμμα του έχει στραφεί σε πράγματα πιο αληθινά – βλέπει λοιπόν πιο σωστά; Και βέβαια, αν δείχνοντάς του ξεχωριστά, ένα προς ένα, αυτά που περνούν μπροστά του, τον ανάγκαζε να απαντήσει στις ερωτήσεις του, τι να ‘ναι αυτά, τι θ’ αποκρινόταν; δεν πιστεύεις ότι θα τα ‘χε χαμένα και θα θεωρούσε ότι βρίσκονται πιο κοντά στην αλήθεια τα όσα έβλεπε τότε απ’ αυτά που του δείχνουν τώρα;
ΓΛ. Θ’ αποκρινόταν, είπε, ότι ναι, εκείνα βρίσκονται πολύ πιο κοντά στην αλήθεια.

ΣΩ. Λοιπόν, κι αν τον υποχρέωνε να στρέψει το βλέμμα του προς το ίδιο το φως, δε θα ‘νιωθε πονόματο και δε θα προσπαθούσε να τα’ αποφύγει, στρέφοντας το βλέμμα του προς εκείνο που χωρίς δυσκολίες αντικρίζει και δε θα νόμιζε ότι τωόντι είναι πιο ξεκάθαρα απ’ αυτά που του δείχνουν;
ΓΛ. Ναι, αυτό θα νόμιζε, είπε.
ΣΩ. Κι αν, είπα, κάποιος τον έσερνε βίαια απ’ τη σπηλιά μέσ’ απ’ την τραχιά και απότομη ανάβαση, και δεν τον άφηνε πριν τον σύρει έξω, στο φως του ήλιου, άραγε δε θα ‘ταν μαρτύριο γι’ αυτόν και δε θ΄ αγαναχτούσε που τον σέρνουν μ’ αυτό τον τρόπο; και, όταν θα ‘φτανε στο φως, έχοντας τα μάτια πλημμυρισμένα απ’ τη λάμψη του ήλιου, θα μπορούσε να βλέπει τίποτε, έστω κι ένα, απ’ αυτά που τώρα λέγονται αληθινά;
ΓΛ. Αποκλείεται έτσι ξαφνικά.
ΣΩ. Αν όμως είχε σκοπό να δει όσα βρίσκονται εκεί ψηλά, θα έπρεπε να εξοικειωθεί• έτσι, θα ‘βλεπε στην αρχή πιο εύκολα τις σκιές, κι ύστερ’ απ’ αυτές τα είδωλα και τωνανθρώπων και των αντικειμένων, όπως αντικατοπτρίζονται μες στο νερό, κι ύστερα τα’ αντικείμενα αυτά καθαυτά• κατόπι θα ύψωνε τη ματιά του και θ’ αντίκριζε ευκολότερα, τη νύχτα, τα όσα βρίσκονται στον ουρανό και το ίδιο το στερέωμα τ’ ουρανού, αντικρίζοντας το φως των άστρων και της σελήνης ευκολότερα απ’ ό,τι τη μέρα τον ήλιο και το φως του ήλιου.
ΓΛ. Οπωσδήποτε.
ΣΩ. Και τέλος- τέλος, πιστεύω, τον ήλιο, όχι μες στα νερά ούτε το είδωλό του, όπως αντανακλάται από άλλη θέση, αλλά θα μπορούσε να τον αντικρίσει αυτόν καθαυτόν στη φυσική του θέση, και να παρατηρήσει πως είναι.
ΓΛ. Αυτό επιβάλλει η ανάγκη, είπε.
ΣΩ. Και κατόπι θα κατέληγε πια στο συμπέρασμα ότι αυτός είναι που κάνει τις εποχές και τα έτη και που εποπτεύει όλα όσα βρίσκονται στο πεδίο της όρασής μας.
Και κατά κάποιο τρόπο είναι αίτιος για όλα όσα εκείνοι έβλεπαν στη σπηλιά.
ΓΛ. Είναι φανερό ότι σ’ αυτό το συμπέρασμα θα κατέληγε ύστερ’ απ’ τα παραπάνω.
ΣΩ. Τί λοιπόν; δεν πιστεύεις ότι αυτός, ανακαλώντας στη μνήμη του την πρώτη κατοικία του και τη γνώση, που είχαν εκεί αυτός και οι συγκρατούμενοί του εκείνο τον καιρό, θα μακάριζε τον εαυτό του για την αλλαγή και θα ‘νιωθε οίκτο για τους άλλους;
ΓΛ. Και με το παραπάνω.
ΣΩ. Και νομίζεις ότι, για τις τιμητικές διακρίσεις και για τους επαίνους που απένειμαν αναμεταξύ τους οι δεσμώτες και για τις αμοιβές εκείνου που διέκρινε με μοναδική οξυδέρκεια τις σκιές των όσων περνούσαν μπροστά τους και συγκρατούσε καλύτερα την κανονικότητα με την οποία οι σκιές εμφανίζονταν πρώτες ή τελευταίες ή σύγχρονα με τις άλλες, ώστε αξιοποιώντας αυτή την ικανότητά του να βρισκόνταν σε προνομιακότερη θέση να κάνει προβλέψεις, ποια σκιά θα παρουσιαζόταν σε μια ορισμένη στιγμή – τι λες; Θα ένιωθε λαχτάρα γι’ αυτά και θα ζήλευε τους συνδεσμώτες του που έπαιρναν τιμές κι είχαν επιρροή ανάμεσά τους ή θα βρίσκονταν στην κατάσταση που λέει ο Όμηρος ότι βρέθηκε ο Αχιλλέας και θα επιθυμούσε μ’ όλη τη δύναμη της ψυχής του:Κάλλιο στη γης να ξενοδούλευα ξωμάχος, ρογιασμένος σ’ αφέντη που ‘χασε τον κλήρο του κι είναι το βιός του λίγο και να ξεπέσει σ’ οποιονδήποτε άλλη κατάσταση, παρά να πιστεύει εκείνα και να ζει μια τέτοια ζωή.
ΓΛ. Κι εγώ αυτό πιστεύω, είπε• θα προτιμούσε να ξεπέσει σ’ οποιαδήποτε κατάσταση παρά να ζει μ’ εκείνο τον τρόπο.
ΣΩ. Και κάνε και την εξής υπόθεση, του είπα. Αν ένας τέτοιος άνθρωπος κατέβαινε ξανά εκεί κάτω και έπαιρνε την προηγούμενη θέση του, άραγε δε θα τύλιγε τα μάτια του πυκνό σκοτάδι, έτσι που ξαφνικά γύρισε απ’ τον ήλιο;
ΓΛ. Σίγουρα, είπε.
ΣΩ. Κι αν υποχρεωθεί λοιπόν αυτός ο άνθρωπος να λέει τη γνώμη του για κείνες τις σκιές που διαβαίνουν και να διαγωνιστεί μ’ εκείνους που δεν έπαυσαν ποτέ να είναι δεσμώτες, όσο τον ταλανίζει το πρόβλημα που θα έχει στα μάτια του, πριν αυτά εξοικειωθούν (κι ο χρόνος αυτής της εξοικείωσης δε θα είναι και τόσο λίγος), δε θα προξενούσε λοιπόν τα γέλια και δε θα ΄λεγαν γι’ αυτόν ότι, με το ν’ ανέβει εκεί πάνω να ‘τον που γύρισε με χαλασμένα τα μάτια, κι ότι δεν αξίζει καν τον κόπο να επιχειρήσει κανείς την ανάβαση εκεί ψηλά• και, αν με κάποιο τρόπο μπορούσαν να βάλουν στο χέρι τους και να σκοτώσουν όποιον θα επιχειρούσε να τους λύσει απ’ τα δεσμά τους και να τους οδηγήσει επάνω, στο φως, δε θα ήταν ικανοί να τον σκοτώσουν.
ΓΛ. Χωρίς άλλο, είπε.
ΣΩ. Λοιπόν αγαπητέ μου Γλάυκων, αυτή την αλληγορική εικόνα πρέπει να τη συσχετίσουμε μ’ αυτά που λέγαμε πρωτύτερα: το οίκημα του δεσμωτηρίου είναι αυτός ο κόσμος, που αντικρίζουμε με την όρασή μας• το φως της φωτιάς που φωτίζει τη σπηλιά είναι η ενέργεια του ήλιου• κι αν παραβάλουμε την ανάβαση εκεί ψηλά και τη θέση των όσων βρίσκονται εκεί με την άνοδο της ψυχής στο νοητό τόπο, θα ‘χεις εύστοχα κατανοήσει ποιες είναι οι προσδοκίες μου …Τώρα δική μας υπόθεση είναι, είπα, των ιδρυτών της πολιτείας, τους χαρισματικούς πολίτες να τους οδηγήσουμε αναγκαστικά στο μάθημα, που προηγουμένως είπαμε ότι είναι το μέγιστο, και ν’ αντικρίσουν το αγαθόν και να επιχειρήσουν εκείνη την ανάβαση, κι όταν τέλος ανεβούν, να μην τους επιτρέπεται αυτό που τους επιτρέπεται τώρα.
ΓΛ. Τι ακριβώς;
ΣΩ. Το να μένουν συνεχώς εκεί πάνω και να μη θέλουν να κατέβουν και να γυρίσουν σ ‘ εκείνο το σπήλαιο των δεσμωτών και να μοιράζονται μ’ εκείνους τους μόχθους και τις τιμητικές διακρίσεις τους, είτε αυτές είναι κατώτερες είτε σημαντικότερες.
ΓΛ. Αν καταλαβαίνω καλά, είπε, θα τους αδικήσουμε και θα τους υποχρεώσουμε να ζουν χειρότερα, την ώρα που οι άνθρωποι θα μπορούσαν να ζουν καλύτερα.

ΣΩ. Φίλε μου, ξέχασες και πάλι ότι ο νόμος δε νοιάζεται γι’ αυτό, πώς μια κατηγορία πολιτών θα απολαμβάνει εξαιρετική ευτυχία, αλλά κινεί τους μηχανισμούς ώστε το αγαθό αυτό να τα’ απολαύσει όλη η πόλη, οδηγώντας τους πολίτες με πειθώ και με εξαναγκασμό σε σύμπνοια• υποχρεώνοντάς τους να μεταδίδουν ο ένας στον άλλο την ωφέλεια που ο καθένας τους θα είναι σε θέση να προσφέρει στα κοινά. Κι ο ίδιος νόμος επιδιώκει ν’ αναδείξει τέτοιους άνδρες στην πόλη, όχι για να τους δώσει το ελεύθερο να στραφεί ο καθένας τους όπου θέλει, αλλά για να τους αξιοποιήσει στο έπακρο για να δεθεί η πόλη με δεσμούς φιλίας.

Σάββατο 30 Απριλίου 2011

H Λεωφόρος Αλεξάνδρας και η άτυχη πριγκίπισσα Αλεξάνδρα (1870 – 1891)



Το όνομα της πριγκίπισσας Αλεξάνδρας  δόθηκε στον  έρημο χωματόδρομο, που ένωνε την λεωφόρο Πατησίων με τους Αμπελόκηπους. Το Πεδίον του Άρεως θα δημιουργηθεί πολύ αργότερα, το 1934.

Ποια ήταν όμως η Πριγκίπισσα Αλεξάνδρα;
Στην Αθήνα της δεκαετία του 1880 δεν υπήρχε, σαφέστατα, τηλεόραση και ραδιόφωνο. Για τους «δυστυχείς» Αθηναίους δεν υπήρχαν οι γάμοι των επωνύμων (ή, απλώς, ανόητων ανθρώπων) για να τους γεμίζουν την πλήξη τους. Τα μάτια των, τότε, ανθρώπων (όπως και των σημερινών) ήταν στραμμένα σε οτιδήποτε
διέφερε απ αυτούς και μπορούσε να γεμίσει τη μίζερη ζωή τους. Γι αυτό η προσοχή τους ήταν στραμμένη στους γάμους της πριγκίπισσας Αλεξάνδρας (1870 – 1891), κόρης του Γεωργίου Α΄ και της Όλγας .
Παντρολογούσαν, λοιπόν, την πριγκίπισσα Αλεξάνδρα (δεκαεξάχρονη παιδούλα) με τον Μεγάλο Δούκα Παύλο Αλεξάνδροβιτς της Ρωσίας. Ο γαμπρός ήταν αξιόλογος, ως προς τον τίτλο, και οι πρώτοι Γλύξμπουργκ της Ελλάδας  ήταν ιδιαίτερα ικανοποιημένοι για την τύχη της κόρης τους, αλλά και για την προβολή της οικογενείας στα μάτια του Ελληνικού Λαού. Οι εφημερίδες έγραφαν ασταμάτητα για τη μικρή ξανθή πριγκίπισσα, μέχρι και ο Γεώργιος Σουρής εξέφρασε τον καημό του με το στίχο: «…θα πω στην Αλεξάνδρα, εκείνον τον ρωσόφρονα να μην τον πάρει άνδρα…»  Ο μπαμπάς Γεώργιος Α΄ έτριβε τα χέρια του από την ικανοποίηση, αλλά στην τσέπη δεν τα έβαλε. Και ενώ οι γονείς των κοινών θνητών αποφασίζουν να προικίσουν, οι ίδιοι, τα παιδιά τους, σε τούτη την περίπτωση ο ελληνικός λαός ανέλαβε να προικίσει, από το υστέρημα του, τη βασιλοπούλα με 400.000 δραχμές (αναλογιστείτε ότι το μεροκάματο δεν ξεπερνούσε τις 3 δρχ.)
Η τύχη, όμως, της πριγκίπισσας δεν ήταν καλή. Επίσημα ήταν η Μεγάλη Δούκισσα της Ρωσίας, αλλά  υπέφερε, εκεί στα ξένα, και μελαγχολούσε. Τελικά, θα πεθάνει κατά τη δεύτερη γέννα σε ηλικία, μόλις 21 ετών και με πολλές υποψίες για ραδιουργίες του συζύγου της. Ο απαρηγόρητος γαμπρός, την επόμενη της κηδείας θα αφήσει τα δυο παιδιά του στον αδελφό του, που ήταν άτεκνος και θα παντρευτεί τη Ολγα Βαλεριάνοβνα Καρνόβιτς (χωρισμένη με τρία παιδιά), με την οποία θα αποκτήσει άλλα τρία παιδιά και θα ζήσει στο Παρίσι, αφού ο δεύτερος γάμος έγινε χωρίς τη συγκατάθεση του Τσάρου, ο οποίος και τον εξόρισε. Και ενώ ο ελληνικός λαός συνέχιζε να πληρώνει τη δόση του για την προίκα της Αλεξάνδρας, ο Παύλος “έτρωγε” την προίκα με την Όλγα στα Παρίσια. Ωραία που ΄ναι η ζωή!!!
Ο γιος της Αλεξάνδρας ήταν Ντιμίτρι Παυλοβιτς Ρομανώφ, ένας από τους δολοφόνους του μοναχού Ρασπουτιν. Εγγονός της ήταν ο Πώλ Ρωμανόφσκι-Ιλλίνσκι, Δήμαρχος του  Παλμ Μπίτς στη Φλόριδα των Ηνωμένων Πολιτειών από το 1988 έως το 1999.

Πηγή: www.24grammata.gr

Κυριακή 17 Απριλίου 2011

Το όραμα της αυθεντικής ελληνικότητας

Με την πεποίθηση ότι η διάσωση και η διάδοση της εθνικής μας παράδοσης είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωση της εθνικής μας ταυτότητας, ο συλλέκτης Ίων Βορρές αφιερώθηκε εφ’ όρου ζωής στο μεγάλο του όραμα και διηγείται την περιπέτειά του.

 
 «Αποφάσισα να κάνω κάτι για να περισώσω και να προβάλω την αυθεντική ελληνικότητα», εξηγεί ο κ. Βορρές.

Μας καλωσορίζει με χειροποίητη φρέσκια λεμονάδα. Τη φτιάχνουν καθημερινά στο σπίτι από τα μοσχοβολιστά λεμόνια που προέρχονται από τα δέντρα του κήπου, μιας και, μαζί με λίγο τζιν, αποτελεί το αγαπημένο του ποτό. Παρατηρώ την εικόνα στην επιφάνεια του τραπεζιού. Απεικονίζει τον Στάικο Σταϊκόπουλο στο Ανάπλι (η σπανιότητά του έγκειται στο γεγονός ότι αποτελεί αντίγραφο έργου του προσωπικού ζωγράφου του Οθωνα, Πέτερ φον Ες) το οποίο, όπως μου διηγείται ο κ. Βορρές, αποτελούσε κάποτε το καπάκι ενός βαρελιού. «Το ανακάλυψα σ’ ένα παλαιοπωλείο. Προέρχεται από την παλιά ξακουστή ταβέρνα του Τσουτσούρη στην Πλάκα. Έλεγαν τότε ότι στο καπάκι του βαρελιού υπήρχε μία επιγραφή, με τη φράση: Τα κοπανούν οι φίλοι για γούρι! Αυτό ακριβώς το καπάκι μεταμορφώθηκε σε τραπεζάκι που κατέληξε σήμερα να κοσμεί ένα μέρος του σπιτιού μου».
Οκτώβριος του 1962. Επειτα από απουσία δεκαπέντε ετών στον Καναδά, ο κ. Ίων Βορρές επιστρέφει στην Αθήνα με σκοπό να εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα. Ξεκινά τότε για τον ίδιο, όπως μας εξομολογείται, μια περιπέτεια ζωής. «Η περιπέτεια άρχισε από την πρώτη μέρα. Οσο περίεργο κι αν ακούγεται, το σπίτι μου και το Μουσείο Βορρέ είναι αποτέλεσμα ενός ψυχικού και αισθητικού σοκ. Οταν ήρθα, έφριξα με τη τσιμεντοποίηση, την κακογουστιά και τη περιβαλλοντική φθορά που μάστιζαν τη μεταπολεμική Ελλάδα. Κάπως έτσι αποφάσισα λοιπόν να κάνω κάτι για να περισώσω και να προβάλω κάποια στοιχεία της αυθεντικής ελληνικότητας».
Αγόρασε στη συνέχεια μια περιοχή περίπου δύο στρεμμάτων, στην Παιανία, τη γενέτειρα του Δημοσθένη, λίγο έξω από την Αθήνα. Ηταν μια έκταση στο λεγόμενο παλιό χωριό. Υπήρχαν δύο εγκαταλελειμμένα χωριάτικα σπίτια και ένας στάβλος διακοσίων ετών. Το οικόπεδο ήταν γεμάτο από πεταμένες μυλόπετρες, στόμια πηγαδιών, γούρνες και πολλά άλλα λαογραφικού περιεχομένου στοιχεία. «Φανταζόμουν ότι κάποτε θα βαρεθούμε το τσιμέντο. Οτι θα θελήσουμε να γυρίσουμε για λίγο στις ρίζες μας αλλά, δυστυχώς, δεν έχουν απομείνει και πολλές ρίζες. Δεν ήμουν αρχιτέκτονας, αλλά είχα ένα όραμα κι έτσι βρήκα αυτά τα παλιά σπίτια, τον στάβλο, την παλιά αποθήκη και τα διαμόρφωσα. Ήθελα να στείλω ένα μήνυμα στους συμπατριώτες μου, να αποδείξω ότι μπορούμε να σώσουμε κάτι από την παρελθόν μας. Πρώτα απ’ όλα το έκανα για τον εαυτό μου». Ομως, όπως συμβαίνει σε τέτοιου είδους περιπτώσεις, όταν κάποιος διαφοροποιείται από το μέσο όρο, δέχεται καταιγισμό κριτικής από τους συμπολίτες του. «Ετσι και ξεφύγεις από την πεπατημένη θα σε κατηγορήσουν οι πάντες. Ήμουν, ωστόσο, υποχρεωμένος να ακολουθήσω τη διαίσθησή μου. Όταν οι άλλοι πήγαιναν δεξιά εγώ κατευθυνόμουν αριστερά, όταν ανέβαιναν εγώ κατέβαινα, γιατί αυτό που επιζητούσα ήταν να είμαι ανεξάρτητος».
Όντας αναρχικός με την καλή έννοια, όπως εξηγούν οι συνεργάτες του, αλλά και πρωτοπόρος, εγκαταστάθηκε στην Παιανία και άρχισε να αναστηλώνει τα παλιά ερείπια. Στο μεταξύ, οργίασε όλη η περιοχή με διάφορες φήμες. Η μία ήταν χειρότερη από την άλλη. «Ορισμένοι έλεγαν ότι θα γίνει κακόφημο νυχτερινό κέντρο. Άλλοι, βλέποντας τους παλιούς τοίχους να αναστηλώνονται, επέμεναν ότι θα λειτουργήσει εδώ κέντρο γυμνιστών ή χαρτοπαικτική λέσχη. Κάποιοι, πάλι, διατείνονταν ότι θα στέγαζε κέντρο επικίνδυνης θρησκευτικής αίρεσης. Ο θόρυβος ήταν τέτοιος που τελικά με επισκέφθηκε ο Μητροπολίτης για να μάθει την πραγματικότητα για να λάβει φυσικά τη διαβεβαίωση ότι όλα αυτά ήταν “φαντασιοπληξίες εκ του πονηρού”».

Η ελληνική ομορφιά
Μπαίνοντας στο σαλόνι, το βλέμμα σταματά αναπόφευκτα στην παλιά πέτρινη γούρνα με τα πολύχρωμα αποξηραμένα αμάραντα. «Τα συλλέγουμε από τους κήπους, τα αφήνουμε στον ήλιο για είκοσι ημέρες προκειμένου να τα αποξηράνουμε και κατόπιν τα τοποθετούμε στη γούρνα όπου διατηρούνται για τέσσερα έως πέντε χρόνια σε πολύ καλή κατάσταση. Μετά, πρέπει να τα αντικαταστήσουμε εξαιτίας της σκόνης», εξηγεί ο κ. Βορρές. «Αυτή η γούρνα είναι μυλόπετρα του ελαιοτριβείου της Παιανίας και σήμερα η αξία της ξεπερνά τις 5.000 ευρώ. Οταν οι παλιοί ιδιοκτήτες της δεκαετίας του ’60 γκρέμισαν το ελαιοτριβείο, κατέστρεψαν τα πάντα, στέλνοντάς τα όλα στα σκουπίδια. Ετρεχα από πίσω τους για να σώσω τις πέτρες, τις οποίες στη συνέχεια χρησιμοποιούσα για τραπέζια, πάντα στολισμένα με λουλούδια. Εδειξα όμως έτσι, ότι η ελληνική ομορφιά δεν είναι αποκλειστικότητα των σύγχρονων αρχιτεκτόνων και ντεκορατέρ αλλά μπορεί να εντοπιστεί με επιτυχία στις παλιές παραδόσεις».
Πιστός στη ρήση του Θουκυδίδη ότι «η Τέχνη απαιτεί κουράγιο», ο κ. Ίων Βορρές οπλίστηκε με επιμονή κι υπομονή, προκειμένου το όραμά του να γίνει πραγματικότητα. Θυμάται, σαν να συμβαίνει τώρα, την εποχή που οι ντόπιοι τον αποκαλούσαν «τρελοαμερικάνο», τότε που ο πατέρας του δεν του μιλούσε για αρκετά μεγάλο διάστημα. «Ήταν αναμενόμενο ότι ο αείμνηστος πατέρας μου, ένας πρακτικός και επιτυχημένος επιχειρηματίας, αγωνιούσε διαρκώς για την ακατάσχετη αιμορραγία της οικογενειακής περιουσίας εξαιτίας της υλοποίησης του καλλιτεχνικού οράματός μου. Πριν πεθάνει, με παρακάλεσε να επισκεφθώ έναν φίλο του ψυχίατρο μήπως και καταφέρει να με θεραπεύσει από την αχαλίνωτη συλλεκτική μου μανία, την οποία πολύ σωστά θεωρούσε σοβαρή ασθένεια». Επισκέφθηκε μάλιστα δύο ψυχιάτρους, έναν στην Αθήνα και έναν στην Ελβετία. «Αμφότεροι με διαβεβαίωσαν ότι η ασθένειά μου είναι ανίατη και πρότειναν να παρηγορηθώ με το γεγονός ότι υπάρχουν χειρότερα νοσήματα. Προς μεγάλη μου έκπληξη, ανακάλυψα αργότερα ότι και οι δύο ήταν επίσης φανατικοί συλλέκτες!»
Τα αντικείμενα του σπιτιού προέρχονται από κάθε γωνιά της Ελλάδας. Νησιώτικοι καναπέδες, μια ναυτική κασέλα του 18ου αιώνα από τη Λέσβο και τα ζωγραφισμένα, σκαλιστά ή φτιαγμένα από ελαφαντόδοντο μπαούλα που χρησιμοποιούσαν οι ναυτικοί. Τα κιούπια και η γούρνα απ’ όπου έπιναν νερό τα άλογα, μεταμορφώθηκαν σε ανθοδοχεία. Η μαύρη μυλόπετρα του ελαιοτριβείου μετατράπηκε σε κεντρική τραπεζαρία και αγαπημένη γωνία του κ. Βορρέ που έχει δεξιωθεί εδώ ανθρώπους της Τέχνης, πρωθυπουργούς και αρχηγούς κρατών.

 
Δείγματα Τέχνης και λαογραφίας διακοσμούν το σπίτι.

Αναπολεί την επίσημη δεξίωση που δόθηκε το 1983 στο Μουσείο, προς τιμήν του Καναδού πρωθυπουργού Πιερ Τριντό που δεν είχε πολύ χρόνο στη διάθεσή του. «Ανησυχούσα πολύ μήπως και δεν προλάβω να του δείξω το μουσείο. Η Μελίνα, που εκτελούσε χρέη οικοδέσποινας εκείνη τη βραδιά, έσπευσε να με διαβεβαιώσει “μην ανησυχείς, άστον σε μένα”. Στις δύο το πρωί, ο κ. Τριντό και η συνοδεία του ήταν ακόμα εδώ. Χόρευαν συρτάκι με λυμένες τις γραβάτες, απολαμβάνοντας μια γνήσια ελληνική βραδιά». Κάτι παρόμοιο συνέβη πέρυσι τον Οκτώβριο, όταν η γενική κυβερνήτης του Καναδά κ. Μισέλ Ζαν μαζί με τον σκηνοθέτη σύζυγό της Ζαν-Ντανιέλ Λαφόν και πολυπληθή συνοδεία επισκέφθηκαν το μουσείο όπου ο κ. Βορρές τους ξενάγησε πριν παραθέσει δεξίωση προς τιμήν τους στο σπίτι του.
Η καναδική πρεσβεία μας είχε ειδοποιήσει ότι λόγω πιεσμένου προγράμματος οι επίσημοι προσκεκλημένοι είχαν ελάχιστο χρόνο στη διάθεσή τους και έπρεπε να βιαστούμε. Τελικά η κυβερνήτης και ο σύζυγός της έδειξαν τόσο ενδιαφέρον για το μουσείο που η ξενάγηση κράτησε πάνω από μιάμιση ώρα, ενώ δεν ξεκολλούσαν από τη δεξίωση παρά το ότι η ώρα ήταν πλέον περασμένη. Η βραδιά αυτή επιφύλασσε και μια ξεχωριστή έκπληξη για τον κ. Βορρέ, όταν η κυβερνήτης του απένειμε το ανώτατο τιμητικό παράσημο «Order of Canada» για τη συνολική προσφορά του στον πολιτισμό και στη σύσφιγξη των πολιτιστικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών.
Δεν βασίστηκε ποτέ σε αρχιτεκτονικά σχέδια για τις παρεμβάσεις που έκανε. «Ήμουν πολύ τυχερός που βρήκα στην Παιανία εξαιρετικούς τεχνίτες, γνώστες της λαϊκής μας παράδοσης, οι οποίοι συντέλεσαν να υλοποιηθεί το όραμά μου. Σήμερα, δυστυχώς δεν υπάρχουν πια τέτοιοι μάστορες».
Το γραφείο όπου περνά πολλές ώρες της ημέρας, είναι πάνω στον πύργο, εκεί όπου ήταν ο παλιός στάβλος. Εδώ υπαγορεύει συχνά στην Έλενα Κορακιανίτη, συνεργάτιδά του τα τελευταία 23 χρόνια, τα κείμενά του. «Αυτός ο χώρος παρουσιάζει ιστορία 2.000 ετών. Το τζάκι, ύψους 12 μέτρων, προστέθηκε αργότερα για να ζεσταίνει το δωμάτιο αφού δεν υπάρχει κεντρική θέρμανση». Απέναντι στο τραπεζάκι εποχής είναι τοποθετημένες φωτογραφίες με υψηλούς καλεσμένους που έχουν φιλοξενηθεί κατά καιρούς. Τους πέτρινους τοίχους, που χρονολογούνται από τον 18ο αιώνα, κοσμούν δύο κρητικές εικόνες εκείνης της εποχής. Στο πάτωμα είναι τοποθετημένα διάφορα αρχαία αντικείμενα, ένα μεσαιωνικό κηροπήγιο και μία μυλόπετρα. Σε μια εσοχή στον τοίχο υπάρχουν ερυθρόμορφα και μελανόμορφα αγγεία του 5ου π.Χ. αιώνα. Η μεγάλη ξύλινη πόρτα έχει θέα στην αυλή που τα βράδια είναι φωταγωγημένη, ενώ στο βάθος πάνω σε μια λίμνη από νούφαρα ξεπροβάλλει ένα στόμιο πηγαδιού.
Σε όλο το σπίτι, διάσπαρτα στους τοίχους, είναι τοποθετημένα περίφημα συριανά πιάτα (τα λένε Συριανά όχι επειδή προέρχονται από τη Σύρο αλλά επειδή τα παράγγελναν Συριανοί έμποροι από την Αγγλία) του 19ου αιώνα. «Η συλλογή μου αυτή αριθμεί περίπου 300 πιάτα από διάφορες περιοχές της Ελλάδας και η αξία τους αγγίζει τις 50.000 ευρώ», σημειώνει ο κ. Βορρές.

Ο καθρέπτης του συλλέκτη
Αναφέρεται στην ιστορία του «έργου ζωής», όπως αποκαλεί το σπίτι – μουσείο όπου διαμένει και αναβιώνει ένα πλούσιο μωσαϊκό από ανθρώπινες εμπειρίες. «Ξαφνιάζομαι κι εγώ ο ίδιος για το τι είναι ικανός να κάνει ένας συλλέκτης, προκειμένου να αποκτήσει ένα έργο που επιθυμεί». Θυμάται την περίπτωση μιας θαυμάσιας εικόνας του 17ου αιώνα που επί χρόνια προσπαθούσε να αποκτήσει από μια «καχύποπτη χήρα γειτόνισσά του» όπως περιγράφει, η οποία αρνιόταν να του την πουλήσει. «Χρησιμοποίησα κάθε μέσο για να τη μεταπείσω. Καθημερινά σχεδόν της έστελνα λουλούδια, σοκολάτες, λιχουδιές, ακόμα και σαμπάνιες. Στην απελπισία μου της πρότεινα μάλιστα και γάμο, τον οποίο ευτυχώς αρνήθηκε. Λίγο αργότερα όμως απεβίωσε -ίσως και από το σοκ της πρότασής μου!- και έτσι τελικά απέκτησα την πολυπόθητη εικόνα από τους κληρονόμους της σε προσιτή τιμή».
Μεταφερόμαστε στο άλλο καθιστικό με τα έπιπλα των αρχών του 19ου αιώνα και απολαμβάνουμε την εσωτερική αυλή που περιβάλλεται από παλιές ξερολιθιές. «Εδώ το σπίτι είχε καταρρεύσει, αλλά δεν ξαναέχτισα τους τοίχους. Τοποθέτησα τζαμαρίες κι έφερα παλιά κρήνη 300 ετών από το Πήλιο για να περιστοιχίσουν έξω τους τοίχους του προαυλίου χώρου». Φροντίζει ο ίδιος για κάθε λεπτομέρεια κι έχει πάντα τον τελευταίο λόγο για την ταξινόμηση των αντικειμένων και τις μετατροπές που χρειάζονται να γίνουν στους χώρους. Αλλωστε, όπως αναφέρει, «η σχέση του συλλέκτη με τη συλλογή του είναι ένας συναισθηματικός δεσμός μιας ολόκληρης ζωής. Η συλλογή του αποτελεί και καθρέπτη του εαυτού του, καθρέπτη του πνευματικού και αισθητικού του είναι».

Πηγή: [Χρύσα  Κλειτσιώτη, Έθνος]

Τα αρχαία Ελληνικά ξίφη

ΤΟ ΦΑΣΓΑΝΟ Η ΣΦΑΓΑΝΟ

Το φάσγανο ή σφάγανο θεωρείται σαν το πρώτο πολεμικό ξίφος των Ελληνικών ιστορικών χρόνων αναφερόμενο στο έπος της Ιλιάδας από τον Όμηρο καθώς και στην γραμμική γραφή Β. Το φάσγανο ήταν ένα μακρύ δίκοπο αιχμηρό ξίφος από ορείχαλκο – μπρούντζο – ή χαλκό με μήκος από 0.80 εκ. έως και πέραν του 1.00 μ. και κατάλληλο για νυκτικά κυρίως κτυπήματα.

Υπήρχαν διαφόρων τύπων φάσγανα όπως τα στρογγυλεμένης ράχης του ΙΣΤ’ π.X. αιώνα που την θέση τους πήραν τον επόμενο αιώνα δύο νέοι τύποι ξιφών στερεότερων από τα προηγούμενα, τα αγκιστροειδούς ράχης και τέλος τα σταυρωτής ράχης με ενιαίο έλασμα και λαβή που κατέληγε κατά κανόνα σε μεγάλο σφαίρωμα σχήματος μήλου. Οι διαφορές αυτές εστιάζονταν κυρίως στις κατασκευαστικές λεπτομέρειες των σημείων μεταξύ των λαβών τους και του ελάσματος και όχι στο καθαυτό σχήμα τους.

Κύριο χαρακτηριστικό των φασγάνων ήταν η κατά μήκος και στο μέσον του ορειχάλκινου ή χάλκινου ελάσματός τους νεύρωση μειούμενης διατομής που τους έδινε την απαιτουμένη σταθερότητα και αλυγισία απαραίτητη άλλωστε λόγω του μεγάλου μήκους τους και του είδους του μετάλλου κατασκευής τους. (Σχ. 1,2,3)

Φάσγανο Σταυρωτής Ράχης


Φάσγανο Αγκιστρωτής Ράχης

Φάσγανο Στρογγυλής Ράχης

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΠΑΘΟΜΑΧΑΙΡΑ

Επίσης με την ίδια ονομασία φάσγανο αναφέρονται και στην Μεγάλη Ελληνική εγκυκλοπαίδεια του Παύλου Δρανδάκη εις το λήμμα ξίφος σχετικά κοντές χάλκινες ή ορειχάλκινες – νεότερες – σπαθομάχαιρες του ΙΒ’ π.Χ. αιώνα μήκους από 50 έως 60 εκ. Οι σπαθομάχαιρες αυτές που ευρέθησαν από τον Γερμανό αρχαιολόγο Ερρίκο Σλήμαν στις ανασκαφές των τάφων των Ατρειδών βασιλέων των Μυκηνών καθώς και στις ανασκαφές της Τροίας ήταν μονής ή διπλής κόψης και χρησίμευαν για την σφαγή των ζώων που προορίζονταν για τις θυσίες στους Ολύμπιους Θεούς. Η λαβή τους ήταν προέκταση του ελάσματός τους ήταν καλυμμένη με ξύλινα ή κοκάλινα καπάκια και τελείωνε σε κρίκο αναρτήσεως του ξίφους – σπαθομάχαιρας.

ΤΟ ΟΜΗΡΙΚΟ ΞΙΦΟΣ

Στην πρώιμη εποχή του ορειχάλκου και σαν ακραία εξέλιξη του φασγάνου παρουσιάζεται ένα ξίφος που είχε την μονοκόμματη κατασκευή των φασγάνων δηλαδή το ενιαίο ελάσματος και λαβής καθώς και το μέγιστο του πλάτους του ελάσματος αλλά με σαφέστατα μικρότερο μήκος.

Έτσι το εν λόγω ξίφος παρουσίαζε τριγωνική ισοσκελή μορφή και κατασκευαζόταν τόσο από χαλκό όσο και από ορείχαλκο με μέσο μήκος ελάσματος περί τα 0.60 εκ. Το ξίφος αυτό ονομάστηκε Ομηρικό ξίφος, δεν αναφέρεται στην γραμμική γραφή Β είχε αγκιστρωτή ράχη και εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται έως το 1200 π.Χ. Ο Ερρίκος Σλήμαν κατά την διάρκεια των ανασκαφών του στα ανάκτορα των Ατρειδών βασιλέων στις Μυκηνών βρήκε ξίφος της ιδίας περιόδου εξ’ ολοκλήρου από χαλκό και με αμφίστομο έλασμα μήκους 0.60 εκ.

Όπως και το φάσγανο είχε την χαρακτηριστική νεύρωση στην μέση και κατά μήκος του ελάσματος και η οστέινη ή ξύλινη λαβή του στερεωνόταν με αριθμό καρφιών που δεν ήταν πάντα ο ίδιος. Παρόμοιος τύπος ξίφους βρέθηκε στην Ολυμπία με μήκος λεπίδας όμως περί το 1.00μ.

Ομηρικό Ξίφος

ΤΟ ΑΟΡ

Το ξίφος αυτό του 1000 – 1200 π.Χ. ονομάστηκε άορ από το ρήμα αίρω – σηκώνω – δεδομένου ότι για να λειτουργήσει θλαστικά το ξίφος έπρεπε πριν το κτύπημα καταφοράς να σηκωθεί ψηλά. Από το ίδιο ρήμα προέρχεται και η λέξη αορτήρας που προσδιόριζε τον ειδικό δερμάτινο ιμάντα – τελαμώνα. από τον οποίο κρεμόταν το άορ από τον δεξιό ώμο του πολεμιστή χιαστί στο αριστερό πλευρό του.

Ερώτημα υπάρχει ως προς τον τόπο της αρχικής προέλευσής του δεδομένου ότι η ξένη σχετική βιβλιογραφία αναφέρει σαν χώρα εισαγωγής του σχεδίου του ξίφους την Κεντρική Ευρώπη μέσo Ιταλίας και ιδιαίτερα μέσo μισθοφόρων της εποχής. Εύστοχα ο μελετητής κ. Δημήτρης Καμπούρης σε σχετική του δημοσίευση στο τεύχος 4 του Οκτωβρίου του 1996 της Στρατιωτικής Ιστορίας παρατηρεί ότι κανένας πολιτισμός της Κ. Ευρώπης δεν άνθιζε στην μεταλλουργεία το 1200 έως το 1000 π.Χ. για να γίνει τέτοιου είδους κατασκευή ούτε αναφέρονται πουθενά Ευρωπαίοι μισθοφόροι στο στρατό των Μυκηνών για να δικαιολογηθεί η εκ μέρους τους εισαγωγή του.

Κατά τον ίδιο μελετητή το γεγονός ότι οι πρώτες ύλες για την κατασκευή των ξιφών εισάγονταν από τα μεταλλεία εκείνων των περιοχών μέσο των ελληνικών αποικιών της Α’ αποίκησης δικαιολογεί ως ένα βαθμό τουλάχιστον την σύγχυση σχετικά με τον τόπο καταγωγής του ξίφους. Το άορ ήταν αρκετά βαρύ σαν ξίφος διότι έφερε φαρδιά νεύρωση εκατέρωθεν του ελάσματός του προς ενίσχυσή του και κατασκευαζόταν τόσο από σίδερο όσο και από ορείχαλκο, είχε δε την λαβή του σαν προέκταση του ελάσματός του και διέθετε υποτυπώδη ημικυκλικό φυλακτήρα που στερεωνόταν στην λαβή με καρφιά – περτσίνια σιδερένια ή μπρούντζινα αναλόγως.

Η λεπίδα του άορος ήταν μειούμενης διατομής προς την λαβή πράγμα που έκανε το ξίφος να έχει καλύτερο ζύγισμα και ως εκ τούτου να είναι αποτελεσματικότερο στις ατομικές μονομαχίες παρά το γεγονός ότι ήταν αρκετά βαρύτερο του φασγάνου. Λόγω δε ακριβώς του βάρους του αυτού ήταν καταλληλότερο για θλαστικά πλήγματα καταφοράς απ’ ότι για νυκτικά κτυπήματα. Η λαβή του είχε ελαφρώς ατρακτοειδές σχήμα και κατέληγε σε σφαίρωμα σχήματος μανιταριού. Το μήκος του άορος δεν ήταν σταθερό και έχουν βρεθεί σε ανασκαφές ξίφη από 0.70 έως και πέραν του 1.00 μ. μήκος.

Αορ

ΤΟ ΟΠΛΙΤΙΚΟ ΞΙΦΟΣ

Το οπλιτικό ξίφος προερχόταν σχεδιαστικά από το άορ. Ήταν γνωστό από τον Ε’ π.Χ αιώνα και ιδιαίτερα από τους Μηδικούς πολέμους και ο πολεμιστής που το χειριζόταν ονομαζόταν οπλίτης από την ασπίδα που κρατούσε και που λεγόταν «όπλον». Το ξίφος αυτό ήταν από σίδερο με κοντύτερο έλασμα αλλά περισσότερο φαρδύ από του άορος με συνολικό μήκος από 0.60 έως 0.65 εκ. Το έλασμά του ήταν φυλλόσχημο μειούμενης διατομής προς την λαβή του που αποτελούσε συνέχειά της και χωριζόταν απ’ αυτήν με οριζόντιο φυλακτήρα από σίδερο ή μπρούντζο.

Στο μέσον και κατά μήκος του ελάσματός του έφερε κατά κανόνα αύλακα ή νεύρωση. Η λαβή του είχε ατρακτοειδές σχήμα που καλυπτόταν με τεμάχια ξύλου, μετάλλου ή οστού που στερεώνονταν με διαμπερή καρφιά – περτσίνια και κατέληγε σε κοντό κυλινδρικό σφαίρωμα επίσης από σίδερο ή μπρούντζο. Η θήκη του κατασκευαζόταν από ξύλο επενδυμένο με δέρμα και πλούσιο κομψό μπρούντζινο διάκοσμο ή από φύλλο μετάλλου και το σχήμα της ήταν παραλληλόγραμμο ή ελαφρώς μειούμενης διατομής προς την βάση της.

Στο Καμποβάλανο της Ιταλίας και ιδιαίτερα στο Μουσείο Κιέτι υπάρχουν μερικά ενδιαφέροντα και χαρακτηριστικά δείγματα ελληνικών οπλιτικών ξιφών.

Οπλιτικό Ξίφος - Hoplite Sword

ΤΟ ΣΠΑΡΤΙΑΤΙΚΟ – ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΚΟ ΞΙΦΟΣ

Το λακεδαιμονικό ξίφος ή «ξυήλη» προερχόταν απ’ ευθείας από το γνωστό Ελληνικό οπλιτικό ξίφος και αποτελούσε το κυρίως επιθετικό όπλο των Σπαρτιατών από τον ΣΤ’ έως και τον Δ’ αιώνα π.Χ. Είχε πολύ μικρότερο μήκος από το οπλιτικό ξίφος και ως εκ τούτου το φυλλοειδές σχήμα του ελάσματός του ήταν περισσότερο έντονο απ’ ότι στο οπλιτικό ξίφος. Ήταν εξ’ ολοκλήρου από σίδερο και η λαβή του αποτελούσε συνέχεια του ελάσματός του που είχε μήκος από 30 έως 35 εκ. και με συνολικό μήκος ξίφους περί τα 45 εκ.

Είχε σταυροειδή σιδερένιο ή μπρούντζινο χειροφυλακτήρα και η ξύλινη ή κοκάλινη λαβή του στερεωνόταν επάνω σ’ αυτήν με δύο μπρούντζινα ή σιδερένια καρφιά -περστίνια και τελείωνε σε κοντόχονδρο κυλινδρικό σφαίρωμα. Ηθελημένα οι οπλίτες Σπαρτιάτες χρησιμοποιούσαν τόσο κοντό ξίφος διότι σαν παγκρατιστές – γνώστες δηλαδή των πολεμικών τεχνών της εποχής τους σε μάχη σώμα με σώμα – επεδίωκαν την εκ του συστάδην συμπλοκή με τον αντίπαλο όπου σαφώς υπερτερούσαν κατά κανόνα. Αυτό δικαιολογείται αν λάβουμε υπ’ όψιν μαρτυρίες Ελλήνων και ξένων ιστορικών που αναφέρουν ότι κάθε οπλίτης Σπαρτιάτης αντιστοιχούσε σε δυναμικότητα μάχης όσο τουλάχιστον πέντε από οποιουσδήποτε άλλους οπλίτες της εποχής.

Η θήκη του ήταν φαρδιά ξύλινη επενδυμένη με δέρμα και ο χειροφυλακτήρας της λαβής του ξίφους ήταν κρυμμένος μέσα στο στόμιο του κολεού ο οποίος είχε υψωμένες περιφερειακά προεξοχές που λειτουργούσαν σαν άγκιστρα εμποδίζοντας την μη ηθελημένη έξοδο του ξίφους από την θήκη. Το ξίφος κρεμόταν από δύο κρίκους στην θήκη με την βοήθεια λουριού – τελαμώνα – από τον δεξιό ώμο χιαστί στο αριστερό πλευρό του οπλίτη.

Δεν έχουν δυστυχώς διασωθεί πραγματικά δείγματα του είδους αυτού παρά μόνο ένα χάλκινο αναθηματικό ομοίωμα πραγματικών όμως διαστάσεων από την Κρήτη πιθανόν από τάφο Σπαρτιάτη που πολέμησε και έπεσε εκεί. Οι λοιπές κατασκευαστικές λεπτομέρειες καθώς και ο διάκοσμος της θήκης του τεκμαίρονται από παραστάσεις αγγείων και αναθηματικών πλακών.

Το Σπαρτιατικό ξίφος αποτελούσε φοβερό νηκτικό όπλο εύκολο στην χρήση του αφού απαιτούσε μικρό χώρο για τον χειρισμό του, στα επιδέξια όμως χέρια των Σπαρτιατών πολεμιστών γινόταν και επικίνδυνο θλαστικό όπλο καταφοράς. Η περιορισμένη όμως χρήση του ξίφους μόνο σχεδόν από τους Λακεδαιμονίους και ειδικά από πολύ εξειδικευμένους οπλομάχους του είδους οδήγησε στην μη ευρεία χρήση του Σπαρτιατικού – Λακεδαιμονικού ξίφους και ως εκ τούτου στην σταδιακή κατάργησή του.

Ξίφος Λακαιδεμονίων

Η ΘΛΑΣΤΙΚΗ ΝΑΥΤΙΚΗ ΣΠΑΘΟΜΑΧΑΙΡΑ

Η μοναδική απεικόνιση στην οποία παρουσιάζεται σαφώς η ναυτική Ελληνική θλαστική σπαθομάχαιρα προέρχεται από μια τοιχογραφία λυκιακού ταφικού μνημείου από το Ελμελί της Μικράς Ασίας. Πρόκειται για μια βαριά και πλατιά περίπου 5-6 εκ. παραλληλόγραμμη σιδερένια σπαθομάχαιρα μονής κόψης και μήκους περί τα 0.60 εκ. γνωστής από το 500 π.Χ. και με ανάγλυφη νεύρωση σαν Τ (ταυ) στην μία στενή όψη της λάμας. (σόκορο λάμας). Το σχετικά μικρό μήκος της ήταν ιδανικό για τις μάχες σε στενούς μικρούς και συνωστισμένους χώρους όπως ήταν τα καταστρώματα των πολεμικών πλοίων της εποχής.

Η αιχμή της ήταν οξεία και τριγωνική και το όπλο χρησιμοποιήθηκε ευρέως στην ναυμαχία της Σαλαμίνας το 480 π.Χ. τόσο από τους Αθηναίους πεζοναύτες της εποχής όσο και από τους συμμάχους τους Σικυώνιους πεζοναύτες τους λεγόμενους και «επιβάτες». Η λαβή της και η φύλαξη της λαβής της είχαν την κλασική μορφή των λαβών των ξιφών της εποχής τους με πιθανή διαφοροποίηση στο τελείωμα της λαβής όπου το σφαίρωμα ενδέχεται να μην ήταν κυλινδρικό αλλά σφαιρικό.

Σπαθι Επιβατών

Η ΚΟΠΙΔΑ

Η κοπίδα ή κοπίς ήταν σπαθί καταφοράς που έκανε την εμφάνισή του στον ελληνικό χώρο τον Ε’ αιώνα π.Χ και καθιερώνεται αργότερα τον Δ’ αιώνα π.Χ. κατά την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου εναντίον των Περσών παράλληλα με το οπλιτικό ξίφος το οποίο μέχρι την κατάργησή του συνυπήρχε με αυτήν. Το ξίφος αυτό ήταν γνωστό στην Ιταλία από τον Η’ αιώνα π.Χ. απ’ όπου έγινε γνωστό και στην Ιβηρική χερσόνησο – με το όνομα “falcata” - όπου και βρέθηκαν πολλά δείγματα του είδους αυτού όπως και στην Γαλατία και ιδιαίτερα στην κοιλάδα του ποταμού Μάρνη από τους αγώνες των Γαλατών κατά των Ρωμαίων κατακτητών.

Αξιοσημείωτη αλλά όχι και αποδεδειγμένη είναι η μορφολογική σχέση που έχει με την κοπίδα – ως προς το σχήμα του αλάσματός της – η ανατολίτικης προέλευσης σπαθομάχαιρα “giatagan” καθώς και η ασιατική παραδοσιακή Νεπαλέζικη σπαθομάχαιρα “kukri” της φυλής των πολεμιστών Γκούρκας. Δεδομένης όμως της επιρροής που άσκησε η παρουσία των στρατευμάτων του Μεγάλου Αλεξάνδρου στους διάφορους λαούς της Ασίας και ως εκ τούτου και στα οπλικά τους συστήματα ο συσχετισμός αυτός δεν είναι ιδιαίτερα παρακινδυνευμένος πλην όμως δεν έχει αποδειχτεί και ιστορικά.

H κοπίδα ήταν σιδερένια μονόκοπη σπαθομάχαιρα με βαρύ μπροστόβαρο έλασμα και καμπύλη κλειστή, είχε ραμφόσχημη λαβή ξύλινη, κοκάλινη ή μεταλλική και η χρήση της ήταν περισσότερο για θλαστικά κτυπήματα καταφοράς παρά για νυκτικά. Το πρόσθετο βάρος της κοπίδας και το κακό σχετικά ζύγισμά της δεν αποτέλεσε μειονέκτημα για το νέο όπλο που γρήγορα υιοθετήθηκε από όλες σχεδόν τις κατηγορίες των οπλιτών της εποχής λόγο των ισχυρών και αποτελεσματικών πληγμάτων της.

ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΞΙΦΟΣ

Τα στρατεύματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου στις μάχες τους εναντίον των Περσών πολεμούσαν με διαφόρους τύπους σιδερένιων ξιφών ήδη γνωστών και με δοκιμασμένη αποτελεσματικότητα όπως το οπλιτικό ξίφος και η κοπίδα. Το καθ’ αυτό και αμιγές μακεδονικό ξίφος παρουσιάστηκε κατά την μετά τον Μέγα Αλέξανδρο εποχή. Ουσιαστικά επρόκειτο για μιά περισσότερο εξελιγμένη μορφή του άορος και του οπλιτικού ξίφους με σαφή επιρροή και από το κοντό λακεδαιμονικό – σπαρτιατικό ξίφος την «ξυήλη».

Ήταν σχετικά κοντύτερο, ελαφρότερο και με μικρότερο πλάτος ελάσματος από το οπλιτικό ξίφος. Ήταν σαφώς νυκτικό όπλο αιχμηρό και με αυξημένη διατρητικότητα πλην όμως ποτέ δεν θεωρήθηκε σαν όπλο πρωτεύον από τους Μακεδόνες εφ’ όσον μετά την σάρισα σαν πρωτεύον όπλο θεωρούσαν το δόρυ και τα πάσης φύσεως ακόντια.

Είχε μικρή σταυροειδή φύλαξη και η λαβή του που ήταν συνέχεια του ελάσματός του καλυπτόταν με ξύλο, μέταλλο ή οστό και κατέληγε σε καρδιόσχημο, ραμφόσχημο ή κυλινδρικό σφαίρωμα. Η θήκη του ήταν ξύλινη επενδυμένη με δέρμα και έφερε μεταλλικά διακοσμητικά τελειώματα τόσο στο επάνω μέρος όσο και στο αιχμηρό κάτω μέρος της και κρεμόταν στο αριστερό πλευρό του πολεμιστή χιαστί από τον δεξιό ώμο με την βοήθεια ιμάντα – τελαμώνα.

Μακεδονικό Ξίφος

Η ΡΟΜΦΑΙΑ

Το όπλο αυτό ήταν η μετεξέλιξη του μονόκοπου θρακιώτικου ξίφους που αναφέρεται στην Ιλιάδα του Ομήρου. Επρόκειτο για μιά μεγάλου μεγέθους κυρτή σπάθη μονής κόψης όχι ιδιαίτερα φαρδιάς που είχε συνολικό μήκος περί το 1.20 – 1.30 εκ του οποίου μήκους το 1/3 αποτελούσε την ξύλινη περιελιγμένη με δερμάτινο ιμάντα διπλή λαβή του. Στο σημείο της ένωσης του ελάσματος με την λαβή το ξύλο φάρδαινε από την μία πλευρά τόσο όσο να γίνει μια κυκλική οπή απ’ όπου πιθανότατα μέσο δερμάτινου ιμάντα θα κρεμόταν η σπάθη από την ζώνη του πολεμιστή.

Η ρομφαία δεν ανήκει στα όπλα τα αποκλειστικώς χρησιμοποιηθέντα από Έλληνες δεδομένου ότι πλην των Θρακών πελταστών - ανεξάρτητες ομάδες ακροβολιστών – το όπλο αυτό το χρησιμοποιούσε ευρέως και ένας άλλος γνωστός λαός των Βαλκανίων οι αρχαίοι Δάκες πρόγονοι των σημερινών Ρουμάνων. Η μορφή της ρομφαίας άλλαξε κατά καιρούς από το 400 έως το 100 π.Χ. και στην αποφασιστική μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ. χρησιμοποιήθηκαν από τον Περσέα τον τελευταίο Μακεδόνα βασιλιά Θράκες και Μακεδόνες ρομφαιοφόροι εναντίον των Ρωμαίων κατακτητών.

Το σχήμα της την εποχή εκείνη είχε διαφοροποιηθεί και χρησιμοποιήθηκε κυρίως θλαστικά και κοπτικά και λιγότερο νυκτικά δεδομένου ότι το έλασμά της έγινε ευθύ κοντύτερο, πλατύτερο και ως εκ τούτου περισσότερο βαρύ ενώ το τελείωμά της έγινε δρεπανοειδές διατηρούμενης της διπλής ξύλινης λαβής της.

Σημείωση: Λόγω της χρονολογικής παλαιότητας των ελληνικών ξιφών και γενικότερα του μη ιδιαίτερα ανθεκτικού των μετάλλων κατασκευής των όπλων της Αρχαίας προκλασικής, κλασικής και ελληνιστικής εποχής υπάρχουν λίγα δείγματα των ειδών τους σκορπισμένα σε όλη την Μεσογειακή λεκάνη και όχι μόνο ενώ πολλές μορφές τους έχουν τεκμηριωθεί και αναπαραχθεί μέσα από παραστάσεις αγγείων και αναθηματικών πλακών ταφικών μνημείων. Η ακριβής χρονολόγηση της αρχής ή του τέλους χρησιμοποίησης κάποιου από αυτά τα όπλα είναι χρονικά ασαφής και παρακινδυνευμένη .

Επίσης αρκετά ασαφής και αδιευκρίνιστος είναι και ο ακριβής χρόνος μετάβασης από το ένα μέταλλο κατασκευής τους στο άλλο καθ’ όσον η τέχνη της μεταλλουργίας αναπτυσσόταν ραγδαία μεταξύ των λαών της Κεντρικής Ευρώπης και της Μεσογειακής λεκάνης και ιδιαίτερα κατά την διάρκεια των ελληνιστικών χρόνων. Πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν ότι κατά την αρχαιότητα τα μέταλλα και τα κράματά τους χρονολογικά επικάλυπταν το ένα το άλλο με αποτέλεσμα να συνυπάρχουν κατά τις μεταβατικές τους χρονικές περιόδους χάλκινα με ορειχάλκινα, ορειχάλκινα με σιδερένια και πολύ αργότερα σιδερένια με χαλύβδινα – ατσάλινα – όπλα.

Έτσι η χρονολόγησή τους είναι σχετική και κατά προσέγγιση κάποιων δεκάδων ετών ή και περισσότερο ακόμη και αν είναι αντικείμενα που έχουν χρονολογηθεί εκ των υστέρων με την σύγχρονη μέθοδο του Άνθρακα 14.

Πηγή:

Παρασκευή 15 Απριλίου 2011

ΖΕΑ - Η χειραγώγηση της μνήμης μέσω του ψωμιού και του "ΕΓΩ"

Ζειά - "αλευρι ντινγκελ"‏

Όμάδα επιστημόνων έφθασε εις τήν Θεσσαλονίκην, όπου εύρισκες τότε ανθρώπους άπό όλες τις φυλές. Ήρεύνησε προσε­κτικά και έδημοσίευσε τό 1922...

τό πρώτο σύγγραμμα διά τις ομάδες αίματος και τις ιδιαιτερότητες εκάστης. Οί Έλληνες είναι κατά πλει­οψηφία "0" ομάδος και οί υπόλοιποι "Α" ομάδος, οί Χάζαροι είναι "Β" ομάδος κ.λπ.

Αρχάς του 1923 στέλνουν εις τήν Θεσσαλονίκη ένα ζευγάρι ιατρών διά νά εξετάσει τήν διατροφήν τών Ελλήνων, επηρε­ασμένη άπό τόν Ιπποκράτη, ό όποιος έλεγε εις τους ασθενείς "φάρ­μακο σου είναι ή τροφή σου". Άρα αυτοί έσκέφθησαν, έχει καθιερώ­σει εις τόν Έλληνα υγιεινή διατροφή, ποια είναι όμως ή βασική τροφή; Οί ερευνηταί κατέληξαν, σύντομα, ότι βασική τροφή τών Ελλήνων είναι τό ψωμί.

Τό ψωμί όμως τών Ελλήνων ήταν από Ζειά και όχι άπό σιτάρι. Είς τά χημικά εργαστήρια συνέκριναν γρήγορα αλεύρι άπό Ζειά και Σιτάρι καί μέχρι τό 1926 διαπιστώνουν ότι: Είς τόν εγκέφαλο του ανθρώπου υπάρχει ένας αδένας μεγέθους διδράχμου τόν όποιον ονόμασαν "Αμυγδαλή" ή "Αμύγδαλα". Αυτός ό άδήν δημιουργεί τήν μνήμην καί τήν φαντασίαν είς τους ανθρώπους με 300 διαφορετικές πρωτεΐνες (Αμινοξέα). Αυτές οί πρωτεΐνες διά νά συνδεθούν μεταξύ των καί νά δημιουργήσουν τά συμπλέγματα της μνήμης καί νά διατηρηθούν αυτά είς τόν χρόνον, χρειάζονται μίαν δύναμιν, μίαν κόλλα, διά νά κολλήσουν (λεπτομέρειες περί μνήμης είς τό "Αφύπνισις"). Αυτήν τήν κόλλα τήν προσφέρουν οί τροφές μας καί τήν ονομάζουμε πρωτεΐνη στηρίξεως, πού σημαίνει συγκόλλησις καί σταθεροποίησις τής μνήμης.

Τό ψωμί πού τρώμε άπό τό Σιτάρι έχει τελείως διαφορετικές πρωτεΐνες στηρίξεως άπό τό ψωμί άπό τη Ζειά. Εδώ ακριβώς έγκειται καί ή διαφορά τους. Είς τό Σιτάρι υπάρχει άφθονη ή γλουτένη. Ή γλουτένη είναι μία ισχυρή κόλλα καί χρησιμοποιείται ώς φυσική κόλλα ύπό τών ανθρώπων στην καθημερινή ζωή των. Ή γλουτένη όμως ώς πρωτείνη - στη­ρίξεως- (συγκόλλησις) τών πρωτεϊνών του εγκεφάλου διά τήν δημιουργίαν τής μνήμης είναι καλή μέν, διότι δημιουργεί ίσχυράν μνήμην, αλλά περιορισμένην, διότι συγκολλά περισσότερες πρωτεΐνες των απαιτουμένων και περιορίζει τό απόθεμα αυτών. Αποτέλεσμα είναι να περιορίζει την μνήμην εις πολύ λίγες εικόνες. Έτσι καταστρέφει τήν φαντασίαν και τό δημιουργικό πνεύμα.

Είναι δε εγκληματική, διότι έμμεσα καταστρέφει τήν ύγείαν και τό πνεύμα, τήν πρόοδον και τον πολιτισμόν του ανθρώπου. Ή γλουτένη του σιταριού καταστρέφει τήν ύγείαν, τό πνεύμα, τήν μεγαλοφυίαν, τον πολιτισμόν της άνθρωπότητος, διότι ώς ισχυρή κόλλα έπικολλάται εις τά τοιχώματα όλων τών αγγείων πού διέρχε­ται, πεπτικούς σωλήνες, έντερα, φλέβες, αρτηρίες κ.λπ. Ένεκα τούτου παρακωλύει τήν σωστήν πέψιν, κενώσεις και κυκλοφοριαν του αίματος, μέ τις αντίστοιχες επιβαρύνσεις είς τήν ύγείαν. Είς τόν εγκέφαλον ώς πρωτεΐνη στηρίξεως κολλά ισχυρά τις πρωτεΐνες τής μνήμης μέ αποτέλεσμα, ό,τι παραστάσεις και ιδέες έβίωσεν τό παιδί είς τήν ήλικίαν 3-7 ετών, όσο λανθασμένες καί άν είναι, όσο πιό δυνατές και ξεκάθαρες αποδείξεις περί πλάνης του και άν του παρουσιάσεις αργότερα, δεν πρόκειται ώς ενήλικας νά άπορρίψη τις αποθηκευμένες μνήμες και δοξασίες του περί θεού, πολιτικής, κ.λπ.

Δι' αυτό ακριβώς οί θρησκείες, οι Δικτάτορες, οι έξουσιασταί μας μέ διάφορα τεχνάσματα καί ωραία λόγια προσπαθούν νά ποδηγετήσουν τά παιδιά άπό μικρή ηλικία και έσοφίστηκαν τά κατηχητικά, τις πολιτικές νεολαίες. Οί Δικτάτορες καί οί Τραπεζίτες είσήγαγον τήν πολιτικήν είς τά σχολεία μέ πρόφασιν, δήθεν, τήν προπαρασκευήν ενήμερων πολιτών, ενώ στην ουσία εκπαιδεύουν τυφλούς δούλους του τραπεζικού συστήματος. Όποιος από εσάς πιστεύει είς τήν ανεξάρτητον σκέψιν τών ανθρώπων, ας άγωνισθή διά τήν κατάργησιν του συνδικαλισμού είς όλα τά σχολεία, πλην πανεπιστημίων.

Επομένως ή γλουτένη του σιταριού είναι καί ή τροχοπέδη τής εξελίξεως καί του πολιτισμού. Ταυτοχρόνως, τροχοπεδεί και τήν έλευθέραν σκέψιν καί πνευματικήν άνοδον του άνθρωπου και τόν καθιστά δούλον του ιερατείου, του κατεστημένου, διότι αγωνίζεται και θυσιάζεται δια αξίες πού του ενέπνευσαν τά οργανωμένα συμφέ­ροντα και όχι ή φύσις. Είναι όλοι οι αγώνες του εναντίον των φυσικών νόμων.

Αντίθετα ή πρωτεΐνη στηρίξεως της Ζειά (πληθυντικός Ζειαΐ) δια­σπάται από τά ένζυμα και αφομοιώνεται σάν καλή τροφή άπό τόν οργανισμό. Αυτό τό χαρακτηριστικό της την κάνει πολύτιμη εις τόν ανθρώπινο οργανισμό. Διότι ενώ χρησιμεύει ώς πρωτεΐνη "στηρίξεως" (συγκόλλησις - σταθεροποίησις) εις τις πρωτείνες μνήμης του εγκεφάλου, δεν μπλοκάρει αυτόν, δέν δημιουργεί σταθερές και άναλοίωτες ενώ­σεις σάν βαρύδια στον έγκέφαλον, ώς ή γλουτένη του σιταριού, και αφήνει τόν εγκέφαλο νά λειτουργή ελεύθερα νά συλλαμβάνη, νά σκέπτεται νέες ιδέες, δοξασίες, νά δημιουργεί όνειρα, φαντασία, επιστήμη, κ.λπ. Οί αρχαίοι Έλληνες τό εγνώριζαν πολύ καλά αυτό, δι' αυτό εκτρέφοντο μόνο μέ Ζειά εγνώριζαν ότι ή Ζειά τρέφει τό πνεύμα. Αυτό μας τό λέει ό Αισχύλος εις τό ύμνον του προς τήν Δήμητρα:

"Δήμητερ ή θρέψασα τήν έμήν φρένα είναι με άξιον τών σων μυστηρίων"(Αισχύλος)

Επίσης δέν φράσσει τά αγγεία πού διέρχεται, φλέβες, αρτηρίες, κ.λπ. Δέν παρουσιάζει τις πολλές ασθένειες πού παρουσιάζει ή γλουτένη. Έπί πλέον ή Ζειά περιέχει άφθονα βιταμίνη Ο και πολλά ιχνοστοι­χεία πού χρειάζεται ό οργανισμός μας, συν τό άμινοξύ "Λυσίνη" τό πολυτιμωτατο συστατικον δια τόν οργανισμό μας, πού σήμερα οί άνθρωποι τό αγοράζουμε πανάκριβα ώς συμπλήρωμα τής διατροφής μας, ένώ θά τό είχαμε άπό τό ψωμί της Ζειάς δωρεάν.

Η Ζειά:

1.- Βοηθάει στην άπορρόφησιν τών θρεπτικών συστατικών (ca, mg) κ.ά.

2.- Καταστέλλει τις φλεγμονές πού χρονίζουν στον οργανισμό καίκαταστρέφουν τα υγιή κύτταρα.

3.- Καταστέλλει τα ένζυμα του καρκινικού κυττάρου (εμποδίζει τήν ανάπτυξιν και μετάστασιν του καρκίνου).

4.- Περιέχει τό βασικό αμινοξύ Λυσίνη (Lycin) πού ενισχύει τό ανοσοποιητικό σύστημα και είναι τό βασικό στοιχείο στην βιοχημική λειτουργία του εγκεφάλου.

Έκτος των ανωτέρω τά άρτοπαρασκευάσματα άπό αλεύρι Ζειάς είναι εύγεστα καί άσυγκρίτως νοστιμότερα άπό τά αντίστοιχα μέ αλεύρι σιταριού.

Έάν δέ φάτε ψωμί ή μακαρόνια άπό Ζειά θά ερωτήσετε, τον κρέμασαν οι Έλληνες αυτόν που τους έστέρησε αυτήν τήν ασύγκριτη άπόλαυσιν;

Θά πάρετε τήν άπάντησιν ότι, του στή­νουν συνεχώς ανδριάντες σέ πλατείες, στην Βουλή, και δίδουν τό όνομα του στις λεωφόρους γιά νά μην τό ξεχάσουν ποτέ. Καί τότε θά διερωτηθήτε, τί φταίει; Νά φταίει άραγε ή μεγάλη πανουργία καί εμπειρία των κοσμοκρατόρων μόνον, ή μήπως ή δουλικότης των μωροφιλόδοξων και λοιπών οργανωμένων στις μυστικές εταιρείες των;

Νομίζω πώς όλα αυτά δέν θά ήσαν αρκετά νά τυφλώσουν τον λαό μας καί δέν θά έπετύγχανον, έάν δέν υπήρχε τό ακαλλιέργητο, τό πρωτόγονο ΕΓΩ του, τό όποιο αντιδρά σκληρά καί δέν δέχεται τό αντίθετο, όσο καθαρά καί άν απόδειξης τήν πλάνην του. Μέ τό ακαλλιέργητο ΕΓΩ δέν δύναται νά παραδεχθή ότι οί γονείς του έπλανήθησαν, διότι τότε αισθάνεται ότι μειώνεται ή προσωπικότης του καί τό κύρος του, ένώ τό καλλιεργημένο ΕΓΩ, όταν πεισθή ότι έπλανήθη τό παραδέχεται αμέσως μέ ψηλά τό κεφάλι καί υπερή­φανα, διότι έτσι νοιώθει ότι είναι ισχυρό, επειδή επεβλήθη τών ενστί­κτων καί τής μικροπρέπειας.

Ερευνώντας ή επιτροπή, πού αναφέραμε πιό πάνω, τό διαιτολόγιο τών αρχαίων Ελλήνων έμεινε έκπληκτος. Οί αρχαίοι δέν έτρωγαν ψωμί άπό σιτάρι. Τό σιτάρι τό είχαν ώς τροφή τών ζώων καί τό (ονό­μαζαν πυρρό. Έτρωγαν μόνον ψωμί άπό Ζειά ή Κριθάρι καί έν ανάγκη μόνον από κριθάρι ανάμεικτο με Σιτάρι. Ό Μέγας Αλέξανδρος έτρε­φε την στρατιάν του μόνο μέ Ζειά, διά νά είναι οι άνδρες του υγιείς και πνευματικά ανεπτυγμένοι. Αν οι αρχαίοι Έλληνες έτρωγαν ψωμί άπό σιτάρι δέν θά είχαν τόσο ύψηλήν πνευματικήν άνάπτυξιν.Μ όλις οι κοσμοκράτορες έδιάβασαν αυτήν τήν έκθεσιν τής επι­τροπής, δίδουν εντολή το 1928 νά αναιρεθή αμέσως ή καλλιέργεια Ζειά στην Ελλάδα, και μόνον στην Ελλάδα. Διά νά μειώσουν μέ το σιτάρι τήν πνευματικήν άνάπτυξιν των Ελλήνων, μειώνοντας τήν άντίληψίν τους και οργανώνοντας ταπεινήν έκπαίδευσιν των παιδιών τους καί διδάσκοντας τις πολιτικές τους εις τά σχολεία και πολιτικοποιούντες τα εις τά κόμματα που αυτοί ελέγχουν απόλυτα, για νά ποδηγετήσουν πλήρως εις πρώτον χρόνον τους Έλληνας. Ενώ τώρα αναμειγνύοντας τους μέ αλλοδαπούς, θέλουν νά τους εξαφανί­σουν τελείως.

Ναι άλλα πώς θά τό επιτύχουν αυτό; Αμέσως δίδουν έντολήν είς τόν τέκνον των τον Βενιζέλο νά έπιστρέψη στην Ελλάδα καί νά εξαφάνιση τήν Ζειά. Οπότε βλέπουμε τόν Βενιζέλο νά έπιστρέφη στην Ελλάδα μετά άπό 8 χρόνια αυτοε­ξορίας του, νά άνασκουμπώνεται και νά ορμά σάν λέων κατά τής Ζειάς. Μέσα σέ 60 χρόνια μόνον ήλλοίωσαν τήν πνευματικήν ύπεροχήν του σκέπτεσθαι τών Ελλήνων, τους έκαναν αδιάφορους, άβουλους, μέ μετρίαν αντίληψιν και φιλάσθενους καί τώρα μέ τους αλλοδαπούς επιδιώκουν τόν πλήρη εξαφανισμό τής φυλής των, ένώ συγχρόνως ξοδεύουν δισεκατομμύρια δολλάρια οι φιλεύσπλαχνοι διά νά μην εξαφανισθούν οί οχιές, κόμπρες, πάντα καί άλλα ζώα καί ερπετά. Όλα τά ανωτέρω περί Ζειά, γλουτένης καί σωστής διατροφής μέ λεπτομέρειες καί τάς παραμέτρους όλων αυτών καί τήν ύγιεινήν θά τά βρήτε είς τά εμπνευσμένα καί καλομελετημένα βιβλία "Τό Όλον" καί τό «ΌΛ-ΟΝ» Ένα βιβλίο γιά τήν "ΊΑΣΗ", του πρωτοποριακού μελετητή Μιχάλη Γρηγορίου..

Προς τό τέλος του 1928 ό "Εθνάρχης" μας Βενιζέλος, προφανώς μετά άπό κάποια εντολή, μέ της Αμύνης τά Παιδιά, τυφλά εις τον νουν καί την κρίσιν, και διψασμένα τό πώς νά ευχαριστήσουν καλλί­τερα τόν άρχηγόν των έκήρυξαν τόν πόλεμον κατά της Ζειάς καί, έφορμήσαντες ακαταμάχητοι, ένίκησαν νίκην λαμπράν και εις βραχύτατον χρόνον 4 ετών δεν υπήρχε εις την Ελλάδα ούτε ένα σπυρί Ζειάς γιά σπόρο. Είπαν εις τόν λαό ότι ή Ζειά είναι ζωοτροφή, δι' αυτό τά λεξικά την γράφουν έκτοτε ζωοτροφή και ότι είναι βλαβερή στην υγεία. Αυτό τό πρόβαλαν έντονα τά ΜΜΕ καί σέ 4 χρόνια έξηφανίσθη η Ζειά. Όλοι οί Έλληνες εγκατέλειψαν τήν Ζειά μόνον ένας άπό όλους κράτησε σπόρο Ζειάς.



Καί σήμερα 2010 καλλιεργεί Ζειά μόνον ένας ό Γ.Α. είς ένα χωριό καί κατασκευάζει μακαρόνια άπό αλεύρι Ζειάς, τά όποια είναι υπερβολικά νοστιμώτερα άπό τά μακαρόνια του σίτου. Τήν έπιθεσίν του κατά τής Ζειάς ό "εθνάρχης" μας τήν ήρχισε μέ τήν αθρόα εισαγωγήν αλεύρων σίτου ύπό τών φίλων του. Οί φίλοι του έγιναν πάμπλουτοι καί έξέσπασε τότε τό μέγα διά τήν έποχήν και γνωστό ώς "Σκάνδαλο τών αλεύρων". Μέσα είς 4 χρόνια οί Έλλη­νες είχαν ξεχάσει τήν Ζειά τελείως καί οί φίλοι του Βενιζέλου έγιναν δισεκατομμυριούχοι άπό τήν εισαγωγή τών αλεύρων του σίτου. "Αν σήμερα θελήσετε νά επαναλάβετε αυτό γιά τό σιτάρι ή κριθάρι ή κάτι άλλο, δέν θά τό πετύχετε ούτε σέ 50 χρόνια.

Τόσο πολύ είχε τυφλώσει καί πειθαρχήσει ό Βενιζέλος τους οπαδούς του. Αυτό βέβαια είναι εχθρική ψυχολογία. Θέλουν τους οπαδούς τους τελείως τυφλούς στην σκέψιν καί δούλους. Καί δέν ήρκέσθη μόνον είς τήν έξαφάνισιν του σπόρου ό "εθνάρχης" μας, επέτυχε νά σβήση τήν Ζειά από τήν μνήμην καί τήν γλώσσαν τών Ελλήνων. Αυτό θά πή τέλειον έγκλημα. Αποδείξεις: Εσείς έγνωρίζατε τήν λέξιν Ζειά πριν λίγα χρόνια, όταν ήρχισε νά προβάλεται άπό εμάς στά κανάλια; Εύρήκατε τήν λέξιν σέ λεξικό πού συντάχθηκε μετά τό 1930; Δεν θά τήν εύρητε, μήν ψάχνετε. Άλλα και αν κάπου τήν εύρητε, θά τήν έξηγεί ώς ζωοτροφή...

Μόνον εις τυχόν ανατυπωθέντα παλαιά λεξικά θά τήν εύρητε, ή εις τό των Άγγλων "LINDELL &SCΟΤΤ", τό όποιον δέν τήν εξηγεί σωστά.Ε ις τό "ΗΛΙΟΣ" πού είναι πιο ενήμερο και σοβαρό λεξικό γράφει: Ζειά ή Ζέα... τήν Ζέαν τήν μάϊδα πού είναι ό γνωστός αραβόσιτος και κοινώς αραποσίτι". Αραβόσιτος όμως είναι κοινώς τό Καλαμπόκι. Ή Ζειά όμως ώς φυτό είναι κάτι σάν σιτάρι και κριθάρι, δέν έχει καμμία σχέσιν στην όψιν μέ τό καλαμπόκι, άλλα και τό σπυρί του είναι ώς του σιταριού πιό πεπλατυσμένο καί χονδρό. Ή Ζειά μέ τον Σΐτον είναι όπως ή Νερατζιά μέ τήν πορτοκαλιά. Αν άπό άπόστασιν 50-1ΟΟμ. κοιτάζεις τήν Νερατζιά είναι όμοια μέ τήν πορτοκαλιά. Καί τό νεράτζι μέ τό πορτοκάλι, ένώ έξωτερικώς είναι όμοια, εις τήν πραγματικότητα έχουν μεγάλες διαφορές εις τά συστατικά των. Αυτό ακριβώς συμβαίνει καί μέ τους σπόρους της Ζειας και του Σιταριού. Δέν θά έκανε ό Ι. Πασσάς αυτό τό λάθος, έάν δέν έξηφάνιζε και τήν βιβλιογραφία περί Ζειά ό "εθνάρχης" μας, όπως ό Σαούλ - Παύλος τήν βιβλιογραφία των αρχαίων Ελλήνων.

Εκεί όμως πού έμεινα εμβρόντητος είναι όταν διάβασα τήν "Οδύσσεια" ραψωδία δ (4)-603-604, τό αρχαίο:

"Ω έν μέν λωτός πολύς, έν δέ κύπειρον πυροί τε ζειαί τε ίδ' εύρυφυές κρίλευκον".

Ό Κ. Δούκας ερμηνεύει: "όπου υπάρχει τριφύλλι πολύ, καί κύπερι, καί σιτάρια καί ζωοτροφές κι εύρύφυτο κριθάρι λευκό". Πώ! Πω!... Ό κ. Δούκας ό έκλεκτώτερος ερμηνευτής έκανε λάθος; Ένώ οί "Ελληνες χρησιμοποιούσαν πυρούς (σιτάρια) γιά ζωοτροφές καί τήν ζειά γιά ψωμί, ερμήνευσε τήν ζειά ώς ζωοτροφές, διότι ό Βενιζέλος είχε εξα­φανίσει από τήν βιβλιογραφίαν καί άπό τήν μνήμην τών Ελλήνων τήν ζειά ή ζέα. Τό δημητριακό Ζειά η φύσις τό έδώρισε είς τους λαούς του Αιγαίου. Αργότερα οί Έλληνες μετανάστες τό μετέφεραν καί είς άλλες χώρες. Τό σιτάρι ήτο φυσικό δημητριακό τών βορείων περιοχών. Οί Έλληνες τό έφεραν είς τήν Ελλάδα καί τό έκαλλιέργησαν ώς ζωοτροφή, αρκετά χρόνια πρό του Τρωικού Πολέμου, όταν ήρχισαν τό εμπόριο μέ τις βορείως του Ευξείνου Πόντου χώρες. Οι Βόρειοι λαοί αντί χρημάτων, που δέν είχαν, έπλήρωναν τα είδη πού ήγόραζαν άπό τους Έλληνας έμπορους μέ σιτάρι και έτσι ήλθε εις την Ελλάδα τό σιτάρι.

Εις τό διαδίκτυο, έάν γράψετε τήν λέξιν "Ζειά", θά εκπλαγείτε. Θά διαβάσετε πάρα πολλά, εις τήν παράγραφο "ΣΤΗΝ ΣΥΜΠΑΝΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΑΤΗ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΑΛΦΑΒΗΤΟΥ" (ύμνοι Όρφέως, Ομηρικά έπη, Μύθοι), διαβάζουμε:

«Ή πόλη τών Αθηνών ονομα­ζόταν και Ζείδωρος, διότι έπί του εδάφους της έκαλλιεργειτο έκτος άπό τήν έλαία και τό δημητριακό ζειά. Τό ζειά μέ τό ζήτα δηλώνει ζωή, μέ τό εψιλον γιώτα τήν μακρά πορεία και μέ τό άλφα που είναι τό πρώτο στοιχείο τό άριστον, τήν παρουσία του Αιθέρα (τό στοιχείο πού βρίσκεται παντού και δομεί τά πάντα είναι ό Αιθέρας), άρα ζειά σημαίνει μακροζωία».

Τήν Ζειά φορτοεκφόρτωναν άπό ένα λιμάνι του Πειραιώς που έξ αυτής έλαβε τό όνομα Ζέα, και μέχρι σήμερα τό λιμάνι ονομάζεται Ζέα. Και τώρα πώς επεβλήθη ή ζειά νά ερμηνεύεται εις ορισμένα λεξικά ώς ζωοτροφή. Εις τό διαδίκτυο χειριζόμενοι τήν λέξιν "Ζειά" εις τήν ΙΛΙΑΔΑ - ραψωδία Ε, στίχοι 121-240 διαβάζουμε: «...παρά δέ σφίν έκάστω δίζυγες ίπποι έστάσι κρί λευκόν έρεπτόμενοι και όλύρας» (195). Πιό κάτω ό μετα­φραστής, ελαφρά τή συνειδήσει, ή καλοπληρωμένος μεταφράζει: «...εις κάθε αμάξι είναι σιμά ζευγαρωτά πουλάρια, στέκουν και τρώγουν τήν ζειά και τό λευκό κριθάρι». Έδώ δολοφονείται ή Ζειά, διότι ό μεταφραστής, μεταφράζει τήν ζωοτροφή "όλύρας" εις "ζειά". Οι μεταγενέστεροι αντιγράφουν από αυτό ζειά = όλύρας = ζωοτροφή, ένώ ό Όμηρος εγνώριζε και τά δύο, ζειά και όλύρας, και έγραφε πάντα τό ορθόν, αυτό που ήθελε και έπρεπε νά διδάξη. Έδώ γράφει σαφώς: «κρι λευκόν έρεπτόμενοι και όλύρας». Όχι ζειά, όπως ελαφρά τήν συνείδησιν και βαρυτάτην άγνοια γράφουν οι μεταφρασταί.

Από τις έρευνες που έκανα, κατέληξα ότι όλύρα ώνόμαζαν τόν σημερινόν "Οροβον κοινώς ρόβην ή τό ρόβι. Πρόκειται διά τήν πιό δυνατή και αγαπητή εις τά ζώα τροφή. Ομοιάζει μέ τό βίκο (άγριαρακά). Είναι ή πιό θρεπτική τροφή τών ζώων, άλλα είναι βλαβερή διά τόν άνθρωπον. Ή όλύρα εκαλλιεργείτο από αρχαιοτάτων χρόνων εις την Ελλάδα ως ζωοτροφή. Ήτο μεσογειακό φυτό (Λεξικό "ΗΛΙΟΣ", λήμμα Όροβος). Είναι λογικόν νά κατάληξη μέ τόν χρόνο ή όλύρα εις όροβο. Εις τό λεξικό "LINDELL & SCΟΤΤ" θά τήν βρήτε ώς Σίκαλιν η Αγριοσίκαλιν, αυτήν τήν σύγχυσιν έκαλλιέργησαν οι φιλέλληνες... διά νά ξεχά­σουμε τήν Ζειά.

Ή Ζειά καλλιεργείται σήμερα εις πολλές χώρες τής Ευρώπης και εις τόν Καναδά εις μεγάλην εκτασιν, φέρει δέ όνομα ανάλογο τής γλώσσης έκαστης χώρας. Οι Ιταλοί τήν ονομάζουν Faro, οί Γερμανοί Dingel, κ.τ.λ. Οί Έλληνες εισάγουμε σήμερα αλεύρι Ζειά άπό τήν Γερμανία μέ τό όνομα Ντίνγκελ, ώς μή περιέχον γλουτένη, αντί 6,45 Εύρώ, ήτοι τό αγοράζουμε Δέκα φορές άκριβώτερα άπό τό σιταρένιο.

ΠΗΓΗ: Γ. Γ. ΑΫΦΑΝΤΗΣ «Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΕΜΠΑΙΓΜΟΣ» ΣΣ. 443-451
vickytoxotis.blogspot.com